United States or Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σα γερονίκος μου φαίνεται, κι ως τόσο με τη μόδα πηγαίνει κι αυτός. Έφυγε κι ο πατέρας, και τώρα δε βλέπουμε τίποτε. Καιρός μας να γίνουμε αέρας και να χωθούμε. Ίσια στης Κυρίας το &Μπουντουάρ&, εκεί που στέκεται ο παντοδύναμος θρόνος της, που τάχει όλα δικά της, που ψυχή δεν τολμάει να της αγγίξη βελόνι, μήτ' ο ίδιος ο άντρας της. Μα τη Βασίλισσα δεν τη βλέπω στο θρόνο της.

Ηκούσθησαν εις τον διάδρομον τα βήματα του γέροντος Αούλου, του Βινικίου, της Λιγείας και του μικρού Αούλου· αλλά πριν φθάση εκεί η ομάς, ο Πετρώνιος ηρώτησε πάλιν: — Πιστεύεις λοιπόν εις τους θεούς, Πομπονία; — Πιστεύω εις τον Θεόν, όστις είναι είς, Δίκαιος και Παντοδύναμος! απήντησεν αύτη.

«Ο Θεός, ως παντοδύναμος, ό,τι θέλει κάμνει, και δεν είνε καμμία δύναμις να τον εμποδίση. Ο άνθρωπος, ως ελεύθερος, ό,τι δεν θέλει, δεν κάμνει, και δεν είνε καμμία δύναμις να τον εμποδίση».

« Επίστευα ότι Θεός » Ήμουνα της Ηπείρου, » Και ο Χριστόςτα Γιάννινα. «'Σ τον κόσμο άλλος Μεσσίας » Ότι η Χάμκω τη 'μορφή » Πήρε της Παναγίας, » Και ότι δεν θ' απέθνησκα, » Θα ζω μέχρις απείρου.» « Πλην τώρα, τώρα πίστεψα, » Ότι ένας υπάρχει, » Και θα υπάρχη. Ένας Θεός. » Του κόσμου, Παντοκράτωρ, » Ύψιστος, Παντοδύναμος » Άγιος Πανδαμάτωρ » Ότι αυτός θα διοική » Τον κόσμο και θα άρχη

Πιστεύει εις ένα Θεόν, όστις είναι δίκαιος και παντοδύναμος, επανέλαβεν ο Πετρώνιος, όταν ευρέθησαν και πάλιν επί το φορείου, αυτός και ο Βινίκιος· εάν ο Θεός της είνε παντοδύναμος, είναι κύριος της ζωής και του θανάτου, και εάν είναι δίκαιος, πέμπει τον θάνατον δικαίως. Μα την ιεράν γαστέρα της Ίσιδος της Αιγυπτίας!

Ακουμπισμένος πας σ'αφτό λόγο να βγάλει αρχίζει 110 «Βλαστάρια τ' Άρη ξακουστά, Αργίτικα ξεφτέρια, ο Δίας μ' έχωσε βαθιά μες σε ζημιά μεγάλη, ο έρμος! πριν που μούταξε κουνώντας το κεφάλι, πως πριν μισέψω εγώ από δω, την Τρια θα την κουρσέψω, και τώρα γέλασμα κακό βουλήθηκε στο νου του, και στ' Άργος πίσω μού μηνάει να σύρω ντροπιασμένος 115 κι' ας έχασα τόσο λαό ... μα φαίνεται πως έτσι το θέλει ο παντοδύναμος του Κρόνου γιος, που ως τώρα πολλών χωρώνε γκρέμισε, κι' ακόμα θα γκρεμίσει, τα κάστρα· τι στο χέρι του να κάνει ότι τ' αρέσει.

ΜΕΦΙΣΤΟΦΕΛΗΣ Ελύσσαξε, βρε Φασουλή, το ασεβές σου στόμα. ΦΑΣΟΥΛΗΣ Αλήθεια το παράκαμα κι' ας βάλω πλέον κόμμα. ΜΕΦΙΣΤΟΦΕΛΗΣ Και τώρα σε παρακαλώ τι θέλεις παρ' εμού; πως είμαι παντοδύναμος ολίγον ενθυμού. ΦΑΣΟΥΛΗΣ Διά την προθυμίαν σου πολύ σ' ευχαριστώ, αλλά δεν θέλω τίποτε, καϋμένε Μεφιστό.

Έρωτας ο διπρόσωπος που κατά την περίστασι δείχνει μας στον κόσμο με αγγέλου φτερά ή με δαιμόνου νύχια, που μας υψώνει στον Όλυμπο ή μας γκρεμίζει στα Τάρταρα, αυτός παντοδύναμος τόρα έπαιζε στα χέρια την ψυχή του φίλου και την έκανε Μέδουσα. Αγαπούσε κ' εκείνος από τότε το Σμαρώ και ήξευρε τις ιδέες που βασιλεύουν δεσπότες τύρανοι στο νησί μας.

Ο τρανός τεχνίτης εφάνταζε μπροστά τους, μεγάλος και παντοδύναμος, κρατώντας ακόμη στα χέρια του τη δύναμη που ράγιζε τα λιθάρια και ημέρευε τα θηρία. Ο γέρος έβαλε τα δάκτυλα στις τρύπες του φλάουτου, τώφερε ανάλαφρα στο στόμα και κόλλησε τα χείλη του απάνω του σ' ένα φιλί μεθυσμένο, γεμάτο γλύκα και τρεμούλα. Σαράντα χρόνια είχαν να φιληθούν ο γέροΜπούμας με το φλάουτο.

Και επανέλαβε: — Έτσι που λες, γειτόνισσα. Εγώ τα κορίτσια μου τα άφησα εις τον Θεόν. Ο Παντοδύναμος θα τα οικονομήση. Η αιγλήεσσα αιθρία επανήλθε πάλιν εις το πρόσωπον της Γερακούλας. Ήδη η γειτόνισσα απεχωρίζετο. Έφθανεν εις το κτήμα της. Απεχαιρέτισε τας καλάς συντρόφους της, αίτινες έκλιναν ήδη προς το σκοτεινόν μέγα ρεύμα, και εισήλθεν εις το κτήμα της.