United States or South Georgia and the South Sandwich Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Διατί κλαίεις, κόρη μου; Διατί δεν έχεις πλέον φαιδράν την όψιν, αλλά προσήλωσας το βλέμμα εις το έδαφος και εκάλυψας το πρόσωπον διά του πέπλου σου; ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ω της δυστυχίας μου ! Πόθεν ν' αρχίσω λαλούσα ; Είναι τόσον εξ ίσου μεγάλα τα δεινά μου, ώστε και το τελευταίον ακόμη εξ αυτών ευλόγως διεκδικεί την πρώτην θέσιν.

Άλλως δε το υποζύγιον αυτών ήτο εκ των παρασημοφόρων εκείνων ζώων, των καταγομένων από του μακαρίου όνου, ον ανέβη ο Ιησούς, ότε εισήλθεν εις Ιεροσόλυμα, και επί της ράχεως του οποίου έμεινεν εγκεχαραγμένον κατά τον μεγάλον Αλβέρτον το σημείον του Σταυρού, όπως και η εικών του θείου προσώπου επί του πέπλου της Βερονίκης.

Και δίπλα εις το Τριμόρφι εκρέμαντο από καρφίον συνημμένα, εις τεμάχιον λευκού πέπλου τυλιγμένα, τα δύο στέφανα, τα στέφανα του γάμου. Α! ήρχοντο, ναι, ακόμα αι αναμνήσεις του γάμου, αλλ' ήρχοντο απαίσιαι, και κατ' άλλην όψιν.

Λοιπόν, ψυχή μου, θέλοντας πάρ’ και συ μέρος απ’ το κακό που αθέλητα έκαμ’ εκείνος και, ζωντανή, φιλάδελφο φρόνημα δείξε στον πεθαμένο· -κι ουδέ οι λύκοι θα γευτούνε τις σάρκες του οι λιμάντεροι· ας μην το βάλη κανείς στο νου του· γιατ’ εγώ, αν και γυναίκα, τάφο και χώσμα θα ’βρω τρόπο να του κάμω, φέρνοντας στου βυσσινιού μου πέπλου τον κόρφο να τον σκεπάσω· και μην πης αλλιώς πως θα ’ναι· τρόπο θα βρή το θάρρος μου για να το πράξη.

Διά του σχισθέντος πέπλου βλέπω προκεχαραγμένην την τροχιάν μου μέχρι του κρημνού όπου θα καταλήξη! Αλλ' όχι! Απατώμαι και ματαιοφρονώ. Ουδ' επί τοσούτον δύναμαι να καυχηθώ. Ο άνευ ελπίδος ζων γνωρίζει μόνον τι εστερήθη, γνωρίζει ότι θα διέλθη ημέρας αφωτίστους εκ του φωτός της ευτυχίας, αλλά δεν γνωρίζει ούτε δύναται να προΐδη τι εισέτι κρύπτεται εντός του έμπροσθεν αυτού σκότους.

Ο Απόστολος Πέτρος, θέλων να ίδη τον Νέρωνα, ήτο μεταξύ του πλήθους μετά της Λιγείας, καλυπτούσης το πρόσωπον διά πέπλου πυκνού, και του Ούρσου, του οποίου η ρωμαλαιότης παρείχεν εις την νεάνιδα προστασίαν ασφαλή. Ο Λιγειεύς έλαβεν ογκώδη λίθον, προωρισμένον διά την κατασκευήν του ιερού της Δήμητρας, και τον έφερε προς τον Απόστολον, όστις ανέβη επ' αυτού διά να ίδη καλλίτερον την παρέλασιν.

Τα παραπετάσματα της χρυσής εξέδρας ηνοίχθησαν πάραυτα, και εις το φως των λαμπάδων μεταξύ των θεραπαινίδων και ανθίνων εξ ανεμώνης στεφάνων η Ηρωδιάς επεφάνη, φέρουσα εις την κεφαλήν το στέμμα της Ασσυρίας, το οποίον έν λωρίον ως υποπωγωνίς εστήριζεν επί του μετώπου της. Η βοστρυχομένη κόμη της εξεχύνετο επί του ερυθρού πέπλου ο οποίος έπιπτεν επί των μακρών περιχειρίδων της.

Η χιονώδης λαίλαψ, εκ δυσμών προβαίνουσα προς ανατολάς, κατεκάλυψε νυν το πέλαγος και την ξηρόνησον αυτήν, ως με άχνην αναβράζοντος ατμού. Ήδη εξηφανίζετο και η Σκόπελος, μόλις διακρινομένη ως όπισθεν αραχνοϋφούς πέπλου. Ο καιρός ήτο «εις τον μάστορη» κατά την κοινήν έκφρασιν.

Ο Βινίκιος ανεκλίνετο πλησίον αυτής, πλήρης νεότητος, ρώμης, έρωτος. Και έπινε διαρκώς οίνον. Αλλά περισσότερον από τον οίνον, το θαυμάσιον εκείνο πρόσωπον, οι βραχίονες οι γυμνοί, το παρθενικόν της Λιγείας στήθος, και το σώμα εκείνο, το οποίον άφιναν να μαντεύη τις αι πτυχαί του χιονώδους πέπλου, τον εμέθυσκον περισσότερον.

Προς στιγμήν ενόμισεν αύτη ότι απηλλάγη του θηρίου, και αναλάμπει επί του προσώπου της η χαρά την πρόσκαιρον όμως ταύτην γαλήνην διαδέχεται και πάλιν ο σάλος και ο τρόμος, διότι ησθάνθη το πονηρόν ζωΰφιον εμφώλευον εις τας πτυχάς του πέπλου της, ον ρίπτει μετά φρίκης μακράν αυτής· αλλά ουχί, δυστυχώς, μετ' αυτού και την μέλισσαν την εισδύσασαν ήδη υπό την εσθήτα.