United States or Mauritius ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πριν κάμωμεν τον σταυρόν μας εσηκώθηκεν ο Κωστής. Αλλά το υποζύγιον θα επήγεν εκεί προς ανατολάς, εις το σύσκιον μέρος, ανάμεσα εις λόχμας και φράκτας, και δεν το εβλέπαμεν. Ανάγκη να τρέξη ο Κωστής, διά να το ανακαλύψη κάπου. Αλλά θα ήτο μεγαλειτέρα ευκολία, είς να κρατή το κηρίον, και άλλος να έχη τας χείρας ελευθέρας διά να συλλάβη το ζώον άμα το εύρισκε.

Και διευθύνας το υποζύγιόν του προς την κοίτην του ρεύματος, έφθασεν εις μέρος όπου είξευρεν ότι το ρεύμα εστένευε μέχρι δύο σπιθαμών πλάτους, εβίασε τον όνον του, όστις εκοντοστάθη και δεν ηθέλησε να πατήση εις τον νερόν, να υπερβή το ρεύμα, και έφθασεν έμπροσθεν του μύλου.

Η ώθησις είνε το παν· δόσε τοιαύτην και ενίκησες και τον κόσμον και την φύσιν. Η θετικωτέρα εκδήλωσις της σοφίας του Θεού, δεν είνε ούτε ο έρως, ούτε η φιλία, ούτε η μνημοσύνη· είνε η λήθη. Προτίμα ν' αγωνίζεσαι ισοβίως διά να φθάσης την Αρετήν, παρά να την καταβιβάζης, και ιππεύων επί των νώτων της, να την μεταχειρίζεσαι ως υποζύγιον κατά τας ορέξεις και τας ανάγκας σου.

Δεν εφαίνετο εις το σκότος ανάμεσα εις τα δένδρα. Αλλ' ηκούετο το βήμα του όνου, η βέργα η πλήττουσα τα νώτα αυτού και το κέλευσμα του αναβάτου «α! ντε, ντε! όξου», το οποίον ούτος απηύθυνε προς το υποζύγιον οσάκις διέκοπτε το προσφιλές άσμα, εις το οποίον ώφειλε και το παρατσούκλι, δι' ου τον είχε καλέσει η θεια-Συνοδιά.

Το ονάριον επάτει ως επάνω εις βαμβάκια στρωμένα, έτρεχεν, έτρεχε κι' ο παπάς καβάλλα . . . Έτρεχε κ' η συντέκνισσα απ' οπίσω απ' την ουράν, γνωρίζουσα με ελαφρά τινα επιφωνήματα και με μίαν βέργαν την οποίαν εκράτει, να κάμνη το υποζύγιον να τρέχη. Έτριζε το χιόνι υπό τα βήματα. Επήγαν από τον κάτω δρόμον, το ρέμμα-ρέμμα, όπου δεν είχε πιάσει πολύ το χιόνι.

Άλλως δε το υποζύγιον αυτών ήτο εκ των παρασημοφόρων εκείνων ζώων, των καταγομένων από του μακαρίου όνου, ον ανέβη ο Ιησούς, ότε εισήλθεν εις Ιεροσόλυμα, και επί της ράχεως του οποίου έμεινεν εγκεχαραγμένον κατά τον μεγάλον Αλβέρτον το σημείον του Σταυρού, όπως και η εικών του θείου προσώπου επί του πέπλου της Βερονίκης.

Ηκούετο ακόμη ο συνεχής συρμός όπισθεν της λόχμης από των βιαίως σειομένων θάμνων, ως όταν από στενής ατραπού δάσους διέρχεται υποζύγιον φορτωμένον. Μετ' ολίγον προσήλθον και αι άλλαι δύο θυγατέρες και ο γέρων με τα ραβδία του. Έφερον και το ονάριον και τους σάκκους των φύλλων. — Τι κάμνομεν! ηρώτησεν ο καπετάν-Θοδωρής. Ώρα να πηγαίνωμεν.

Εκ των ανθρώπων των διαφυγόντων από τα καταστραφέντα πλοία οι περισσότεροι συνελήφθησαν υπό των Τυρρηνών και των Καρχηδονίων, οίτινες τους εξέβαλον εις την ξηράν και τους ελιθοβόλησαν. Μετά το γεγονός τούτο παν ό,τι των Αγυλλαίων διέβαινεν από το μέρος όπου ελιθοβολήθησαν οι Φωκαιείς, είτε πρόβατον, είτε υποζύγιον, είτε άνθρωπος, εγίνετο άμορφον και παραλυτικόν.

Ο συνοδίτης των τριών αρχαιολόγων και του δημοδιδασκάλου, ο πέμπτος, νεανίας εικοσαετής, είχε, κατά το φαινόμενον, το αξιώτερον υποζύγιον υπέρ πάντας τους λοιπούς, υψηλόν όνον, εύρωστον, πλατυκόκκαλον, και υποκοκκινίζοντα το αφρόν τρίχωμα. Και όμως, αντί να τρέχη πρώτος, ήρχετο τελευταίος πάντων των συνοδοιπόρων.