Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025
— Μία μόνη μου έμεινε! την ξεκάμνω εις τα δεκατέσσαρα και μισό! Α! πόσον βαθέως επίκρανε την ψυχήν μου η λέξις εκείνη: ξ ε κ ά μ ν ω! Τοσούτον λοιπόν άχρηστον και οχληρόν σκεύος είχα καταντήσει, ώστε ευτυχία ελογίζετο η απαλλαγή μου;
Ασθενής! αρκετά ασθενής! — Και δεν είναι τούτο διαφθορά; Μου είνε ιερά. Κάθε επιθυμία καταπαύει εις την παρουσίαν της. Δεν ξεύρω ποτέ τι αισθάνομαι όταν βρίσκωμαι πλησίον της· και με γιατρεύει από κάθε ταλαιπωρίαν, ταραχή και μελαγχολία, μόλις παίξη την πρώτη νότα. Καμμία λέξις περί της μυθικής μαγικής δυνάμεως της μουσικής δεν μου είναι απίθανος. Πόσον και το απλούν άσμα με συγκινεί!
Τα ψυχρά των χείλη εζητούσαν τα ιδικά μου. Επάθαινα δύσπνοιαν από το βάρος του πλήθους αυτού. Αηδία, την οποίαν καμμία λέξις εδώ κάτω δεν ημπορούσε να χαρακτηρίση, εφούσκωνε το στήθος μου και βαρείες αναθυμιάσεις μου επάγωναν την καρδιά. Ένα λεπτόν ακόμη και επείσθην ότι τα βάσανά μου θα ελάμβανον τέλος. Ησθάνθην σαφώς ότι το σχοινί ήρχισε να ξετεντώνεται.
Ήτο δε είδος αργυρού εγκολπίου, έχον εγκεχαραγμένα σύμβολα και μίαν λέξις. Τα σύμβολα παρίστων γλαύκα, θύρσον, και στέφανον δάφνης. Η λέξις, ην και αν είξευρε ν' αναγινώσκη, δεν θα ενόει πάντως ο Βράγγης, έλεγε κεφαλαίοις γράμμασι ΠΛΗΘΩΝ. Η ικέτις. Μίλιά τινα μακράν της Μονεμβασίας, έκειτο παρά τον αιγιαλόν, κατά τον ΙΕ' αιώνα, συνοικία τις αλιέων καλουμένη κοινώς Στάμπα.
Η λέξις θεοί τον έκαμε να συνέλθη ολίγον εκ της ταραχής και ανυψώσας τας χείρας εις τον ουρανόν ανεφώνησε: — Δεν επικαλούμαι σας, των οποίων τα ιερά καταρρέουν εις τας φλόγας, αλλά Σε! . . . . Συ είσαι ο μόνος εύσπλαγχνος. Συ ήλθες επί της γης ίνα διδάξης τους ανθρώπους το έλεος. Ευσπλαγχνίσθητι! Σώσον την Λίγειάν μου.
Η λέξις εκείνη, με τον καταπληκτικόν εκείνον αλλά και τρυφερόν τόνον της θείας φωνής, εισέδυ εις την καρδίαν της.
Η ατάραχος εκείνη λέξις μετέβαλλε το όλον ρεύμα της σκέψεως και του αισθήματος του θερμοκαρδίου μαθητού! Δεν έχω μέρος μετά Σου; μη γένοιτο Κύριε! «Κύριε μη τους πόδας μόνον αλλά και τας χείρας και την κεφαλήν». Αλλ' όχι, και πάλιν οφείλει να δεχθή ότι ο Χριστός θέλει, όχι κατά τον ίδιον τρόπον του, αλλά κατά τον τρόπον του Χριστού. Η νίψις όλου του σώματος δεν εχρειάζετο.
Της λύπης φόρος έπρεπε να ήν' οι σταλαγμοί σας, και κατά λάθος προσφοράν εις την χαράν τους χύνω· διότι ζη ο άνδρας μου, που ήθελ' ο Τυβάλτης να τον σκοτώση· και νεκρός είν' ο εξάδελφος μου που τον Ρωμαίον ήθελε να μου τον θανατώση. Παρηγοριά είν' αυτό· λοιπόν εγώ τι κλαίω; Ω! μία λέξις μ' έσφαξε, χειρότερη ακόμη κι απ' του Τυβάλτη την σφαγήν.
Όλοι εφαίνοντο ότι ευχαριστούντο διά την ευθυμίαν της Α. Μεγαλειότητος. — Και τώρα διά τας υποθέσεις μας, είπεν ο πρωθυπουργός, ένα πολύ πρόστυχο υποκείμενο. — Ναι, είπεν, ο βασιληάς, εμπρός, Χοπ-Φρωγκ, βοήθησέ μας. Πρόσωπα με χαρακτήρα, μικρό μου. Μας πρέπει χαρακτήρ εις όλους μας. Χα! χα! χα! Και σαν να ήτο αυτό θαυμάσια λέξις, όλοι οι επτά εξηκολούθησαν εν χορώ τα γέλοια.
— Ποιος; Ποιος την έρριξεν; έκραξεν ο Μάχτος περιβλέπων απειλητικώς. — Κανένα παιδί του δρόμου, είπεν ο ξένος, την έρριξε κ' έφυγε. — Α, αδελφή μου, είπεν ο Μάχτος, και υπό τον οίκτον ον εξέφραζεν η λέξις αύτη διέλαμπεν είδος τι χαράς. — Είνε αδελφή σου; είπεν ο ξένος. Αδελφή μου, απήντησεν ο Μάχτος. Σηκώσου, Αϊμά, να πάμε στο σπίτι. Σου πονεί πολύ;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν