United States or Vanuatu ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διότι συμφώνως μεν με αυτήν εδώ την απάντησιν, αν ειπώ ότι το ωραίον είναι χρυσός, καθώς παρατηρώ, δεν θα φανή διόλου ωραιότερον πράγμα ο χρυσός από το συκένιο ξύλον. Αυτήν όμως την φοράν πάλιν πώς ορίζεις το ωραίον; Ιππίας. Εγώ θα σου το ειπώ. Δηλαδή μου φαίνεται ότι ζητείς να λάβης μίαν τοιαύτην απάντησιν διά το ωραίον, ώστε αυτό να μη φανή ποτέ άσχημον εις κανένα. Σωκράτης.

ΝΕΑΝΙΑΣ Εγώ δεν σου χρωστώ, αν φόρο δεν επλήρωσες πεντακοσιοστό στην πόλι απ' τα χρόνια σου. Α' ΓΡΑΥΣ Μα τη θεά! μακάρι, να πέφτω να γλυκαίνωμαι με κάθε παλληκάρι. ΝΕΑΝΙΑΣ Αλλά εγώ με της γρηές αισθάνομ' αηδία, και δεν θα το δεχόμουνα ποτέ. Α' ΓΡΑΥΣ Ώ! μα τον Δία, με το στανιό τον κόπο θα λάβης, παλληκάρι μου. ΝΕΑΝΙΑΣ Και τάχα με ποιόν τρόπο;

Ομοιάζει με τον θρασύδειλον κύνα, όστις σου επιτίθεται άνευ λόγου, αρκεί δε μόνον να προσποιηθής, ότι κύπτεις ίνα λάβης λίθον εκ της γης, διά να φύγη ουρλιαζόμενος. Προσευχήθητι και οργίασε κατόπιν, διά να εννοήσης τι εστι προσευχή· οργίασε και προσευχήθητι, διά να εννοήσης τι εστι όργιον. Ουδέποτε ν' αμφιβάλης, ότι η αύριον δεν βραδύνει επί πολύ διά τα έθνη, τα προωρισμένα να ζήσουν.

Ω δίκαιε ουρανέ, εφώναξεν ο βασιλεύς εις τούτην την ομιλίαν· τι είνε τούτο που αγροικώ; σε εξορκίζω, ω αγάπη μου, μετάβαλε ετούτην την απόφασιν, το μετανοώ πως έλειψα από τον λόγον μου, σύγκλινε εις το να με συμπαθήσης, και σου τάσσω μεθ' όρκου, ότι εις το εξής να μη λάβης αιτίαν και κακοευχαριστηθής από εμένα.

Αρχίζεις με αστειότητας, ενώ πρόκειται να λάβης τον λόγον, και θα με αναγκάσης να σε προσέχω μην ετοιμάζεσαι να μας ειπής τίποτε αστεία από τα συνειθισμένα σου. Και ο Αριστοφάνης γελάσας: — Πολύ σωστά λέγεις, Ερυξίμαχε, και ας λογαριασθούν ως μη λεχθέντα όσα είπα.

Σ' ολίγο παύουν όλ' οι κόποι μου, και συ θα λάβης τον αέρα της ελευθερίας· για λίγο ακολούθα με, και υπηρέτησέ με.

Α’ ΜΑΓΙΣΣΑ Ερώτησέ μας! Β’ ΜΑΓΙΣΣΑ Λάλησε! Γ’ ΜΑΓΙΣΣΑ Απόκρισιν θα λάβης! Α’ ΜΑΓΙΣΣΑ Την θέλεις την απόκρισιν απ' τα 'δικά μας χείλη, ή θέλεις ανωτέρους μας; ΜΑΚΒΕΘ Να τους ιδώ! Ας έλθουν! Α’ ΜΑΓΙΣΣΑ Να αίμα μέσα σκρόφας, όπου έφαγε και τα εννηά παιδιά της, μία γέννα της· να κ' εις την φλόγα 'ξύγγι, όπου έσταξε από φονηά κρεμάλα. ΑΙ ΤΡΕΙΣ ΟΜΟΥ Έλα, πρόκαμε!

ΜΑΚΔΩΦ Τον κόπον μ' ευχαρίστησιν θα λάβης, το γνωρίζω, αλλ' όμως κόπος πάντοτε θα ήναι. ΜΑΚΒΕΘ Όχι, όχι! Οπόταν είν' ευχάριστος ο κόπος ξεκουράζει. Ιδού, η θύρα είν' αυτή. ΜΑΚΔΩΦ Θα έμβω μ' άδειάν σου. Μου το διέταξε. ΛΕΝΩΞ Λοιπόν ο βασιλεύς σκοπεύει ν' αναχωρήση σήμερον; ΜΑΚΒΕΘ Αυτός είν' ο σκοπός του. ΛΕΝΩΞ Τι νύκτ' απόψε τρομερά! Εις το κατάλυμά μας έρριξε κάτω ταις γωνίαις η βία του ανέμου!

Και διατί δεν απεφάσιζες ν' ανακόψης τον δρόμον σου και να επιστρέψης εις την πόλιν; Διότι σου εφαίνετο, ότι κάτι έβλεπες, κάτι απήλαυες εις το τοπίον αυτό, ενώ εκείνη, ήτις το εζωντάνευεν, είχε γείνει άφαντος προ πολλού. Και πότε πάλιν επροτίμας να λάβης την βορειοτέραν οδόν, την περιφερή, εκείθεν της λίμνης, διατρέχων όλον το Καβούλι με τους αγρούς και με τους αμπελώνας του.

Ο Βινίκιος είπε: — Θα σου δώσω ένα υπηρέτην, όστις θα φέρη μαζή του το απαιτούμενον ποσόν συ θα είπης εις τον Ευρίκιον, ότι είναι δούλος σου, και θα εγχειρίσης εις τον γέροντα τα χρήματα επί παρουσία του υπηρέτου. Εν τοσούτω, επειδή μου έφερες μίαν είδησιν αξιόλογον, θα λάβης ίσον ποσόν και διά τον εαυτόν σου. Ελθέ να ζητήσης απόψε τον υπηρέτην και τα χρήματα.