Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Ιουλίου 2025
Ότε είδα τους δύο γέροντας τοσούτον συγκινημένους ησθάνθην εν εμαυτώ αίσθημα απερίγραπτον, απερίγραπτον τοσούτω μάλλον, καθόσον ήτο αόριστον και συγκεχυμένον. Ησθάνθην ως να εγίνετο πλατύτερον το στήθος και υψηλότερον το σώμα μου. Αλλ' ήτο στιγμιαίον και παροδικόν το αίσθημα. Ίσως δε, ίσως γράφων τώρα, περιγράφω μάλλον τι ηδυνάμην να συναισθανθώ τότε, ή ό,τι πραγματικώς και ακριβώς συνησθάνθην.
Αλλ' όμως έτρεφεν αόριστον ελπίδα, ότι θα εύρισκεν ίσως ξενίαν εις καμμίαν μάνδραν ή καλύβην βοσκού, και τότε τα βότανα θα τα επρόσφερεν εις την σύζυγον του φιλοξενούντος ως μικρόν αντάλλαγμα. Το περισσότερον όμως, θα το έκαμνε διά να περάση η βαρεία ανία, ήτις εβασάνιζε την ψυχήν της.
Ο νέος την εκύτταζε κατάμματα. — Έχε υπομονή, και θα σε βγάλω απ' την απορία. Τώρα θα την ιδής να βάλη πλώρη το Τραχήλι. — Πώς το ξέρεις; είσαι μάγισσα; — Ναι, είμαι...είμαι μάγισσα! είπεν αύτη εν πεποιθήσει. Ο Μαθιός ησθάνθη αόριστον φόβον εις το σπινθηρίζον βλέμμα της. Την ιδίαν στιγμήν, η σκαμπαβία εστράφη οριστικώς προς ανατολάς, κ' επανέλαβε ταχύτερον τον δρόμον της.
Αληθώς, ο Μανώλης την τρικυμίαν πολλάκις την περιεφρόνησεν, αλλ' αυτήν την φοράν ησθάνετο κάποιαν αόριστον αδιαθεσίαν. Έχωσε τα χέρια του εις της τσέπες του και διελογίζετο ως μετανοημένος εργάτης. Ο πνευματικός τού είπε να μη δουλέψη την ημέραν της Παραμονής, αφού μάλιστα η χιών διέκοψε πάσαν εργασίαν. Ήτο Παραμονή των Χριστουγέννων.
Την αγαπώ με όλην μου την ψυχήν! Ο Κ. Πλατέας ήκουσε την εξομολόγησιν με αόριστόν τι αίσθημα ηθικής στενοχωρίας. Ελυπείτο βλέπων την βαθείαν συγκίνησίν του φίλου του, τον εζήλευεν ίσως ολίγο διά το προξενούν την ταραχήν του αίσθημα, ηπόρει πώς δεν του εξεμυστηρεύθη προ της σήμερον τον έρωτά του, ηγανάκτει δε κατά του εαυτού του πώς να μη τον εννοήση και άνευ της εξομολογήσεως.
Αλλά τοιούτον μονόλογον ο Σαικσπείρος δεν θέτει εις τα χείλη του ήρωός του, ουδέ περιπίπτει εις το λάθος του να δώση σώμα και μορφήν εις ό,τι ώφειλε ν' αφήσει αόριστον και ασαφές. Εξ αυτών όμως των πρώτων του Μάκβεθ λέξεων διαβλέπομεν, ότι υφίσταται μυστηριώδης τις σύνδεσμος μεταξύ των Δαιμονίων του σκότους και των μυχίων αυτού στοχασμών.
Η πρώτη ελθούσα αυτώ ιδέα ήτο να αποταθή προς τους ιππείς και να ζητήση την βοήθειαν, ης είχεν ανάγκην. Ουδεμίαν αντίληψιν ή ανάμνησιν είχε των λόγων του αγνώστου, δι' ων υπηνίχθη διώκτας της μικράς κόρης επερχομένους. Αλλ' όμως συνέλαβεν αόριστον τινα φόβον, και εσκέφθη ότι ουχί παρά των διαβατών, οίτινες δεν είχον προφανώς τα μέσα, αλλά παρά των εν οίκω ώφειλε να ζητήση βοήθειαν.
Και σε ζητώ εις μάτην, ω Όνειρε, ίνα περιβάλης καν εκ νέου τον νουν μου με την ιδέαν την απατηλήν, και τον κόσμον με την αόριστον ομίχλην σου και το φως το ψευδές. Άφες να κλίνω τώρα την συντετριμμένην κεφαλήν επί του ερειπωμένου ανακτόρου, εις του οποίου τον θρόνον είχον αναβιβάση αναχωρών ευτυχή βασιλέα, ταφέντα και τούτον υπό τα άμορφα ερείπια.
Εκεί βλέπει εμπρός του, προπορευόμενος εκατόν βήματα αυτού δύο μαύρας σκιάς, να βαδίζουν κατ' ευθείαν προς το κοιμητήριον. Ήσαν δύο γυναίκες, η μία προφανώς μαυροφόρα, η άλλη με το χρώμα της νυκτός, εις το οποίον συνεχέετο το αόριστον χρώμα της μανδήλας της. Ο Γιάννης δεν τας ανεγνώρισεν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν