Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 22 Σεπτεμβρίου 2025
Διότι εις μάχην τινά των Αθηναίων προς τους αστυγείτονάς των της Ελευσίνος, πολεμήσας και αυτός και τρέψας τους εχθρούς εις φυγήν, απέθανεν ενδόξως· οι δε Αθηναίοι τον έθαψαν δημοσίαις δαπάναις εκεί όπου έπεσε και τον ετίμησαν πολύ.»
Θα ήμην ίσως μακράν των οικείων μου κατά τον θάνατόν μου, εις ξένους, — πότε και πώς, δεν ήτο δυνατόν να το ενθυμηθώ — και ήσαν αυτοί που με έθαψαν σαν σκύλλον, κλειδωμένον εις το πρώτον τυχόν φέρετρον, και χωσμένον βαθειά-βαθειά, χωσμένον διά πάντοτε σε κάποιον κοινόν τάφον, εις κάποιον ανώνυμον τάφον.
Και επί τινα μεν χρόνον ετρέφετο εκεί και ο νικητής τον επεριποιείτο κάλλιστα· αλλ' επί τέλους οι Αιγύπτιοι τον εμέμφθησαν ότι αντέβαινεν εις την δικαιοσύνην τρέφων τον ασπονδότατον εχθρόν και εαυτού και εκείνων. Τοις τον παρέδωκε λοιπόν, αυτοί δε τον έπνιξαν και τον έθαψαν εις τα μνημεία των προπατόρων του.
Εν τούτοις έπεσε μετ' ολίγον εις την κατάστασιν αναισθησίας κατά το μάλλον και μάλλον απελπιστικήν, και τέλος έκριναν ότι είχεν αποθάνει. Επειδή ο καιρός ήτο θερμός, τον έθαψαν με μεγάλην ταχύτητα, εις έν από τα δημόσια κοιμητήρια. Η κηδεία του έγεινε την Πέμπτην. Την επομένην Κυριακήν είχε το κοιμητήριον επισκέπτας, ως συνήθως.
Εφονεύθησαν από μεν τους μετά του Καραϊσκάκη υπέρ τους εξήκοντα, εν οις μόνον είς αξιωματικός· των δε εχθρών η φθορά συμπεραίνεται μεν να έγεινε πολλά σημαντική, καθαρά όμως πληροφορία περί της αληθούς ποσότητος δεν υπάρχει, διότι, ως λέγουσιν, ο Κιουταχής, διά να μη γνωστοποιηθή η φθορά και φέρη δειλίαν εις τα στρατεύματά του, διώρισε και έθαψαν πολλά σώματα εις ένα και τον αυτόν τάφον.
— Δε χρειάζεται· του είπε ο Αλαμάνος με κρυφή χαρά· ξημέρωσε πια. Πέθανε· τον έθαψαν τον Αρχαιολόγο. Κ' έμειναν εκείνοι καλά κ' εμείς εδώ καλήτερα. 1903. Μπαμ!... εξάφνισε τον αντίλαλο του δάσου κ' έκοψε των πουλιών το λάλημα.
Πώς έσβυσε το κλέος του καθενός μεγάλου; τις ομιλεί ακόμη περί του μεγαλείου;... τι έγινε κι' η δόξα του ίππου Βουκεφάλου; τι έγινε κι' ο Δόρκων αυτός του Ηρακλείου; Πού έθαψαν κι' εκείνην του Βαρλαάμ την όνον; πού δε κι' η τρεφομένη από το Πρυτανείον;.... ίσως μετεμψυχώθη με την ροήν των χρόνων 'στους Έλληνας εκείνους των νέων καφφενείων.
Και αυτού εις τα μεσάνυχτα επέρασεν από σιμά της ένας κλέπτης Αράπης καβαλλάρης εις ένα άλογον. Αυτή βλέποντάς τον που απερνά του είπεν· όποιος και αν είσαι, σε εξορκίζω να με ελευθερώσης από τον θάνατον· με έθαψαν αδίκως ζωντανήν· δια το όνομα του θεού, ευσπλαγχνίσου με.
Ετέντωσε τα πτερά του και εκτυπούσε το κλουβί απελπισμένα· αντί να κελαδή γλυκά καθώς άλλοτε, έλεγε πι, πι, και ανεστέναζεν. Έπειτα έγυρε την κεφαλήν του και έσκασεν από λύπην και στέρησιν. Την αυγήν ήλθαν τ' αγόρια και ηύραν το πουλάκι ψοφισμένον και έκλαυσαν, Έκλαυσαν και έσκαψαν ένα μικρόν λάκκον και το έθαψαν και εφύτευσαν άνθη απ' επάνω.
Κι' όταν η αρμάδα έγεινε άφαντη, τότε το έμαθαν, κ' εγύρισαν πίσου στο νησί μας, για να θάψουν το Νικοτσάρα, που πέθανε κρατώντας με τα χέρια τ' άντερά του για να μη χυθούν, με τα δόντια την ψυχή του διά να μη φύγη. Κ' ήρθαν και τον έθαψαν, κάτου στο Λεχούνι, κοντά στην άμμο, στο γιαλό, και τότες του βγάλανε και τραγούδι.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν