Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025
Πυκνό πυκνό κι' ολόμαυρο μελισσολόι πετιέται Μέσ' από βράχους και κρινιά, μέσ' από ερμιές και κήπους, Και τάνθη της βοσκολογά και πέρνει τον αχνό τους, Και διαλαλάει μ' ένα βοητό τον αναγαλιασμό του. Αναταράζονται η ερμιές, αχολογούν τ' αμπέλια, Λες κι' από κάθε πέτρα ορθή, λες κι' από κάθε βάτον Οπού στο χόρτο σέρνεται, κόρης κορμί φυτρώνει.
Προ πολλού είχε τελειώσει ο όρθρος, τινές δε των μοναχών λίαν πρωί είχον εξέλθει εις τους κήπους και τας αμπέλους προς εργασίαν. Ο μαυριδερός αρχηγός καθήσας σταυροποδητεί επί του μενδερίου και θωπεύων τον μαύρον αυτού μύστακα εζήτησε πάραυτα τον ηγούμενον.
Εξήλθον και οι τέσσαρες ευγενείς νέοι εις περίπατον, έξω εις τους κήπους του χωρίου, όπου ωραίαν τινά ημέραν και αι τέσσαρες ξανθαί αδελφαί, χαριτωμέναι κ' εύμορφοι «έβγαζαν το μετάξι», κομίζουσαι εντός κανίστρων εις τα μαγκάνια την άφθονον συγκομιδήν των κουκκουλίων των, εκεί όπου αι επιτήδειαι μαγκανάρισαι, βυθισμέναι μέχρι της οσφύος εντός λάκκου, με την μίαν χείρα ανακατόνουσι τα εντός εκτισμένης εκεί μεγάλης χύτρας βράζοντα κουκκούλια, ενώ με την άλλην γυρίζουσι μετά τέχνης τον μέγαν ξύλινον τροχόν του μαγκάνου, εν τω οποίω περιτυλίσσεται λεπτή και στίλβουσα ως χρυσός η λευκή και κιτρίνη μέταξα, των παρθένων παρισταμένων εν χαρά και υπηρετουσών.
Ο Βινίκιος έμεινε γονυπετής πλησίον της κλίνης, εν προσευχή. Η ψυχή του ετήκετο εις απεριόριστον έρωτα. Ελιποθύμησεν. Ο Θεοκλής εισήλθεν επανειλημμένως εις τον κοιτώνα. Πολλάκις ανασηκώνουσα το παραπέτασμα της θύρας, η Ευνίκη επρόβαλλε με την κατάχρυσον κεφαλήν της. Τέλος οι γερανοί, τους οποίους είχον ανεγείρει εις τους κήπους, ήρχισαν να κροτώσιν, αγγέλλοντες την αυγήν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ XXXV. &Περί αναπνοής&. &Φλέβες&. Αναπνοή — Εκπνοή. Ότε λοιπόν παρήγαγον πάντα ταύτα τα γένη οι ανώτεροι προς τροφήν ημών των κατωτέρων, ήνοιξαν οχετούς εις το σώμα ημών, όπως ορύττονται οχετοί εις τους κήπους, διά να ποτίζηται ως από ρεύμα πηγής.
Ημείς δε με απορίαν αντηρωτήσαμεν ποία ποτέ ομοιότης δύναται να υπάρξη μεταξύ ενός κήπου και ενός ανθρώπου ; — Μεγάλη, απήντησεν ο Γεροστάθης. Αι καλαί και ενάρετοι πράξεις, αίτινες στολίζουν την ζωήν των ανθρώπων, είναι τα καλά προϊόντα και τα ωραία άνθη τα στολίζοντα τους κήπους.
Ακουμπημένος ελαφρά σε λιγερόκορμο δέντρο ξέρω που θα κυττάζη και θα χαίρεται αληθευμένες της ζωγραφικές οπτασίες του. Σε τέτοια δόξα γιατί να τον ταράξη ο πόνος μου ; Γιατί να φυσήξη το παράπονό μου στους κήπους των ιδεών σου ; Γιατί να χύσω δάκρυ μέσα στη βρύση της αλήθειας ; Κύριε, ρίξε μου όλες σου της νύχτες στη μνήμη!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν