United States or Malaysia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έτσι είπε, και την άκουσε η κρουσταλλόκορφη Ήρα, και πάει ευτύς και συγυρνάει τα χρυσοστέφανα άτια, η Ήρα η αρχιθέαινα, του Κρόνου η θυγατέρα. Και μες στου Δία η Αθηνά το γονικό παλάτι χάμου αμολάει στο πάτωμα τ' αφράτο φόρεμά της, 385 ξομπλιό σκουτί, που κέντησε μονάχη μ' επιστήμη, και τα τσαπράζα βάζοντας του Συγνεφοσυνάχτη φορούσε τ' άρματα να βγει στη δακροδότρα μάχη.

Πίσω από τους κεντητούς μπερντέδες της σκηνής του κάθεται ο Αχιλλεύς, ντυμένος μυρωμένη φορεσιά, ενώ ο γκαρδιακός του φίλος με τη στολή του τη χρυσωμένη κι ασημωμένη ετοιμάζεται να πάη στη μάχη.

Η μάχη έγινε πεισματώδης και πάντοτε σώμα προς σώμα. Οι Αθηναίοι όμως τους εδέχθησαν με σταθερότητα και ήρχισε πάλιν η μάχη σώμα προς σώμα.

Ότε δε ο Γύλιππος έκρινεν ότι έφθασεν η κατάλληλος στιγμή, ήρχισε την έφοδον· ότε δε συνεκρούσθησαν οι δύο στρατοί, η μάχη εγίνετο μεταξύ των τειχισμάτων, όπου το ιππικόν των Συρακουσίων και των συμμάχων ουδεμίαν ωφέλειαν παρέσχεν.

Είπε, κι' ο λόγος δάγκασε τον Έχτορα στα σπλάχνα, και πήδηξε οχ' τ' αμάξι εφτύς αρματωμένος χάμου, και σιώντας τα διο στομωτά κοντάρια, ολούθε τρέχει 495 δίνοντας θάρρος, κι' άναψε πεισματωμένη μάχη. Γυρνάν οι Τρώες, τους οχτρούς με θάρρος αντικρύζουν, μα αχώριστοι κι' οι Δαναοί βαστούν και δεν τσακάνε.

Συ δε πώς φαντάζεσαι ότι φέρεται εις τον πόλεμον ο παράσιτος; Εν πρώτοις δεν εννοεί να μεταβή εις την μάχην αν προηγουμένως δεν προγευματίση, το οποίον είνε και του Οδυσσέως η γνώμη. Ούτος τωόντι λέγει, ότι οι μέλλοντες να πολεμήσουν πρέπει να γευματίζουν προηγουμένως και αν ακόμη η μάχη αρχίση από της αυγής.

Κατά την αυτήν εποχήν, περί τα τέλη του θέρους, οι Λακεδαιμόνιοι Ραμφίας, Αυτοχαρίδας και Επικυδίδας έφερον εις τας πόλεις της Θράκης επικουρίαν εξ εννεακοσίων οπλιτών, και φθάσαντες εις την εν Τραχίνι Ηράκλειαν ενήργησαν όσας ενόμιζον απαραιτήτους μεταβολάς. Ενώ δε ούτοι έμεναν ακόμη εκεί, έγινεν η μάχη της Αμφιπόλεως και ετελείωσε το θέρος.

Τότε ο λεβέντης Έχτορας της απαντάει διο λόγια «Μη με κερνάς καρδόγλυκο κρασί, καλή μου μάννα, μη μ' αποστάσεις κι' όρεξη δεν έχω πια για μάχη. 265 Σκιάζουμαι κιόλας μ' άνιφτα τα χέρια το φλογάτο κρασί στο μαβροσύγνεφο να στάξω γιο του Κρόνου· μήτε π' ακούστηκε ποτές παράκλησες του Δία να κάνεις μες στα αίματα χωμένος και στη λέρα.

Έτσι είπε, κι' άφριζαν κι' αφτοί ναν τους χτυπήσουν πίσω, 565 και πρόθυμοι στα πλοία ομπρός στήνουν χαλκένιο φράχτη· μα και τους Τρώες πύρωσε του Κρόνου ο γιος ο Δίας. Και τότες πάλι εκεί σφαγή αρχίζει απελπισμένη. 696 Λες δροσεροί κι' απλήγωτοι πως κι' Αχαιοί και Τρώες σε μάχη πρωτοσμίγανε· τόσο άγρια εκεί χτυπιούνταν!

Δεν είταν όμως πάλι κι ολομόναχος ο Χρυσόστομος μέσα στη μάχη του· είχε τους οπαδούς του κι αυτός.