United States or Aruba ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ενώ ο Δαρείος ελάμβανε ρόδια και ήνοιγεν έν διά να το φάγη, ο αδελφός του Αρτάβανος τον ηρώτησε τι επεθύμει να είχε τόσον πλήθος όσοι ήσαν οι κόκκοι του ροδίου· τότε ο βασιλεύς απεκρίθη· «Προτιμώ να έχω τόσους Μεγαβάζους παρά την Ελλάδα υπήκοονΚαι ενώπιον μεν των Περσών με τοιούτους λόγους τον ετίμα· τότε δε τον άφησε στρατηγόν με ογδοήκοντα χιλιάδας άνδρας εκ του στρατού.

Αφ' ετέρου ήτο ευκολώτερον δι' Αυτόν ν' αποπέμψη το πλήθος, όταν θα έβλεπον ότι οι ίδιοι φίλοι και μαθηταί Του απεπέμφθησαν. Όθεν καθώς επήρχετο το σκότος, βαθμηδόν έπεισε το πλήθος να Τον αφήση, και όταν όλος σχεδόν πλην των ενθουσιωδεστέρων απήλθαν εις τας οικίας ή εις τας συνοδίας των, αιφνιδίως κατέλιπε τους λοιπούς, και έφυγεν επ' αυτών εις την κορυφήν του όρους μόνος διά να προσευχηθή.

Την παρελθούσαν Κυριακήν χ α ρ ά θ ε ο ύ, ως λέγει ο λαός· ήλιος λάμπων και θερμαίνων, ουρανός αθηναϊκός, και πλήθος φαιδρόν εις τους δρόμους. Την Δευτέραν άνεμος φοβερός, και την νύκτα θύελλα αληθινή, αναρπάζουσα τας καπνοδόχας των οικιών, εκριζούσα δένδρα και αναποδογυρίζουσα τας κεράμους των ορόφων. Την Τρίτην . . . αλλοίμονον εις όσους εξήλθον της οικίας των!

Την στιγμήν εκείνην εφάνη διερχόμενον εκείθεν λαμπρόν φορείον, το οποίον εβάσταζον τέσσαρες γιγαντόσωμοι άραβες. Δύο δρομείς προηγούμενοι του φορείου παρεμέριζον το πλήθος με τας ράβδους των κραυγάζοντες και ανοίγοντες χώρον εις αυτό.

Εν Αθήναις τη 24 Φεβρουαρίου 1880. Τι κόσμος! τι θόρυβος! τι οχλοβοή! Τι πλήθος συνωθουμένων εις τους δρόμους! Πόσοι και ποίοι μετημφιεσμένοι!

Πλήθος κόσμος σφιγγότανε στην πόρτα κι' ακόμα περισσότερο μέσα· μια πολύ ευχάριστη μουσική ακουότανε και μια ηδονική μυρωδιά κουζίνας τους έφτανε. Ο Κακαμπός πλησίασε στην πόρτα κι' άκουσε να μιλούνε περουβιανά· ήτανε η μητρική του γλώσσα· γιατί όλος ο κόσμος ξέρει, πως ο Κακαμπός είχε γεννηθή στο Τουκουάν, σ' ένα χωριό που δεν ξέρανε άλλη γλώσσα απ' αυτήν.

Η τολμηρά εμφάνισις του στρατού του Βελισαρίου, συμπράττοντος και του Μούνδου, έφεραν την αταξίαν εις το πλήθος και, ως συμβαίνει συνήθως εις τοιαύτας περιστάσεις, η μάχη μετεβλήθη μετ' ολίγον εις σφαγήν.

Αλωνάκια κροσσωτά, μακρυλαρίκια κρυσταλλόστρωτα, ριγωτά οργώματα, σχήματα λεπιδωτά έδειχναν απάνωκάτω τον δρόμο των ρευμάτων και των ανέμων την άψυχη ορμή. Και παντού ολόγυρα οι αρμενιστάδες πλήθος, με το μικροσκοπικό πανάκι και τον μικροσκοπικώτερον κυβερνήτη τους, αρμένιζαν και αρμένιζαν της γαλήνης αλάθευτα σημάδια. Ο ουρανός ψηλά σταχτογάλαζος άχνιζεν από το ηλιοπύρι.

Με ώθησεν ο πατήρ μου, μ' έσυρεν ο ναύκληρος, και πριν προφθάσω να λαλήσω ή ν' αντισταθώ, ευρέθην εντός της λέμβου κ' εγώ. Αι κώπαι εκινήθησαν αμέσως. Εστράφην προς την ξηράν να ίδω την μητέρα μου, και ενώ εστρεφόμην είδα καπνόν επί του λόφου και νέος τουφεκισμός ηκούσθη. Επί των βράχων το πλήθος συνεσφίγγετο και οι όπισθεν ώθουν τους πρώτους, έπιπτον δέ τινες ήδη εις την θάλασσαν.

Αλλ' η πλεονεξία και το φιλοχρήματον των Ιουδαίων ήτο τόσον επίμονον κακόν, ώστε ο Χριστός ηναγκάσθη να επαναλάβη και εκ δευτέρου την πράξιν, και τούτο τέσσαρας ημέρας προ του Πάθους Του. Γνωρίζομεν πόσον πλήθος συνέρρεεν εις την αγίαν πόλιν κατά την ενιαύσιον μεγάλην εορτήν.