United States or Denmark ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τι μειδιά ; Με περιπαίζει μήπως ; Μη με γνωρίζη και είναι χαιρετισμός το μειδίαμα της; Ησθάνθην ταραχήν εις το στήθος και ερύθημα εις τας παρειάς μου, και μη προσέχων εις την εργασίαν μου έδωκα εις ένα αγοραστήν διπλάσιους ιχθύς του δοθέντος αντιτίμου. Αλλά, ιδών αμέσως το λάθος, εστράφην να τον κράξω.

Ήτο καιρός ν' αποφύγω το επίμονον φως του μαύρου αστέρος, όστις εδέσποζεν εις τον στενόν ορίζοντά μου, και καθίστα μαύρον τα σώμα μου και την σκιάν μου λευκήν. Και εστράφην έντρομος προς τα οπίσω, αναζητών οδόν φυγής, ότε ιδού και πάλιν το παράδοξον Φάσμα ορθούται ενώπιόν μου υπερήψηλον. Και ακούω λαλιάν, από μυστήριον γεμάτην: — Πού φεύγεις, πριν ακόμη ακούσης και πριν ίδης; Ελθέ μετ' εμού.

Περιεπλανήθην πανταχού διά να λησμονήσω· αδύνατον· μετά χρόνον δε μακρόν, ως οι αιώνες, επανήλθον και πάλιν εις το παλαιόν μέρος: Ουδεμία μεταβολή· τα πάντα ήσαν εις την θέσιν των, — και το άνθος μου και ο εκλεκτός του ακόμη. . Εδώ είνε η θέσις και ιδού η εικών. Περίεργος εστράφην, ω Διδάσκαλε και ανεζήτησα την παράδοξον εικόνα.

Τι θα συνέβαινε τότε δεν τολμώ ούτε να το φαντασθώ. Ήτο ωργισμένος εκείνος κ' εγώ ήμην έξω φρενών. Αλλ' αίφνης η φυσιογνωμία του μετεβλήθη. Δεν έβλεπεν εμέ. Υπεράνω της κεφαλής μου το βλέμμα του προσηλούτο εις τον ουρανόν, — προσηλούτο μετά τόσης εντάσεως, ώστε απορών εστράφην κ' εγώ προς τα οπίσω, ακολουθών διά των οφθαλμών την διεύθυνσιν του βλέμματος του αρχηγού.

Άμα εστράφην είδα όπισθεν μου, εις το κατώφλιον θύρας ανοικτής, νέον Τήνιον με την χείρα επί της ζώνης, τον ώμον επί της θύρας και την κεφαλήν εστραμμένην προς το παράθυρον. Τα ερωτικά βλέμματά του ήσαν δι' εμέ αποκάλυψις. Αι από των οφθαλμών της νέας ακτίνες διήρχοντο άνωθεν της κεφαλής μου, αλλά δεν ήσαν δι' εμέ, ούτε είχα επί του μειδιάματος το ελάχιστον δικαίωμα.

Ο Μίρτος, είπα κατά νουν! Αλλά δεν εστράφην οπίσω, δεν διέκοψα τον δρόμον μου. Έτρεχα και οι πυροβολισμοί εξηκολούθουν πυκνοί, και εσύριζον αι σφαίραι, και έβλεπα εμπρός μου την όχθην προς την οποίαν επλησίαζα, και ήκουσα δευτέραν κραυγήν όπισθέν μου... Ήμην ήδη παρά την όχθην.

Με ώθησεν ο πατήρ μου, μ' έσυρεν ο ναύκληρος, και πριν προφθάσω να λαλήσω ή ν' αντισταθώ, ευρέθην εντός της λέμβου κ' εγώ. Αι κώπαι εκινήθησαν αμέσως. Εστράφην προς την ξηράν να ίδω την μητέρα μου, και ενώ εστρεφόμην είδα καπνόν επί του λόφου και νέος τουφεκισμός ηκούσθη. Επί των βράχων το πλήθος συνεσφίγγετο και οι όπισθεν ώθουν τους πρώτους, έπιπτον δέ τινες ήδη εις την θάλασσαν.