United States or Taiwan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Στολίδια της πρύμης· είπε σιγά· στολίδια καραβιού·πάρτε το. Όλοι χλώμιασαν και χαμογέλασαν σύγκαιρα· όλοι τον κύτταξαν περίλυπα σα νάπαιρνε μαζί του την ελπίδα τους. Οι παπάδες μπήκανε στην εκκλησιά τρεχάτοι, γονάτισαν καταμεσίς και σήκωσαν τα χέρια σε δέηση. Ήμαρτον, Θε μου! μη μας συνεριστής!.... Το πλήθος άρχισε να σκορπά·Μα είσαι βέβαιος, γέρο Προβατά; τον ρώτησε λυπημένα ο Αρλετής.

Και το μέγεθος της δυνάμεως ενός τελείου ανδρός ανυπολογίστως είναι ανώτερον εν σχέσει προς την δύναμιν εκείνων, διότι μέγα πλήθος παιδιών θα εδέσμευεν αυτός ευκόλως, επειδή εις την αρχήν της ζωής των οι άνθρωποι κατά φυσικόν λόγον απορούν και αμηχανούν περί πάντων.

Όταν έλθη εις ηλικίαν επτά ετών μετά πολλούς πόνους, παραδίδεται εις τους παιδαγωγούς και τους γραμματιστάς και τους παιδοτρίβας, οίτινες το τυραννούσιν• όταν πάλιν αυξηθή, έρχονται οι κριτικοί, οι γεωμέτραι, οι καθηγηταί και πολύ πλήθος αυθεντών.

Το πλήθος εψιθύριζε κατ' αρχάς εναντίον του Ούρσου, όστις, διέσχιζε τα κύματα εκείνα του λαού ως πλοίον, αλλ' όταν μόνος ανήγειρε τον λίθον, τον οποίον τέσσαρες εκ των ισχυροτέρων μεταξύ των ανδρών εκείνων δεν θα ηδύναντο να μετακινήσουν, τον επευφήμησαν.

Εάν εν τοσούτω, η διασάλπισις της ιστορίας του λεπρού συνεπέφερε την ανάγκην βραχείας περιόδου αποκλεισμού, είνε προφανές ότι το πλήθος μικράν έδωκε προσοχήν εις την κατά Λευίτας ακαθαρσίαν, διότι, και εις τα ερημικά μέρη όπου κατέφυγεν ο Ιησούς, συνέρρευσαν προς Αυτόν πανταχόθεν.

και εντός ολίγου η Ακρόπολις εγέμισεν από φιλοσόφους, οι οποίοι καταλαμβάνουν θέσεις με θόρυβον. Παντού πήραι, γενειάδες, κολακεία, αναισχυντία, βακτηρία, λαιμαργία, συλλογισμός και φιλοχρηματία. Οι δε ολίγοι, οι οποίοι με το πρώτον κήρυγμα ανέβηκαν, έγιναν αφανείς και άσημοι, αναμιχθέντες εις το πλήθος των άλλων και ένεκα της εξωτερικής ομοιότητος δεν διακρίνονται.

Εβγήκεν ο Τηλέμαχος, και το κοντάρι εκράτει, και σκύλοι δυο γοργόποδες κατόπι ακολουθούσαν. αυτόν με χάρι αμίλητην περιέχυνεν η Αθήνη, και, ως προχωρούσ', εθαύμαζαν αυτόν όλα τα πλήθη. γύρω του συναθροίζονταν οι ανδρικοί μνηστήρες• 65 ωραία λέγαν, αλλ' ο νους ολέθρια μελετούσε, αλλά μέσ' απ' το πλήθος τους εσύρθη αυτός κ' επήγετο μέρος, όπου εκάθιζαν οι πατρικοί του φίλοι, ο Μέντορας, ο Άντιφος, και αντάμ' ο Αλιθέρσης• κ' επήρε θέσι• και όλ' αυτοί να μάθουν τον ερώταν. 70 και ο Πείραιος ο κονταριστής τον ξένον ωδηγούσετην αγορά, διαβαίνοντας την πόλι, κ' ήλθ' εμπρός του• ουδ' άργησε ο Τηλέμαχος τον ξένον ν' απαντήση. και πρώτος τότε ο Πείραιος προσφώνησεν εκείνον• «'Στο σπίτι μου, ω Τηλέμαχε, προβόδα ευθύς ταις δούλαις, 75 να σου αποστείλ' ογλήγορα τα δώρα του Ατρείδη».

Ήτο λυκαυγές της ημέρας, και πριν ή συναχθή το πλήθος εκάλεσεν ο Κύριος ενώπιόν Του τους μαθητάς, τους οποίους βαθμηδόν συνήθροισε περί Αυτόν. Μέχρι τούδε η σχέσις η συνδέουσα τούτους προς το πρόσωπόν Του φαίνεται να υπήρξε χαλαρά και μερική· και είναι αμφίβολον αν κατενόουν ούτοι την πλήρη σημασίαν της.

Εναντίον των δύο τούτων εδαφίων του κατά Ιωάννην επέπεσε πλήθος πολύ κριτικών, συζητητών και απίστων, ως άλλο «πλήθος πολύ τυφλών, χωλών, ξηρών, εκδεχομένων την του ύδατος κίνησιν». Αλλ' ημείς μη έχοντες την εξουσίαν να τους ρίψωμεν άκοντας εις την κολυμβήθραν, αντιπαρερχόμεθα, και παρακολουθούμεν απλώς τον Σωτήρα επισκεπτόμενον την Βηθεσδά.

Αλλά τι να σου είπω διά τας γνώμας των περί του κόσμου; Σου ομολογώ ότι όταν τους ήκουα καθ' εκάστην να ομιλούν περί ιδεών και ασωμάτων και ατόμων και περί κενών και να επαναλαμβάνουν πλήθος τοιούτων λέξεων, μου ήρχετο αναγούλα.