United States or Ireland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αριστερά σε μακρινό διάστημα, επάνω από τους ζυγούς, εκεί που δεν έφτανε τα ανθρώπινο μάτι ήταν όμως ασήκωτος ο λογισμός του Θεού, στη χαρά και την ακολασία παραδομένα ούρλιαζαν τα Ιεροσόλυμα, τα άσμα των Προφητών και η λατρεία λαού μεγάλου. Απάνω εμοσχοβολούσεν ακόμη ο απέραντος αγρός από τους πόθους του Βοόζ και της Ρουθ την παρθενιά και κάτω έχασκεν η κοιλάδα στη χάρι τ' ουρανού αχόρταστη.

Αλλ' ως αναντίρρητον ότι ποιητής αυτοσχέδιος της μυροβλήτου στροφής υπήρξεν ο Διάκος, ούτω και αληθές ότι αφότου ευτύχησα ν' ακούσω το νεκρώσιμον άσμα, εγεννήθη εν τη διανοία μου η ιδέα του επομένου στιχουργήματος, ουδ' έπαυσα διαλογιζόμενος τίνι τρόπω να εξυμνήσω επαξίως τον γίγαντα της Δωρίδος και πώς να τελέσω μνημόσυνον υπέρ ψυχής πληρούσης απ' άκρου εις άκρον της φαντασίας μου το στερέωμα.

Εκτός του ψάλτου, το αρχέγονον εκείνο άσμα έτερπε και κάποιον άλλον, τον ημίονον, διότι μόνον κατά τας στιγμάς εκείνας ο Μανώλης ελησμόνει να τον βασανίζη. Αλλά τα βάσανα του ταλαιπώρου ζώου έπαυσαν μόνον όταν ήρχισεν η οικοδομή και ο Σαϊτονικολής επεφόρτισε τον υιόν του να «πουργεύη», να βοηθή δηλαδή τους κτίστας, παρασκευάζων την λάσπην και τον ασβέστην.

Απορώ δε και πώς συ, ο οποίος τόσον, ως γνωρίζω, αγαπάς τον Όμηρον και τον Ησίοδονδιότι θα επιστρέψω πάλιν εις τους ποιητάςτολμάς ν' αντιλογής προς εκείνους οίτινες υπέρ όλα επαινούν την όρχησιν. Διότι ο μεν Όμηρος, αναφέρων τα πλέον ευχάριστα και ωραιότερα των πραγμάτων, τον ύπνον, την ερωτικήν απόλαυσιν, το άσμα και τον χορόν, μόνον τον τελευταίον ωνόμασεν αμύμονα.

Εις του Φαλήρου την ακτήν και του θεάτρου τα εδώλια θα εύρη συχνότατα ο παρατηρητής ημών πολυπληθείς οικογενείαςπατέρα, μητέρα, θυγατέρας και υιούς, μικρούς και μεγάλουςπροσέχοντας εις το άσμα της σκηνής ή τρώγοντας παγωτά, ενώ βεβαίως ανεπαρκώς εγευμάτισαν.

Χορός δε από δεκαπέντε παιδιά και από άλλας τόσας κόρας να περικυκλώνη την κλίνην και να ψάλλουν ως ύμνον έν εγκώμιον εις τους ιερείς έκαστος χορός, και να τον μακαρίζουν με το άσμα ολόκληρον την ημέραν.

Και αυτοί νομίζω οι τρεις τέσσαρες οδόντες του π α τ ρ ό ς α ν δ ρ ώ ν τε θ ε ώ ν τε, οίτινες επένθουν άλλοτε εν ερημία την στέρησιν των αδελφών των, μετέβησαν εις εντάμωσιν εκείνων, και το άσμα του εφετεινού Διός ήτο άναρθρός τις φωνή, βαρεία μεν ως πάντοτε και ηχηρά, αλλά τίποτε περιπλέον. Φαντάσου την απογοήτευσιν των παλαιών του θαυμαστών.

Το πτέρωμα το βέβηλον του ρωμαϊκού αετού εσκίαζεν ήδη την Ιεράν Πόλιν· αλλά δεσπόζων των τειχών της, ήστραπτεν ακόμη ο μέγας Ναός, με τας χρυσάς στέγας του και τας μαρμαρίνους κιονοστοιχίας του, και ήτο ακόμη η Ιερουσαλήμ την οποίαν έψαλλεν ο Δαυίδ ο Βασιλεύς, και διά την οποίαν ελαχτάριζαν με τόσον πόνον οι εξόριστοι, παρά τα ύδατα της Βαβυλώνος, όταν έλαβον τας άρπας των από τας ιτέας διά να τονίσουν το θρηνώδες άσμα των.

Αρματωλός του Ολύμπου περί ου και το υπ' αριθμόν LXXXIX εν τη Πασσοβίω συλλογή δημοτικόν άσμα όπου διαλάμπουσιν οι τρεις επόμενοι στίχοι. Προσκύνα, Λιάκο, τον πασά, προσκύνα το Βηζύρη. Όσο είν' ο Λιάκος ζωντανός πασά δεν προσκυνάει· Πασά έχει ο Λιάκος το σπαθί, βηζύρη το τουφέκι. Ιωάννης Κοντογιάννης εκ Χαλικιοπούλων του Βάλτου, αρματωλός Υπάτης. Παρευρέθη και διέπρεψε κατά την εν Κερασόβω μάχην.

Αλλ' ότε η μήτηρ του, η αναγεννηθείσα αύτη εκ της αιφνιδίου χαράς γραία, αφού ετελείωσεν ο παις, συνεπλήρωσεν αυτή το άσμα, με μίαν τρεμουλιαστήν της αγάπης φωνήν τραγουδήσασα: Ν' ασπρίσης 'σαν τον Έλυμπο 'σαν τ' άσπρο περιστέρι, 'σαν το πουλάκι που κελαειδεί χειμώνα-καλοκαίρι.