United States or Liberia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο «Ασμοδαίος» δεν είνε μαρμάρινος και διά τούτο ζητεί συγνώμην παρά των αναγνωστών αυτού αν είνε σήμερον οπωσούν κόκκινοι οι οφθαλμοί του». Από του 16ου φύλλου ο «Ασμοδαίος» εκάλεσεν εαυτόν ουχί πλέον κωμικήν, αλλά σατυρικήν εφημερίδα. Αυτόθι τόμ. Α' σελ. 217. Βλ. Σύντομος απάντησις εις την «αλήθειαν περί της Εθνικής Βιβλιοθήκης» του Χ. Μελετοπούλου υπό Μιχαήλ Καρατζά πρώην κλητήρος αυτής.

Τότε ήτο απέραντος, διότι ήτο έρημος. Το πλοίον μας και δύο μικρά αλιευτικά πλοιάρια εκινούντο μόνα επί της εκτάσεως των ησύχων υδάτων του. Εκεί όπου σήμερον υψούται η μαρμάρινος προκυμαία του, η θάλασσα προχωρούσα ανεπαύετο επί βράχων γυμνών. Εκεί όπου εξαπλούται σήμερον πόλις ακμάζουσα και μεγάλα εργοστάσια με τας υψηλάς καπνοδόχους των, δεν έβλεπες ή άγονον γην και εικόνα ερημώσεως.

Η καπετάνισσα εκείνη, η αρχόντισσα, επεινούσε πλέον, βλέπουσα με κεχηνός το στόμα φθειρομένην ματαίως την τόσην του μεγάρου πολυτέλειαν, τα οποίον εμαύρισεν από τον πόνον του, θαρρείς, και αυτό, της ασβεστοκονίας του αποτριβείσης από τον ήλιον και τας βροχάς. Ο εξώστης, ο μαρμάρινος, ουδέποτε επεσκευάσθη· σημείον εύγλωττον της δεινής συμφοράς.

Μένει απαθής· όπως ο μαρμάρινος των Μουσείων και Μνημείων κόσμος με τας διαφόρους φυσιογνωμίας και καλλιτεχνικάς μορφάς του παρουσιάζει εις ημάς την ιστορίαν παρελθούσης εποχής, αλλά μένει πολλάκις απαθής θεατής της ερεύνης ημών με τας μαρμαρωμένας εκφράσεις και συγκινήσεις, ζηλοτύπως πολλάκις υπό το άφωνον μειδίαμα των Μορφών εγκλείων εντός του αρχαιοπινούς λίθου το μυστήριον του Παρελθόντος! ο οποίος εντούτοις και πόσα δεν λέγει εις την νέαν εποχήν και την έρευναν.

Βράδυ-βράδυ, μου λέγει ο φίλος μου ο Ιμάμης, άμα νυκτώση· θα σε πάρω να καταιβούμε κάτω μαζί, να ιδής μυστήρια και θαύματα, να ιδής τον παπά σας μέσα εις το άγιο βήμα υψηλός κι' ολόχρυσος να λειτουργά, ακίνητος σαν άγαλμα· να ιδής τον διάκο και αυτόν ολόχρυσον με τα ξανθά μαλλιά του ως την πλάτη να στέκη έξω εις τον χορόν ωσάν μαρμάρινος, ακίνητος.

Μια μέρα, ω φίλη, θα πάμε μαζύ στον ευτυχισμένον τόπο απ' όπου κανείς δε γυρίζει πίσω. Εκεί υψώνεται ένας μαρμάρινος άσπρος πύργος. Σε καθένα από τα χίλια παράθυρα του λάμπει αναμμένη λαμπάδα. Σε καθένα, τραγουδιστές παίζουν, και τραγουδάνε μελωδίες χωρίς τέλος. Ο ήλιος δε λάμπει εκεί, όμως κανείς δεν πεθυμάει το φως του. Είναι ο ευτυχισμένος τόπος των ζωντανών».