United States or New Zealand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Γιατί λοιπόν να μη γίνη καλά και το Βαγγελιό με την πίστη; Αυτή τη δύναμη επίστευα ότι είχα. Στην απόφαση που πήρα να θυσιασθώ για να σώσω την άρρωστη, αποφάσιζα χωρίς δισταγμό να γίνω μοναχός ή και ασκητής και να προσεύχωμαι νύχτα και μέρα για τη ζωή του Βαγγελιού. Αλλά μοναστήρι, δεν ήτο στην επαρχία μας.

Αλήθεια, είπεν ο Αρίγνωτος, και μ' εκύταξεν αυστηρώς, δεν πιστεύεις τίποτε από αυτά, ενώ τα βλέπει όλος ο κόσμος; Σας παρακαλώ, είπα εγώ, ν' απολογηθήτε δι' εμέ, διότι μόνος εξ όλων των άλλων δεν βλέπω τίποτε• αν έβλεπα θα επίστευα και εγώ όπως σεις.

Τι είναι τούτο που ακούω, εφώναξα; η Γαντζάδα της οποίας την σταθερότητα επίστευα όμοιαν με την εδικήν μου, η Γαντζάδα, είπα, υπανδρεύθη με άλλον άνδρα; Ήθελα να ακολουθήσω· μα μου ήλθε λιποθυμία και με εμπόδισε να ειπώ άλλο. Απεράσαμεν την νύκτα εις διάλεξες, ο νέος και εγώ.

Με τα δάκρυα στα μάτια έτρεχα και αγκάλιαζα όχι μόνον τους συγγενείς αλλά και κάθε συντοπίτη μου. Όλοι εφαίνονταν άγγελοι στα μάτια μου. Και οι πέτρες ακόμη επίστευα πως μ' εχαιρετούσαν και μου έλεγαν: Καλώς ώρισες, καλώς ώρισες! Οι άλλοι βέβαια είχαν περισσότερο δίκηο να ζητήσουν την πατρίδα. Καθένας είχε τους γονέους, τους συγγενείς, τους φίλους του.

Είναι και αυτή καθώς όλη αυτή η φάρα είπα μέσα μου, και ήμουν ερεθισμένος και ήθελα να φύγω· και όμως έμεινα, γιατί επιθυμούσα να την αθωώσω, και δεν το επίστευα και ακόμη ήλπιζα ένα καλόν λόγο της, και — ό,τι θέλεις. Εν τω μεταξύ γεμίζει ο κύκλος.

Διατί; Δεν διέτρεχε πλέον κίνδυνον. »Εάν δεν με ηγάπα, ηδύνατο να με απωθήση. Αλλ' αν με ηγάπα και εκείνη; Εάν ούτω έχη, έφευγε προ του έρωτος. Δεν θα ηρνούμην να πιστεύσω εις τον Χριστόν της. Τι μου στοιχίζει ένας Θεός περισσότερον και διατί δεν θα επίστευα εις αυτόν, εγώ όστις δεν πολυπιστεύω εις τους άλλους; »Αλλά φαίνεται ότι τούτο δεν αρκεί εις τους χριστιανούς.

Και ελυπούμην διότι διεψεύσθη μία ελπίς μου τόσον μεγάλη, ως να έχασα το ήλεκτρον εκ των χειρών μου, ενώ ήδη εσχεδίαζα με την φαντασίαν μου πώς και εις τι θα το μετεχειριζόμην. Αλλ' ακόμη περισσότερον επίστευα ότι θα εύρω εις τα μέρη εκείνα κύκνους πολλούς, κελαδούντας εις τας όχθας του ποταμού.

Για να ειπώ την αλήθεια τον ελυπήθηκα. Δεν επίστευα πως αγαπούσε τόσο το Σμαρώ. Σε τέτοια διαστρεμμένη ψυχή δεν επίστευα να χωρή τόση αγάπη. Και όμως εχωρούσε. Και ίσως όχι δαίμονας αλλ' άγγελος μυροφόρος είχε τον θρόνο μέσα του και τον έσπρωχνε ν' αλλάζη όλα στην «Άγια Μαύρα» μας, πρόσωπα και πράγματα.

Πόσον εμεγάλωσες! και τι ωραία που ομιλείς τώρα τα ελληνικά! Δεν θα το επίστευα, πώς ημπορούσες ν' απομάθης την αγγλικήν προφοράν σου. Εύγε σου! Τώρα είσαι αληθινή Ελληνίς! — Βλέπεις, εσπούδασα εις τας Αθήνας, είπεν η νεάνις μετά τινος στόμφου, τρία χρόνια ήμην υπότροφος εις της κυρίας Κ. — Τρία χρόνια εν Αθήναις, κ' εγώ να μη το γνωρίζω; — Και τι σας έμελε να το μάθετε! Καλέ δε βαριέσθε!

Βασιλέα μου, εγώ ελόγιαζα ότι εκαταδάμασα την εναντίαν μου τύχην, και επίστευα ότι με την αντάμωσίν σου θα έλαβαν τέλος οι δυστυχίες μου· μα αλλοίμονον εις εμένα, κάποιον δαιμόνιον φθονερόν της ευτυχίας μου ήλθε να μου την συγχίση.