United States or Croatia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλά τι δικαίωμα είχον να οργισθώσι πλέον κατά του ταλαιπώρου ποιμένος, όστις τόσα υπέστη αυτήν την νύκτα και την προηγουμένην ημέραν, όστις τον έσωσε σχεδόν τον Μπάρμπα-Σταύρον, διότι αυτός είχε κοπιάσει προς τούτο, και όστις τέλος πάντων ως Χριστουγεννιάτικον δώρον είχε προσφέρει το γαλακτώδες χοιρίδιον.

Οι οδοιπόροι εκαθάρισαν πάραυτα καλώς το μέρος, εύρον την κατωφέρειαν και κατήλθον εις την σπηλαιώδη οπήν, εν η εύρον τον Μπάρμπα-Σταύρον, ημιπαγωμένον, βαρέως αναπνέοντα, με ημικλείστους τους οφθαλμούς, κατακείμενον εκεί εις το χώμα της κρύπτης, ενώ το ξύλινον κοντάριόν του τεθραυσμένον εις δύο παρέκειτο. — Μπάρμπα-Σταύρο! Μπάρμπα-Σταύρο!

Τα πτηνά, φοβισμένα, κόσσυφοι και αγριοπεριστεραί και φάσσαι παχείαι, βλέποντα τους μαυρίζοντας οδοιπόρους εν μέσω της παλλεύκου πεδιάδος ετριγύριζον περί αυτούς ως περί κορμούς αχιονίστων δένδρων, και έπιπτον ακίνητα προ αυτών, μισοπαγωμένα. Μετ' ολίγον οι προηγηθέντες απέστρεψαν αδυνατήσαντες να προχωρήσωσι, και παρεκίνουν και τον Μπάρμπα-Σταύρον να επιστρέψη.

Και ακούει διηγούμενον τον μπάρμπα-Σταύρον το επεισόδιον της πτώσεώς του το τραγικόν. — Έπεσα μαζί με το χιόνι κάτω βαθειά. Τα έχασα. Πάει, είπα, χάθηκα. Αλλά βλέπω εκεί μια σπηλιά· εχώθηκα μέσα έως να συνέλθω. Αλλά τι με τούτο ; Έπρεπε να αναιβώ επάνω. Μα πώς να αναιβώ; Τοίχος από δω και από εκεί υψηλός· κάστρο από χιόνι· αρχίζω τότε με το κοντάρι να κάμω δρόμο.

Αφού έπιε δύο τρία τσιμπούκια, έρεγχε μακαρίως ο γέρων, ενώ η φλοξ εχαριεντίζετο παίζουσα και αναλάμπουσα κεκινημένως επί του πραέος αυτού προσώπου. Ότε κρότος οξύτατος ως να εκρούσθη ηχηρώς μέγα ταψίον, τον αφύπνισεν έντρομον τον Μπάρμπα-Σταύρον διακόψας τρομακτικόν αυτού όνειρον. — Πιάστε με! εκραύγασεν ο Μπάρμπα-Σταύρος αναπηδήσας.

Αλλ' έως ου τους εύρη ο κολλήγας, οι χωρικοί μετέβησαν εις τον δήμαρχον και ανήγγειλαν φοβερώτερον το πράγμα, ότι δηλαδή είς τούτων, κατά τινα στιγμήν εν τη επιστροφή του παρατηρήσας τυχαίως, είδε μακρόθεν εν τω λευκώ οροπεδίω τον Μπάρμπα-Σταυρον να κλίνη ως τρικλίζουσα αιξ και να γείνη άφαντος έπειτα μέσα εις τα χιόνια. — Εμείς δεν μπορούσαμε να γυρίσουμε πίσω πλεια. Εδικαιολογήθησαν οι χωρικοί.