United States or United Arab Emirates ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο κόσμος δεν έλεγε να βγει, παρόλο που ο παπάς είχε τελειώσει τις προσευχές του, και συνέχιζε να ψάλει ιερούς ύμνους. Ήταν σαν το μακρινό μουρμούρισμα της θάλασσας, σαν το θρόισμα του δάσους το δειλινό.

Κι όταν ξαναγυρίζουνε δίχως κανένα κέρδος, κρύβονται πάλιν οκνηρές μέσ' σταδειανό κουτί των και στα ψυχρά των γόνατα στηρίζουν το κεφάλι. Ποιος είν' εκείνος σήμερα ο τόσο ανοιχτοχέρης που θα δεχθή τους ύμνους μας και θα μας δείξη αγάπη; Δεν ξέρω· οι άντρες σήμερα δε λαχταρούν επαίνους γι' ανδραγαθίες κι αρετές όπως στα πρώτα χρόνια, μα νοιάζονται και κόβονται χρήματα να κερδίσουν.

Του εφαίνετο ότι ηγείρετο ναός εν σχήματι πύργου· η Λίγεια ήτο ιέρεια του ναού αυτού. Την έβλεπεν επί της κορυφής του πύργου, κρατούσαν βάρβιτον εις την χείρα, εντός αφθόνου φωτός, ομοίαν με τας ιερείας εκείνας, αίτινες την νύκτα ψάλλουν ύμνους προς τιμήν της σελήνης.

Βεβαίως όμως όσοι ακόμη ζουν δεν είναι φρόνιμον να τους τιμωρούν με εγκώμια και ύμνους, πριν κανείς να περάση όλην του την ζωήν και να προσθέση καλόν τέλος. Αυτά δε όλα από ημάς ας γίνουν κοινά διά τους άνδρας και τας γυναίκας τους πασιγνώστους αγαθούς και τας αγαθάς. Τας δε ωδάς και τους χορούς πρέπει να τας καθιερώσωμεν ως εξής.

Όμως ιδού τα σκήπτρα Άφησεν, εβασίλευσεν· Ότι ανάγκην το ανθρώπινον στήθος έχει αναπαύσεως Ανάγκην ύπνου. Ποίος ποτέ του Θεού, Ποίος του Ηλίου ωμοίασεν; Διατί βωμούς, θυμίαμα Γιατί ζητούν οι μύριοι, Τύρανοιν κ' ύμνους; Ύψιστοι αυτοί! — λαμπρότεροι Αυτοί των άλλων! — μόνοιΛαμπροί, κ' ύψιστοι οι δίκαιοι, Και μόνοι των ανθρώπων Οι ευεργέται.

Τώρα ναι τώρα αστράψατε Ω Μούσαι, τώρα αρπάξατε Την πτερωτήν βροντήν, Κατά σκοπόν βαρέσατε Μ' εύστοχον χείρα. Φυλάξατε τους ύμνους Διά τους δικαίους· μόνον Εις αυτούς την ειρήνην, Και τους χρυσούς στεφάνους Εις αυτούς δότε. Ήτον ποτέ η εννέα Ολύμπιαι φωναί Εκεί οπού χορεύουσι Της ημέρας η κόραι λαμπαδηφόροι.

Έκτοτε δε δεν έπαυσε να επισκέπτεται τον πενθερόν της, όστις πολύ την εσυμπονούσε, με όλας τας κατηγορίας της Μαθήνας, διότι έβλεπεν ότι ήτο απλή και καλοπροαίρετος, με μίαν ακακίαν μικρού παιδίου στολισμένη. Ευλαβής δε προς τα θεία και γραμματισμένη, πολύ εβοηθούσε τον γέροντα εις τας προσευχάς του, αυτή αναγινώσκουσα τους ψαλμούς και τους ύμνους.

Ο κατώτερος κλήρος, οι στρατιώται και ο όχλος είποντο τελευταίοι, ακολουθούμενοι υπό πλήθους θερμοπωλών και καπήλων, οίτινες εθέρμαινον την ευλάβειαν των πιστών διά ζύθου, υδρομέλιτος και αφεψήματος κυδωνίων. Άπαν το πλήθος εκείνο έψαλλεν ύμνους εις τον Ιησούν και τον Άγ.

Λοιπόν παραδεχόμεθα άραγε ημείς τουλάχιστον τα προηγούμενα; Ως προς τι; Ότι πρέπει πας άνθρωπος και παις, ελεύθερος και δούλος, θήλυς και άρρην, και ολόκληρος η πόλις εις ολόκληρον αυτήν την πόλιν να μη παύη ποτέ να ψάλλη αυτά, που είπαμεν με κάποιαν μεταβολήν πάντοτε και προ πάντων με ποικιλίαν, ώστε να γεννάται εις τους ψάλλοντας κάποια απληστία και ηδονή από τους ύμνους.

Και είτα τους ομηρικούς ύμνους των θεών, και άλλα. Οι δέκα ή δεκαπέντε οπαδοί του Πλήθωνος, όσοι ήρχοντο εις τας τελετάς ταύτας, εφόρουν χιτώνας και ιμάτια κατά τον αρχαίον τρόπον, εν καιρώ της τελετής. Αι τρεις κανηφόροι και οι δώδεκα παίδες έφερον στεφάνους. Ο δε Πλήθων εφόρει εφεστρίδα και εξετέλη έργα ιερέως.