United States or Uruguay ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν θα ειργάζετο ποτέ κανέν επιδεικτικόν θαύμα κατά το κέλευσμά των, όπως ουδέ εις το κέλευσμα του πειράζοντος θα ενέδιδε ποτέ. Είπεν αυτοίς και πάλιν, ως πρότερον, ότι σημείον δεν θα δοθή εις αυτούς ειμή το σημείον του Ιωνά, τουτέστιν η ιδία έκκλησις προς μετάνοιαν την οποίαν είχεν απευθύνει προς τους Νινευίτας.

Επέρασε μία ώρα επάνω κάτω και είπαν εις τον Ρούντυ, ότι εγλύτωσαν, ότι ημπορεί να κοιμηθή, και αυτός κουρασμένος από την πορείαν απεκοιμήθη, όπως θα εκοιμάτο κατά στρατιωτικόν κέλευσμα. Το πρωί εξεκίνησαν πάλιν· ο ήλιος εφώτιζε κατά την ημέραν αυτήν διά τον Ρούντυ νέα βουνά, νέους Παγώνας, νέα χιονοπέδια.

Ο μονόλογος ούτος εχρησίμευεν, ούτως ειπείν, ως κέλευσμα εις τους διαπληκτιζομένους. Έμελλε δε να παραταθή και η πάλη και ο μονόλογος του Γύφτου επ' άπειρον, αν δεν εισήρχετο τελευταίον τι πρόσωπον εις την σκηνήν. Το πρόσωπον τούτο ήτο ανήρ μεσήλιξ, αυστηρότατος το ήθος, πλουσίως ενδεδυμένος, και συνωδεύετο υπό έξ στρατιωτών.

Με συγχωρείτε. — Αληθώς ήδη ηκούετο και το ζωηρόν των τσεσμελήδων αλιέων κέλευσμα: Ο γρίπος μας, η τράτα μας! Άλ-λά, παιδιά! Αλλά και ο δήμαρχος είχε δίκαιον να μη ανησυχήση και ο λιμενάρχης είχε δίκαιον ν' ανησυχήση. Εις τας εκτάκτους περιστάσεις όλοι οι εν τη εξουσία έχουσι δίκαιον. Εν τούτοις η περίστασις αύτη ήτο ατυχής διά την μικράν νήσον, ανοικτήν πανταχόθεν εις την επιδρομήν των ληστών.

Οι ναύται, οι ναυπηγοί και πολλοί των θεατών, ως σταφυλαί εις κλήμα, ως μολυβήθραι επί σαγήνης αλιευτικής επιάσθησαν από το παλάγκον και ήρχισαν να σύρωσι τον χονδρόν κάλων νεύοντες όλοι προς την θάλασσαν, επαναλαμβάνοντες εν ρυθμώ το κέλευσμα: «Ε! γιάσα λέσσα!

Μετά τινα τεμάχια γνωστών Ιταλικών μελοδραμάτωνSanta Lucia! cantate la Santa Luciaεκέλευσε μεγαλοφώνως είς των επιβατών και πειθήνια τα όργανα των Νεαπολιτών απεκρίθησαν εις το κέλευσμα ανακρούσαντα το προοίμιον.

Δεν εφαίνετο εις το σκότος ανάμεσα εις τα δένδρα. Αλλ' ηκούετο το βήμα του όνου, η βέργα η πλήττουσα τα νώτα αυτού και το κέλευσμα του αναβάτου «α! ντε, ντε! όξου», το οποίον ούτος απηύθυνε προς το υποζύγιον οσάκις διέκοπτε το προσφιλές άσμα, εις το οποίον ώφειλε και το παρατσούκλι, δι' ου τον είχε καλέσει η θεια-Συνοδιά.

Διότι ούτος αγαπών ως όλοι οι νέοι την εξοχήν και την διασκέδασιν, μετά δυσκολίας είχεν υπακούσει εις το πατρικόν κέλευσμα, όπως μείνη εις την πόλιν, και αφορμήν θα εζήτει διά να το στρήψη και μεταβή εις νυκτερινήν εκδρομήν εις τα Καλύβια, αφού μάλιστα ευκόλως εύρισκε συνοδοιπόρους ομήλικας. Αλλ' ο παπά-Κυριάκος δεν εσυλλογίσθη τίποτε. Εξήφθη αμέσως, ηγανάκτησε, δεν εκρατήθη. Ήμαρτεν.