United States or Estonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κάποια κούραση κατέβαινεν ως τα βλέφαρά του και του τα χαμήλωνε σε κλείσιμο. Αισθανότανε το άτομό του βυθισμένο στη λύπη, και τον εαυτό του χαμηλωμένο από την ταπείνωση.

Ο Βινίκιος αισθανθείς αυτήν πλησίον του ήνοιξε τους οφθαλμούς και εμειδίασεν· εκείνη του εχαμήλωσεν ελαφρώς τα βλέφαρα διά της χειρός της, ως εάν ήθελε να τον υποχρεώση να κοιμηθή. Τότε ησθάνθη ότι κατελαμβάνετο από μεγάλην ευχαρίστησιν, ενώ συγχρόνως η αδυναμία του ηύξανεν. Όταν ενύκτωσε πλέον εντελώς, ο Βινίκιος κατελήφθη υπό ισχυρού πυρετού και ωνειρεύθη.

Εγονυπέτησε πλησίον της και θέσας ελαφράν την χείρα επί του λατρευτού μετώπου της, είπεν: — «Ο Χριστός σε έσωσε και σε απέδωκεν εις εμέ! Λίγειά μου». Τα χείλη της Λιγείας εκινήθησαν εκ νέου εις ένα ακατανόητον ψίθυρον. Τα βλέφαρά της εκλείσθησαν και εβυθίσθη εις βαθύν ύπνον, τον οποίον ανέμενεν ο Θεοκλής και τον οποίον εθεώρει ως εξαίρετον σημείον.

Όσα δε έχουσι σκληρούς τους οφθαλμούς δεν έχουσι βλέφαρα και διά τούτο δεν έχουσιν ανάγκην να ανυψώσι κάλυμμα, αλλά βλέπουσιν ευθύς άμα δύνανται να βλέπωσιν . 15.

Και δεν είπε τίποτε άλλο μέχρι να έρθουν οι αδελφές της, η ντόνα Έστερ με το δάχτυλο έξω από τον κόμπο που έκανε το σάλι, η Νοέμι χλωμή και σιωπηλή με τα μενεξεδιά της βλέφαρα χαμηλωμένα. Ο Έφις δεν είχε το θάρρος να τις κοιτάξει.

Κ' έκλεισε τα μάτια κι από τα βλέφαρά της τρέξανε δάκρια. — Θα ξαναγίνουμε άλλη μια φορά ευτυχισμένοι, είπα και πήρα τα λόγια της σα μιαν υπόσχεση. — Ναι, ναι, αποκρίθηκε γοργά. Το καλοκαίρι. Με άκουγε κει που της μιλούσα για τις χαρές της νιότης μας και για τα νησιά, που μας είτανε το πιο αγαπημένο μέρος για το καλοκαίρι.

Όλη η αισχύνη των κατ' Αυτού χλευασμών, όλη η αγωνία της βασάνου Του, υπήρξαν ανίσχυρα, πέντε ημέρας ύστερον, ν' αποσπάσωσιν απ' Αυτού ένα γογγυσμόν, ή να υγράνωσι τα βλέφαρά του μ' έν δάκρυ· αλλ' εδώ, όλος ο οίκτος όστις ήτο εντός Του κατεκυρίευσε την ανθρωπίνην ψυχήν Του, και ου μόνον έκλαυσεν, αλλ' ερράγη εις πάθος σχετλιασμού, εν ώ η φωνή πνιγομένη εφαίνετο παλαίουσα ίνα εξέλθη.

Δεν απεφάσιζα να εισέλθω εις τον ιδικόν μου, ιδών ότι εις Νεάπολιν απέκτησα ως σύνοικον Ιταλόν ευτραφή, μετά του οποίου δεν επεθύμουν να συνάψω γνωριμίαν υπό τοιαύτας περιστάσεις. Εκάθισα επί του κύκλω της τραπέζης θρανίου, εστήριξα τους βραχίονας επί της τραπέζης, επί δε των βραχιόνων την κεφαλήν, και ησθάνθην τον ύπνον καταβαίνοντα εις τα βεβαρημένα βλέφαρά μου.

Ποθείτε ανακούφισιν, ανάπαυσιν. Το αισθάνεσθε, και κατακλίνεσθε τέλος, καλούντες εκ μέσης ψυχής τον παρήγορον ύπνον επί τα βλέφαρά σας.

Εδοκίμασε να δώση μίαν κουταλιάν, εις τα χείλη του μωρού. Το μικρόν εγεύθη το ρευστόν, και μετά μίαν στιγμήν πάλιν το εξέρασε. Η λεχώνα εκινήθη επί της χαμηλής και στενής κλίνης. Φαίνεται ότι δεν εκοιμάτο καλά. Ήτο μόνον ναρκωμένη, και είχε κλειστά τα βλέφαρα. Ήνοιξε τα όμματα, ανεσηκώθη δύο ή τρεις δακτύλους άνω του προσκεφάλου, και ηρώτησε·Πώς πάει, μάνα;