United States or Japan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Που είναι ντροπή να γράψη κανείς την εθνική του γλώσσα, που η γλώσσα μας είναι βάρβαρη, ποιος Γραικός θα τολμήση πια σήμερα να το πη και ποιος Γραικός να τακούση; Με φαίνεται που πάλιωσαν αφτές οι ιδέες. Είναι ένας χωρατάς που κάμνουν κάποτες και να σας πω την αλήθεια άκουσα να με τον κάμουν και μένα. «Τι τάχατις; Τη γλώσσα του μάγερά μας θέλεις να γράφουμεΚαι βέβαια!

Αυτό είναι αληθές. Και λοιπόν; Άραγε δεν σου φαίνεται ότι τοιούτος είναι κάπως ο σκοπός του νομοθέτου; Πρώτον μεν να γράψη τους νόμους όσον το δυνατόν αρκετούς ως προς την ακρίβειαν. Βεβαίως είναι επόμενονπώς όχι; — να επιθυμή οποιοσδήποτε το τοιούτον.

Την αλήθεια τη λέω πάντα στα γράμματά μου, μαείναι κ' ένα μααναγκαίο κάποτες είναι να καταλάβη κανείς και με τι τρόπο την είπα. Και για να καταφέρη κανείς να γράψη εκείνο που θέλει να γράψη κι όχι άλλο, να πη την αλήθεια χωρίς να βρίση έναν άθρωπο που σου χαρίζει το βιβλίο του, μα και να του δώση να καταλάβη πως το βιβλίο δεν αξίζει και πολύ, είναι κάμποση δουλειά και κόπος.

Την καθαρέβουσα ο καθένας μπορεί να τη γράψη, και κατάντησε τόσο πρόστυχη γλώσσα, που είναι αηδία. Εμείς όμως είμαστε λίγοι. Κατωρθώσαμε πράματα μεγάλα. Ποια είναι αφτά; Τούτα δα, που γράφουμε την εθνική γλώσσα, εκείνη τη γλώσσα που ο λαός όλος την ξέρει και τη μιλεί δίχως λάθος, κι όμως γενήκαμε ένα είδος αριστοκρατία. Τώρα μάλιστα βγήκαμε και της μόδας.

Κι αν καλοκάθιζε κάποτες, είτανε για να γράψη στους δικούς του. Στην κάμαρά του απάνω από το μαγαζί ποτές δεν ανέβαινε, παρά για να κοιμηθή. Αυτή είταν η ζωή του χρόνια πολλά. Ζωή που μπορούσε την ψυχή του ανθρώπου να την καταντήση λυχνάρι μισόσβεστο, άγραφη πλάκα να τον κάμη το νου, θρύμματα την καρδιά, καράβι καθισμένο τον άνθρωπο.

Ούτοι είνε αληθές ότι δεν απαγγέλλουν τραγωδίαν,— θα ήτο μικρότερα παραφροσύνη, αν με ξένους στίχους ουχί ασχήμους επεδεικνύοντοαλλ' αφ' ότου ήρχισεν ο εξακολουθών πόλεμος κατά των βαρβάρων και συνέβη η ήττα εις την Αρμενίαν και ηκολούθησαν αι συνεχείς νίκαι, δεν έμεινε κανείς ο οποίος να μη γράψη ιστορίαν? όλοι έγειναν Θουκυδίδαι και Ηρόδοτοι και Ξενοφώντες, ούτως ώστε να αληθεύη εκείνο το οποίον είπεν ο φιλόσοφος , «ο πόλεμος είνε των όλων ο πατήρ», αφού τόσους συγγραφείς εγέννησε διά μιας.

Εζήτησε να γράψη ένα ιστορικόν μυθιστόρημα εις το σχήμα των Βυρωνείων αφηγήσεων κ' έγραψεν ένα υποδειγματικόν μυκτηριστικόν βιβλίον, ένα βιβλίον γεμάτον από υγείαν, από θελκτικήν κακεντρέχειαν, ανοικτόλογον, ένα βιβλίον ελευθερόστομον, του οποίου όμως η ελευθεροστομία αρκείται εις τας γενικότητας και δεν καταφεύγει εις τας εκνευριστικές λεπτομερείας του πορνογράφου . . ..

Όστις γράφει διαθήκην διαθέτων τα πράγματά του και είναι πατήρ τέκνων, πρώτον μεν όποιον από τους υιούς κρίνει άξιον να γίνη κληρονόμος του ας το γράψη. Από δε τα άλλα του τέκνα, εάν μεν παρέχει κανέν εις άλλον προς υιοθεσίαν και εκείνος το δέχεται, ας γράψη και αυτό.

Ήθελα να διούμε μαζί τι μπορεί να μας μάθουν τα μεσαιωνικά κείμενα, τι αξία έχουν αφτά τα κείμενα, και να συλλογιστούμε αν είναι τρόπος να γίνη πρώτα καμιά Γραμματική, ύστερα κανένα Λεξικό της νεοελληνικής. Αν είχε κανείς να γράψη την ιστορία της γλώσσας μας, έπρεπε να καθήση να τη γράψη στην Πόλη. Καλήτερος τόπος δεν υπάρχει για τέτοιο έργο.

Έν ωραίον γραφείον με κάθισμα επάνω με μικράν βιβλιοθήκην, με άλλας θέσεις, εις τας οποίας υπήρχον τετράδια, κονδυλοφόροι, μολυβδοκόνδυλα και ό, τι της εχρειάζετο διά να γράψη. Μητερούλα μου, είπεν η Ανθούλα, συ είσαι και εις το όνειρόν μου και εις το ξύπνημά μου η καλή Νεράιδα. Πόσον ευχάριστα θα μελετώ εις την ήσυχη αυτή γωνιά! — Διάβασε και τι έχω χαράξει εκεί επάνω που θα γράφης!