United States or Haiti ? Vote for the TOP Country of the Week !


Λες κ' εφύσηξε απάνωθε σιφουνικό φριχτό κι αναβόρι ακράτητο, ανέβαινε κολώνες ο μπουχός στον αέρα. — Χμ! έκαμε ξυώντας ταφτί, πονηρά μισοκλειώντας τα μάτια ο παράξενός μου σύντροφος. Ως κ' εζύγωνε το κοπάδι στο μακελιό, άναφταν άγριοι κ' οι μακελάρηδες. Εκρατούσαν τη θηλιά κάργα, κ' είχαν τη βαριά σηκωμένη. Άστραφταν διψασμένες, λαίμαργες οι φοβερές οι μαχαίρες τους.

Τον καιρόν που η θηλιά έμελλε να κλείση διά να με πνίξη, σχίζεται το κλωνάρι από το βάρος μου και πίπτει μαζί μου κατά γης.

Θέλοντας ο Δρύαντας να τη συμμαζέψη και να τη βάλη στην προτητερινή τάξη, αφού λύγισε δεμάτι από χλωρές βέργες και τόκαμε παρόμοιο με θηλιά, εζύγωσε στο βράχο για να την πιάση εκεί.

Οι δύο εβάσταγαν τις άκρες της θηλιάς, που είχαν σε ένα μακρύ χοντρό σκοινί δεμένη. Ο ένας τη μια άκρη το σκοινί, ακουμπημένο σίγουρα στης μιανής ελιάς τη ρίζα. Ο άλλος την άλλη άκρη το σκοινί, στης αλληνής ελιάς τη ρίζα ακουμπημένο. Η θηλιά έπεφτε στη μέση χάμου, καταμεσίς στο μονοπάτι. Ο τρίτος με τη βαριά στα χέρια.

Εγέμιζε κλάψες και θρηνωδίες γύρω τον αέρα, που σπάραζαν την καρδιά κ' εσήκωναν την τρίχα. Ένα, ένα τάλλα τα βόιδα διάβαιναν τόρα το στενό. Πάτησαν τη θηλιά κατάστρατα απλωμένη, κ' εξεστράτισαν μες τις ελιές, λαφιασμένα στο μακελιό περίγυρα. Ο Λιάρος απόμεινε ολομόναχος, σκλαβωμένος. Ήρθε κ' η αράδα του!