United States or French Polynesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν εγίνονταν αυτά, έκαμα ένα κορίτσι· μη θέλοντας να το αναθρέψω φτωχικά, αφού το στόλισα μ' αυτά τα σημάδια, το πέταξα, ξέροντας, ότι πολλοί πεθυμούνε να γίνουν και με τέτοιο τρόπο πατέρες.

Έτσι πήγαινε η δουλειά, όντας μια μέρα το μπεόπουλο της χώρας γυρίζοντας απ' το κυνήγι, πέρασε με τ' ασκέρι του απ' το μύλο κοντά το μεσημέρι. Ο μυλωνάς σα ραγιάς τους δέχτηκε χαρούμενος, θέλοντας μη θέλοντας. Έσφαξε καπόνια κι έστειλε στη χώρα για κρασί. Το μεσημέρι κάθισαν στην τάβλα το μπεόπουλο και τα συντρόφια του καμιά εικοσαριά.

Εις τους θέλοντας ν' ακούσωσιν εισέτι ομιλεί. Επηγγείλατο ότι θα είνε μεθ' ημών πάντοτε, έως της συντελείας του αιώνος, και δεν εύρομεν την επαγγελίαν Του διαλείπουσαν.

Διότι, θα του ειπούμεν, η απόκτησις από δίκαια και άδικα συγχρόνως είναι διπλασία παρά η απόκτησις μόνον από δίκαια, και τα έξοδα του μη εξοδεύοντος ούτε εις καλάς πράξεις ούτε εις αισχράς είναι διπλασίως ολιγώτερα από τους θέλοντας να εξοδεύουν εις καλάς πράξεις.

Παρέκει άλλο ερχόταν από μακριά ψηλό, φουσκωμένο, ακράτητο, ανεμοκυκλοπόδης πολεμιστής με τη φαρέτρα του γεμάτη από φαρμακερά βέλη, με την ψυχή μεστωμένη από πύρινο θυμό, ανυπόμονος να κάμη και να δείξη, θέλοντας να σκορπίση σκόνη τον εχθρό του.

Έτσι έχουνε να πούνε πως οι παλιοί ανθρώποι, που χρόνια τώρα τους έχει φάει το χώμα, και που μια φορά κ' έναν καιρό περάσανε στον απάνω κόσμο μεγάλα βάσανα και πάθη, σε αγάπες, σ' έχθρητες και σε πολέμους, θέλοντας να μη ξεχασθούν τα βάσανά τους, ξαναγυρίζουνε στον κόσμο κι' ανιστορούνε τη ζωή τους στους αλαφροΐσκιωτους ανθρώπους.

Μακράν του να νομίζω την πράξιν ταύτην ως αδικίαν, νομίζω μάλλον ότι εξαναγκάζομαι εις τούτο υπό δύο αναγκαίων αιτιών· υπό του συμφέροντος των Λακεδαιμονίων, οι οποίοι με όλην την προς αυτούς εύνοιάν σας δεν δύνανται να ανεχθούν περισσότερον να στέλλετε χρήματα εις τους Αθηναίους, και υπό του συμφέροντος των Ελλήνων, διά να μη σας έχουν ως πρόσκομμα εις την ελευθερίαν των διότι άλλως δεν ήθέλομεν πράξει ταύτα πρεπόντως, ουδέ οφείλομεν ημείς οι Λακεδαιμόνιοι να ελευθερώνωμεν τους Έλληνας τους μη θέλοντας, εκτός εάν πρόκειται περί κοινού τίνος αγαθού.

Παίζει το μάτι μ' το δεξί· μήπως την ανταμώσω; Θα γύρω δίπλα στη φτελιά και θε να τραγουδήσω κ' ίσως γυρίση να με 'δη· δεν είνε δα από πέτρα. Την Αταλάντη θέλοντας να πάρη ο Ιππομένης, παράβγηκε στο τρέξιμο κ' είχε στα χέρια μήλα, κ' ευθύς τον ερωτεύθηκε μόλις τον είδ' εκείνη.

Κι' όμως αυτός κ' η Κρέουσα με το να μείνουνε καιρό χωρίς παιδί, και θέλοντας για ν' αποχτήσουν ένα, εις το Μαντείο ήρθανε του Απόλλωνος κ' οι δυο. Φαίνεται πως δεν ξέχασε το γυιό του ο Λοξίας, κι' αυτόν το δρόμο έδωκε μονάχος του στην τύχη.

— Κ' ύστερα, τι απόγεινε; Πες μου τα όλα, σαν να είμαι πνεμματικός, γιατί εγώ, ξέρεις, τον περισσότερον καιρό έλειπα απ' την πατρίδα, και δεν τα παρηκολούθησα καλά. — Φαίνεται ότι δεν του είχαν καμωμένα μάγια, μόνο ο ίδιος είχε πέσει στον έρωτα, κ' η Αγία, σαν δεν ήτον από μάγια, δεν μπορούσε με το στανιό να του αλλάξη τα μυαλά, γιατί μοναχός του και θέλοντας έβαλε σεβντά μέσα του.