United States or British Virgin Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βραδέως και βαθμηδόν κατήρχετο το μεγαλοπρεπές άστρον της ημέρας· λαμπρός δε και αξιοθαύμαστος ήτο ο ποικίλος χρωματισμός των πέριξ συννέφων· άλλα εξ αυτών εφαίνοντο ολόχρυσα, άλλα κατακόκκινα και φλογώδη, και άλλα ιοειδή· ωραιοτάτη δε ήτο και η λεπτή επιχρύσωσις, την οποίαν αι δύουσαι ακτίνες επροξένουν εις τας κορυφάς των πέριξ ερυθριώντων βουνών.

Άμα εγνώσθη ότι ο Μουσταφάς διηυθύνετο εναντίον του Αρκαδίου, οι επαναστάται των γειτονικών επαρχιών συνηθροίσθησαν και απεφάσισαν, ίνα οι μεν επιτεθώσι κατά των πολιορκούντων το μοναστήριον Τούρκων, οι δε προσβάλωσι τους κατέχοντας την Επισκοπήν. ίνα ο Πασάς ανησυχών διά την τύχην του Ρεθύμνου, στενοχωρούμενος δε εν μέσω της αμύνης των πολιορκουμένων και της εξωτερικής επιθέσεως, αναγκασθή να λύση την πολιορκίαν, εις την οποίαν είχεν υποστή σημαντικάς απωλείας.

Ο Όμηρος όχι διά να ψέξη, αλλά διά να επαινέση τον Μηριόνην, τον ωνόμασεν ορχηστήν, και τόσον ήτο γνωστός και διεκρίνετο ούτος διά την χορευτικήν του τέχνην, ώστε όχι μόνον οι Έλληνες εγνώριζον τούτο, αλλά και αυτοί οι Τρώες, καίτοι εχθροί• και υποθέτω ότι το εμάντευον βλέποντες την ευκινησίαν και ευρυθμίαν με την οποίαν επολέμει και την οποίαν είχεν εκ της ορχήσεως.

Ο Μούρος βλέπων την Αμέρσαν να τρέχη προς την θύραν, εφαντάσθη, εν τω παραλογισμώ της μέθης του, ότι η αδελφή του ήθελε ν' ανοίξη την θύραν και τον παραδώση εις τους χωροφύλακας. Τότε τυφλός εκ μανίας, έσυρεν όπισθεν, από τα νώτα της οσφύος του, τροχισμένην μάχαιραν, την οποίαν είχε και ορμήσας εκτύπησε την αδελφήν του εις το πλευρόν όπισθεν κατά την δεξιάν μασχάλην.

Οι νικηταί τους κατεδίωξαν μέχρι τινός, επειδή δε επλησίαζε να νυκτώση επέστρεψαν διά τα ναυάγια και τα περισσότερα συνέλεξαν• ανέσυραν δε και τα δικά των, διότι και δικαί των νήσοι εβυθίσθησαν όχι ολιγώτεραι των ογδοήκοντα. Ανήγειραν και τρόπαιον της νησομαχίας μίαν των εχθρικών νήσων, την οποίαν εκάρφωσαν επί της κεφαλής του κήτους.

Και αφού επλήρωσε την επιθυμίαν της, είδε και εβαστούσεν ο καθένας ένα δακτυλίδιον, και τους τα εζήτησε· και ως τα έλαβε τους έδειξεν αυτή μίαν αρμαθιάν οπού είχεν ενενήντα οκτώ δακτυλίδια, εις την οποίαν αρμάθιασε και εκείνα τα δύο και έγιναν εκατόν· ύστερα τους λέγει· βλέπετε πόσα δακτυλίδια έχω, τόσους λοιπόν αγαπητικούς εχάρηκα, και επλήρωσα την όρεξίν μου, έως τώρα ωσάν και εσάς, εις το πείσμα και γινάτι του αδιακρίτου και σκληρού Τελωνίου, που με φυλάττει κλεισμένην εις εκείνην την κασέλαν μέσα εις το βάθος της θαλάσσης.

Αλλ' είναι φανερόν ότι η γυνή αύτη ήτο εκ της Ασίας και ότι ποτέ δεν ήλθεν εις την χώραν την οποίαν σήμερον οι Έλληνες καλούσιν Ευρώπην, αλλά μόνον από την Φοινίκην ήλθεν εις την Κρήτην και εκ της Κρήτης εις την Λυκίαν. Και ταύτα μεν αρκούσι περί του αντικειμένου τούτου· ημείς δε θα εξακολουθήσωμεν μεταχειριζόμενοι τα ονόματα τα οποία εγένοντο δεκτά.

Εις όσα δε χρειάζονται κατά νόμον ως στολισμός απέναντι των απογόνων και συγγενών και φίλων και συμπολιτών και διά την φιλοξενίαν την οποίαν εκτιμούν οι θεοί, και την διαχυτικήν ζωήν, την οποίαν θα προξενήση η εκτέλεσις όλων αυτών, όλα αυτά θα τα εκτελέση η εξέτασις των ίδιων νόμων, άλλοτε μεν πείθουσα, άλλοτε δε τιμωρούσα με βίαν και δικαιοσύνην τους μη ενδίδοντας εις τας συμβουλάς, και θα κάμη την πόλιν μας αξιομακάριστον και ευτυχή, εάν θέλουν και οι θεοί.

Εις προηγούμενον άρθρον περιέγραψα τους παρατόλμους πλόας του Νικολάου Σουρμελή και το θάρρος με το οποίον διέφυγε την ενέδραν την οποίαν του έστησεν ο Χόβαρτ προ του λιμένος της Σύρου. Σήμερον έχω να προσθέσω και άλλα τινά περί του βίου του ναυτικού εκείνου, όστις έδειξεν εις τον κόσμον ότι δεν εξέλιπεν ο ελληνικός ηρωισμός και ανεζωπύρωσε τον προς το Ελληνικόν ναυτικόν θαυμασμόν.

Συσσωρευμένοι οι αιχμάλωτοι ούτοι εντός χώρου κοίλου και στενού έμεναν κατ' αρχάς εκτεθειμένοι άστεγοι εις την πνιγηράν θερμότητα του ήλιου· επήλθαν κατόπιν αι δροσεραί νύκτες του φθινοπώρου και η μεταβολή αύτη επενήργησεν ολεθρίως επί της υγείας των, προ πάντων επειδή ήσαν αναγκασμένοι εντός του στενού εκείνου χώρου να εκπληρούν όλας των τας ανάγκας· εκτός τούτου τα σώματα των αποθνησκόντων, είτε ένεκα των πληγών, είτε ένεκα των μεταβολών του καιρού, είτε ένεκα άλλων ομοίων αιτίων, έκειντο εκεί φύρδην μίγδην και ανέδιδαν οσμήν ανυπόφορον, την οποίαν ηύξαναν περισσότερον αι βάσανοι της πείνης και της δίψης· διότι επί οκτώ μήνας έκαστος των αιχμαλώτων δεν ελάμβανεν άλλο, παρά μίαν κοτύλην ύδατος και δύο κοτύλας άρτου· τέλος ουδενός εκ των δεινών, όσα δύναται τις να υποστή εις τοιαύτην αιχμαλωσίαν, απηλλάγησαν.