United States or Bouvet Island ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο ξένος, λαβών το βρέφος εις τας χείρας και παρατηρήσας αυτό, εβεβαίωσε τον πατέρα μετά προφητικής πεποιθήσεως, ότι το νεογέννητον εντός ολίγου θέλει φέρει ευδαιμονίαν εις την οικογένειαν. Αναχωρών δε εξέφρασε την ευγνωμοσύνην του προς τον χωρικόν, και προς αμοιβήν τω υπεσχέθη ότι θέλει τω προμηθεύσει ανάδοχον.

Ο παππάς, ασκέρι λέγων, εννοούσε προφανώς την οικογένειαν του Φραγκούλα· αλλά τάχα μόνον τα παιδία, τα δύο μεγαλείτερα εκ των τεσσάρων; — καθόσον τα άλλα δύο τα μικρά, δεν θα ηδύναντο να κουβαληθούν εις διάστημα τριών ωρών οδοιπορίας χωρίς την μητέρα των. Ο Φραγκούλης ηθέλησε να βεβαιωθή. — Θάρθη μαζί κ' η μάνα τους; — Βέβαια . . . πιστεύω, είπεν ο παππάς.

Συνεφώνησαν επίσης να μη επιτρέπεται εις τον βασιλέα να λαμβάνη γυναίκα από άλλην οικογένειαν ειμή από τας των συνωμοτών. Όσον δ' αφορά την βασιλείαν απεφάσισαν τα εξής· εκείνος του οποίου ο ίππος, κατά την ανατολήν του ηλίου και καθ' ην στιγμήν αυτοί αναβάσαντες τους ίππους των εξέλθωσιν εις το προάστειον, ήθελε χρεμετίσει πρώτος, εκείνος να λάβη την βασιλείαν.

Ο Δημώναξ κατήγετο εκ Κύπρου, από οικογένειαν επιφανή, και διά την κοινωνικήν αυτής τάξιν και διά τον πλούτον.

Δεν γνωρίζομεν ακριβώς τας ιδέας που έχει περί της τέχνης της, γνωρίζομεν όμως τας ιδέας που έχει περί του φύλου της. Θέλει την γυναίκα ελευθερωμένην από την τυραννίαν του ανδρός, και την οικογένειαν βασισμένην επί αρχών αμοιβαίας αγάπης, αμοιβαίου σεβασμού και αμοιβαίας εργασίας. Προ πάντων το τελευταίον, διότι η εργασία εξασφαλίζει την οικονομικήν ανεξαρτησίαν, η οποία άγει προς κάθε άλλην.

Όλ' αυτά τα είχε σκεφθή ο κυρ-Δημάκης κατά τον πλουν της επανόδου του, πλην εγνώριζεν ότι δεν θα διαρκέσωσι πολύ. Τον ανησύχει μόνον η υπόσχεσις ην είχε δώσει να στεφανωθή την κόρην της γραίας Αχτίτσας, ήτις διά των ιταμών συγγενών της πολύ θα ηνώχλει αυτόν. Και ο κυρ-Δημάκης δεν ήτο εις θέσιν να σχηματίση οικογένειαν, ως έλεγε, φοβούμενος τα άγνωστον μέλλον.

Το έντομον, αφού έμεινε ολίγον επί της κεφαλής της, ανέβη, διά του αυτού εναερίου δρόμου, εις την οροφήν. Εξήγησα ευθύς το φαινόμενον εις την οικογένειαν, ήτις πολύ συνεκινήθη. Την αυτήν εκείνην βραδειάν, ο φίλος μας ο προξενητής ήλθεν εις το σπίτι με τον γαμβρόν και την επιούσαν εγένοντο επισήμως οι αρραβώνες της κόρης μου, μ' αυτόν, τον και σήμερον συζυγόν της

Αλγεινή υπήρξεν η είδησις και δι' ημάς, οίτινες την ανεκοινώσαμεν εις τον ατυχή ποιητήν, και διά τον πατέρα του. Ενώ ήρχιζε να προσμειδιά αυτώ η τύχη, διότι εκτός της μισθοδοσίας του και εκ των έργων του θα απελάμβανε και έμελλε ν' ανακουφίση την οικογένειάν του, επανήλθε εξαίφνης εις την οδόν της ατυχίας. Μετ' ολίγους δε μήνας εξεδηλούτο η υποσκάψασα την υγείαν του νόσος.

Αλλά αι άλλαι πάπιαι 'παρετήρησαν όλην αυτήν την οικογένειαν και είπαν μεταξύ των: — Βλέπεις εκεί! Μας ήλθε και αυτή με τα παπιά της, ωσάν να είμεθα ολίγαι εδώ. Και πω, πω! τι μούτρα έχει εκείνο το παπί της! Κακόν χρόνον να έχη ! Και μία πάπια ώρμησε και εδάγκασε το άσχημον παπί εις τον λαιμόν. — Άφησέ το, εφώναξεν η μάνα του· δεν πειράζει κανένα.

Πώς κατορθόνει ο ταλαίπωρος εκείνος οικογενειάρχης να οδηγή τρις και τετράκις της εβδομάδος την οικογένειάν του εις τα θερινά θέατρα, και να παρέχη αυτή απαραιτήτως την διασκέδασιν εκείνην, ης κάλλιστα εστερούντο άλλοτε οι αθηναίοι αστοί, — ότε δεν είχον αι Αθήναι Φάληρον και Απόλλωναήτις όμως κατέστη πλέον αναπόφευκτος εις την υγείαν των; Ουδ' αυτός ακριβώς το γνωρίζει.