Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025
Αλλά συ λέγεις· Ο υ α ί όχι μόνον δ ι' ο υ αλλά και ε ι ς ο ν τ ο σ κ ά ν δ α λ ο ν έρχεται, και πτύεις εις τον κόλπον σου τρις και σταυροκοπείσαι προς την κακολογίαν.
ΔΩΡ. Και διατί αυτά, εάν γνωρίζης τα καθέκαστα, αδελφή μου; ΘΕΤ. Ο πατέρας της Ακρίσιος την είχε κλείσει εις χάλκινον δωμάτιον διά να διατηρηθή εκεί παρθένον και άθικτον το κάλλος της• αλλ' έπειτα—δεν γνωρίζω δε κατά πόσον τούτο είνε αληθές — λέγουν ότι ο Ζευς μεταμορφωθείς εις χρυσόν έτρεξεν από της στέγης επάνω της• εκείνη δε δεχθείσα εις τον κόλπον της τον καταρρέοντα θεόν έμεινεν έγκυος.
Αλλά δεν εφοβείτο, είχε χώσει εις τον κόλπον των στεφομένων από έν μικρόν Τετραβάγγελον.
Οταν δε υπερεπληρώθη η πόλις από ανθρώπους, οι οποίοι είχον ήδη χάσει προηγουμένως νουν και καρδίαν και ουδόλως ωμοίαζαν προς λογικούς ανθρώπους και μόνον κατά την μορφήν διέφερον από τα πρόβατα, ο Αλέξανδρος καθήμενος με πολλήν ιεροπρέπειαν επί κλίνης εις μίαν μικράν οικίαν είχεν εις τον κόλπον του τον εκ Πέλλης Ασκληπιόν, ο οποίος ήτο υπερμεγέθης και ευτραφής, και τον άφινε να περιτυλίσσεται εις τον τράχηλόν του και να μένη έξω η ουρά του.
Αλήθεια, ήτο μικρό, πολύ μικρό· μέσα εις την τόση πείνα όπου είχαν, ποιος να φάγη να γιατρευθή και ποιος να φάγη να 'γειάνη; αλλ' από τίποτε, καλό κι' αυτό. . . Και η Μάρω έβαλε την χείρα εις τον κόλπον της και το εξήγαγε μετά χαράς. — Δικό σου, Γιάννο μου· είπε, προσφέρουσα αυτό εις τον αδελφόν της. — Ψωμί; α, όχι· είνε δικό σου. — Εγώ δεν πεινάω.
Οι δε Πελοποννήσιοι, επειδή οι Αθηναίοι δεν εισήρχοντο εις τον κόλπον και εις τα στενά, ζητούντες να παρασύρουν αυτούς και μη θέλοντας άνοιξαν τα ιστία άμα εξημέρωσε και τάξαντες τα πλοία ανά τέσσαρα παρέπλεον κατά μήκος των παραλίων των εντός του κόλπου, με το δεξιόν κέρας προπορευόμενον και τηρούντες την τάξιν την οποίαν είχον ότε ηγκυροβόλησαν· εις τούτο το κέρας έταξαν τα είκοσι πλοία τα άριστα πλέοντα, όπως, εν περιπτώσει κατά την οποίαν ο Φορμίων ήθελε νομίσει ότι έπλεον κατά της Ναυπάκτου και ήθελε σπεύσει προς βοήθειαν αυτής επαπειλουμένης, μη δυνηθούν οι Αθηναίοι να αποφύγουν την επίθεσιν των είκοσι πλοίων, τα οποία έπλεον έξω του δεξιού κέρατος, αλλά να περικυκλωθούν υπ' αυτών.
Αλλά των μακαρίων Σταύλων ιδού τα ηώα Κάγκελλα η Ώραι ανοίγουσιν, Ιδού τα ακάμαντα άλογα Του Ηλίου εκβαίνουν. Χρυσά, φλογώδη, καίουσι Τους δρόμους του αέρος Τα αμιλλητήρια πέταλα· Τους ουρανούς φωτίζουσι Λάμπουσαι η χαίται. Τώρα εξανοίγει τ' άνθη Εις τον δροσώδη κόλπον Της γης η αυγή· και φαίνονται Τώρα των φιλοπόνων Ανδρών τα έργα.
Ο Θηραμένης ισχυρίσθη ότι ο στόλος ούτος, προορισμένος διά την Εύβοιαν, δεν ήτο φυσικόν να εισέλθη εις τον κόλπον της Αιγίνης και να επιστρέψη να αγκυροβολήση εις την Επίδαυρον εκτός εάν προσεκλήθη προς τον σκοπόν, τον οποίον δεν έπαυε να επιρρίπτη κατά των τετρακοσίων, και προσέθετεν ότι δεν έπρεπε πλέον να μένουν ήσυχοι.
Ηρεύνησε δε εις τον κόλπον του και εξήγαγε μέγαν φάκελλον με πολλάς και ποικίλας σφραγίδας και γραμματόσημα. — Γράμμα, είπες, παππά, επανέλαβεν η Αχτίτσα, μόλις τότε αρχίσασα να εννοή τι της έλεγεν ο ιερεύς. Ο φάκελλος, ον είχεν εξαγάγει από του κόλπου του, εφαίνετο ανοικτός από το έν μέρος.
— Σχώρεσέ με, αδελφέ μου, για καλό τώκαμα, να μη σε γδύσουν . . . Σου χρειάζουνται τα λεπτά για να κυτταχθής, να γένης καλά . . . να ζήσης ακόμα, πολύ, πολύ! . . . Ο φθισικός είπεν «ευχαριστώ», έσφιξε το πορτοφόλι εις την παλάμην του, κ' εξέπνευσε. Μόλις απέδωκε την τελευταίαν πνοήν ο Θανάσης, και ο Στάθης ανέλαβε πάλιν το πορτοφόλι, και το έβαλεν εις τον κόλπον του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν