United States or Brazil ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αναβήτε απάντη καρυά! ανεφώνησεν αίφνης η μήτηρ, ης οι οφθαλμοί έλαμπον εξ αφάτου χαράς, ως να έσυρεν αυτή την καμάραν. Ω μοίρα κατηραμένη της γραίας! Τι ήθελες τοιαύτην ιδέαν να εμβάλης εις τα ξηρά χείλη της;

Ετούτη η κατηραμένη εικόνα είνε η αιτία της θυσίας του· και ούτω λέγοντας έβγαλε την εικόνα της που την είχεν αυτός, και την έρριξε κατά γης με θυμόν, έπειτα εμίσευσεν· Ο Καλάφ επήρε την εικόνα της βασιλοπούλας που ήτον κατά γης, διά να την θεωρήση την ερχομένην ημέραν, επειδή τότε ήτον νύκτα.

ΤΡΟΦΟΣ Απελπίζεσαι, επειδή εσκέφθης να σκοτώσης την άλλην γυναίκα του ανδρός σου; ΕΡΜΙΟΝΗ Κατηραμένη η σκέψις μου, που ετόλμησα να το κάμω αυτό, εγώ η κατηραμένη, η μισητή εις τους άνδρας. ΤΡΟΦΟΣ Ο άνδρας σου θα σου συγχώρηση αυτήν την αμαρτίαν. ΕΡΜΙΟΝΗ Γιατί μου επήρατε το σπαθί από τα χέρια; Δόσε μου το, δόσε μου να περάσω το στήθος μου. Γιατί μ' εμποδίσατε να κρεμασθώ;

Ιδέ την το άνθος που λαχτάριζες, το 'μάδησεν εκείνος· ο Χάρος κληρονόμος μου, γαμβρός μου είν' ο Χάρος Αυτός εστεφανώθηκε την κόρην μου· και τώρα θα ξεψυχήσω, κ' εις αυτόν θ' αφήσω ό,τι έχω. Και η ζωή μου και το παν ανήκουν εις τον Χάρον! ΠΑΡΗΣ Τόσον καιρόν επρόσμενα να έλθη τούτ’ η 'μέρα, κι' αυτό το θέαμα εδώ μου έμελε να φέξη! ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Κατηραμένη, άτυχη, πικρή και μαύρη 'μέρα!

Ίσως κάλλιο να κλείσω τα μάτια μου, και να τη δώσω πρι να μας βγούνε και πομπές. Και πια τρέχα, γύρευε τότες! Αλλοίμονο μια και λείψη ο αληθινός ο στύλος από το σπίτι! Μεγάλο λόγο να μην ξεστομίσω, μα δεν την είχε ο μακαρίτης αυτή την κατηραμένη την περηφάνεια. Να ζούσε κείνος, θα το πέρναμε μαθές το χρυσόκαρδο αυτό παλληκάρι, και θα καταστάλαζε η ψυχή μας μια και καλή. Αντρίκιες φωνές και γέλοια.

Εξαπλώσου εις το χώμα, κόρη της Βαβυλώνος! άλεσε μόνη το άλευρόν σου! απόβαλε την ζώνην σου και τα σανδάλιά σου, σήκωσε υψηλά τα φορέματά σου, και πέρασε τους ποταμούς! Θα ανακαλύψουν το αίσχος, η ατιμία σου θα φανή. Οι κλαυθμοί σου θα σπάσουν τους οδόντας σου! Ο Παντοδύναμος βδελύσσεται την δυσωδίαν των εγκλημάτων σου! Σκάσε ως σκύλα, κατηραμένη, κατηραμένη!

Ζωή κατηραμένη, αν τόσοι σου αγώνες κοιλαίνουν και τας πέτρας ως ύδατος σταγόνες, μα συ θαρρώ πως είσαι το άσμα των Αγγέλων, συ το προχθές, το τώρα, και ίσως και το μέλλον. ΝΕΟΤΗΣ Η Νεότης είμ' εγώ η χαριτωμένη... όπου κήπος κυνηγώ και τα ρόδα του τρυγώ ασπροφορεμένη. Προς γελώντα ουρανόν πάντοτε γελώσα με πτερά πετώ χηνών και οι φθόγγοι των πτηνών η 'δική μου γλώσσα.

Συλλογιζόμουνα τα σκληρά λόγια : «Κατηραμένη η γη ένεκα σού». Το αίστημα εκείνου που είχα και κείνου που έβλεπα μου είταν τόσο δυνατό, ώστε φοβόμουνα να μιλήσω, για να μην προδώσω τη συγκίνησή μου με δάκρυα. Και προσπαθούσα να κρατήσω κιόλας τους συλλογισμούς μου να μην πάρουν τη μορφή του λόγου, για να μη φανώ αιστηματικός στη γυναίκα μου. Τέλος πήρα τη Γραφή και την έβαλα στην άκρη.

Σελλώσετέ μου τ' άλογα ευθύς! — Αχαριστία, ω στρίγλα μαρμαρόκαρδη, εις την καρδιάν μιας κόρης φρικωδεστέρα φαίνεσαι κι' από πελάγους δράκον! ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Τι έχεις; Σε παρακαλώ, αυθέντα, μη θυμώνης ΛΗΡ Κατηραμένη, ψεύδεσαι!

Του διαβόλου η γύφτισσα. — Δεν την μέλει τέσσαρα. — Έκλεψε και δεν θέλει να το πη. — Και τι ψεύτρα! — Μπροστά 'στά μάτια μας να πη φοβερό ψεύμα! — Τέτοιοι είνε, αυτοί οι Γύφτοι! — Κατηραμένη φυλή. — Κλέφταις και ψεύταις. — Άθεοι. Και το πλήθος διελύθη. Έκαστος δε απεκόμιζεν ως λάφυρον έν ράκος εκ του διαρραγέντος πέπλου της αθωότητος.