Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Ιουνίου 2025
Συλληφθείς ζων, διά προδοσίας προσεφέρθησαν μετά του αδελφού του Γεωργίου εις τον πασάν της Ηπείρου και έλαβον παρ' αυτού ποινήν σκληροτάτην, την της κρεμάλας. Μεταφέρομεν τον αναγνώστην εις το ακόλουθον δημώδες ψαλλόμενον άσμα. Απόψε είδα 'ς τον ύπνο μου 'ς τον ύπνο που κοιμώμουν Θολό ποτάμι πέρασα, θολό και ματωμένο. Κι' ουδέ 'πό πέρα διάβηκα κι' ουδέ 'πό 'δώθε βγήκα.
Αλλ' ενώ ο κυρ-Μανωλάκης διενοείτο ότι ήτο καιρός πλέον να μεταβή και παραλάβη την αναμένουσαν σύζυγόν του, ήτις βεβαίως θ' ανυπομόνει λίαν, εισέρχεται ο δήμαρχος του χωρίου, μιξοπόλιος κ' ευτραφής ανήρ, οδηγών τέσσαρας νεαράς κυρίας — τας δύο νεαρωτέρας — την σύζυγον του υποτελώνου και την θυγατέρα της, και την σύζυγον του λιμενάρχου και την θυγατέρα της.
Ως τόσο οι Έλληνες, που δεν κατάφεραν, για τους λόγους που αναφέραμε, να πάρουν την Πόλη και να ξανακάνουν το Ανατολικό τους κράτος, όμως κατώρθωσαν να πλάσουν, με τη βοήθεια της Ευρώπης, που τους συμπάθησε για τον αγώνα τους, ένα μικρούτσικο κράτος σ' έναν τόπο που κατοικούσαν πυκνά ελληνικής φυλής άνθρωποι.
Και η απάντησίς του θεωρείται πλέον παροιμιώδης: «Εκ Ναζαρέτ δύναται τι αγαθόν είναι;» Ο Ναθαναήλ ίσως υπαινίσσετο την λέξιν «ναζόρα» εξ ης παράγεται το όνομα Ναζαρέτ, και ήτις σημαίνει: «άξιος περιφρονήσεως». Ίσως όμως και να ηνόει ότι η Ναζαρέτ ήτο πόλις ασήμαντος και ταπεινή, κλεισμένη μέσα εις μίαν μικράν αγρίαν κοιλάδα.
Αι δύο σκιαί δεν εισήλθον διά της πύλης, αλλ' ήρχισαν να βαδίζωσι τον τοίχον-τοίχον, κατά την βορεινήν πλευράν του λόφου εκ του μέρους της στερεάς. Η άλλη η δυτικομεσημβρινή πλευρά ήτο προς την θάλασσαν. Αι δύο μαύραι σκιαί εκρύβησαν όπισθεν του βορεινού τοίχου και ο Γιάννης της Στάμαινας έσπευσε δρομαίος και τας παρηκολούθησε. Μετ' ολίγα βήματα τας αντίκρυσε πάλιν και πάραυτα εμετρίασε το βήμα.
Αφού δε ο Κροίσος έλαβε την βασιλείαν την οποίαν τω έδωκεν ο πατήρ του, κατεδίκασε τον άνθρωπον όστις είχε συνωμόσει εναντίον του να αποθάνη δερόμενος υπό γνάθους , και επειδή προηγουμένως είχε τάξει εις τους θεούς την περιουσίαν αυτού του άνθρωπου, αφιέρωσεν αυτήν τοιουτοτρόπως εις τους ναούς τους οποίους ανέφερα. Αλλά περί μεν των αναθημάτων αρκούσιν όσα είπομεν.
Οι αποκρυσταλλωμένες ιδέες μας για κάποιες συνήθειες των αρχαίων εξαγριώνονται εμπρός σε περιγραφές σαν αυτές που μας παρουσιάζουν τα καμώματα του Γνάθωνα. Μα για το επεισόδιο τούτο χωράει κάποια δικαιολογημένη εξήγηση: Ο Λόγγος ζωγραφίζει πιστά τη ζωή του τόπου του και ίσως και την εποχή του.
Εσκέπτοντο δε ότι πολύ ταχέως θα έπαυε και την παρωμοίαζον προς την τύχην του χωριδίου των, του οποίου η ζωηρότης διαρκεί όσον και η πανήγυρίς του — επί μίαν μόνην ημέραν, κατά την πέμπτην Νοεμβρίου.
Και μήπως δεν έφτανε τόσο μόνο; Εγώ που την αγαπούσα, που την ήθελα όλη για μένα, πώς να μείνω, πώς να χαρώ μισή την εφτυχία μαζί της; Και δεν τόβλεπα πως το νόμιζε χρέος της να με πάρη; πως η καρδιά της πολεμούσε και πονούσε; Η καλή μου, η καημένη μου η Μοιρίτα! Δεν έφταιγε εκείνη. Έτσι το είχε φέρει η τύχη.
Εγώ, πλησιάζοντας προς αυτήν και βλέποντας την μεγάλην της ωραιότητα, έμεινα ξηρός και ακίνητος εις την μέσην τους, μετά μάτια στεριωμένα επάνω εις αυτήν και με το στόμα ανοικτόν· η σύγχυσίς μου και η εντροπή μου που έλαβα, εις το να ιδώ την Ρετζίαν έδωσαν αιτίαν να γελάσουν όλες· εφαινόμουν τόσον έξω του εαυτού μου, και τόσον αντραλωμένος, που ημπορούσαν να στοχασθούν ότι ετρελλάθηκα· και κατά αλήθειαν η κατάστασις εις την οποίαν ευρισκόμουν ολίγον εδιάφερνεν από ένα αναίσθητον.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν