United States or Svalbard and Jan Mayen ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλά μια μέρα δυο χελιδόνια πέταξαν μέχρι το Τινταγκέλ κ' έφεραν μια τρίχα από τα χρυσά μαλλιά σου. Πίστεψα ότι ερχόντανε να μου αναγγείλουν ειρήνη και αγάπη. Να γιατί πέρασα τη θάλασσα κι' ήρθα να σε ζητήσω. Να γιατί αντιμετώπισα το θερίο και το φαρμάκι του. Κύτταξε αυτή την τρίχα, ραμμένη μέσα στης χρυσές κλωστές του επενδύτη μου.

« Επίστευα ότι Θεός » Ήμουνα της Ηπείρου, » Και ο Χριστόςτα Γιάννινα. «'Σ τον κόσμο άλλος Μεσσίας » Ότι η Χάμκω τη 'μορφή » Πήρε της Παναγίας, » Και ότι δεν θ' απέθνησκα, » Θα ζω μέχρις απείρου.» « Πλην τώρα, τώρα πίστεψα, » Ότι ένας υπάρχει, » Και θα υπάρχη. Ένας Θεός. » Του κόσμου, Παντοκράτωρ, » Ύψιστος, Παντοδύναμος » Άγιος Πανδαμάτωρ » Ότι αυτός θα διοική » Τον κόσμο και θα άρχη

Εγώ έλεγα πως θα τη βρω εδωπέρα. ΦΛΕΡΗΣΑιωνίως μου φέρνεις τέτοια νέα. Αιωνίως. Μ-ΑΡΓΥΡΗΣΤι φταίω εγώ; ΦΛΕΡΗΣΜε κυνηγάει λοιπόν αυτή η γυναίκα; Δεν ξέρει πως δεν πρέπει να με ιδή; Γιατί λοιπόν μούδωκε το λόγο της; Αγκαλά λόγο περιμένεις απ' τις γυναίκες του είδους της! Φταίω γω που την πίστεψα αλλοιώτικη! . . . Τώρα τρέχει πίσω μου, μου κόλλησε σαν κολιτσίδα .. . Άκουσε, Αργύρη.

Εγώ όλα τα πιστεύω πια, μια και πίστεψα στον εαυτό μου. Και αυτό το χρωστάω στο Βενιζέλο. Του χρωστάω λοιπόν Τιμή και όχι Ανάθεμα». Το άρθρο μου αυτό, το κάπως προφητικό, που δε μου το υπαγόρεψε ούτε πολιτικός νους, ούτε διπλωματική γνώση και πείρα, μα απλούστατα μια πίστη σε ό,τι γινότανε τότε, το επιδοκίμασε ο Ίδας και με συνεχάρηκε γι' αυτό.

Θάνε πράμα αληθινό, που δε σου βγαίνει από το νου σαν τακούσης, πως δε γίνηκε τάχαμου κείνα τα χρόνια. Εγώ το πίστεψα σαν τάκουσα· και το πιστέβω όπως σε βλέπω. Θα πιστέψης και λόγου σου, για δε μπορεί τέτιος λόγος νάβγη του κουτουρού. Δε μπορεί να ειπωθή παραμύθι, και να ειπωθή ψέφτικη ξεστόρηση, που δεν έχει τον τόπο της, και δεν έχει το γιατί της. Ή πώς λες και του λόγου σου;...

Τι εννοείς; Φώναξα κι’ εγώ. «Δεν καταλαβαίνω». Δεν έχει σημασία, απάντησε, «πήγαινε πίσω από όπου ήρθες». Δεν ήθελε να προσθέσει τίποτα άλλο, και γεμάτος ερωτηματικά, γύρισα στο δωμάτιό μου στο παλάτι και πήγα στο κρεβάτι. Όταν ξύπνησα και σκέφθηκα την περιπέτειά μου, πίστεψα ότι την είχα ονειρευτεί και έστειλα ένα υπηρέτη να ρωτήσει αν ο πρίγκιπας είχε ντυθεί και μπορούσε να με δει.

Και πιστεύω πως έ ν α ς άνθρωπος μπορεί ναξίζει περισσότερο από τα πλήθη των ανθρώπων: Μ' αρέσει ο άνθρωπος, δε μ' αρέσουνε τα πλήθη με τη χοντροκοπιά τους. Έχουν βέβαια δύναμη τα πλήθη, αλλά και ο ένας άνθρωπος έχει δύναμη πιο τρανή και πιο όμορφη. Δεν πίστεψα ποτέ πως οι μεγάλοι άντρες έπεσαν από τον ουρανό, ούτε πως ξέρουν «εξ αποκαλύψεως» μυστικά που δεν τα ξέρει το πλήθος.

Στριφογύρισε λίγο σαν σβούρα με το χέρι στο σβέρκο και έπεσε μακριά από το μέρος όπου μου είχε επιτεθεί…. Πίστεψα πως το έκανε επίτηδες…. Περίμενα…. περίμενα… να σηκωθεί…. Έπειτα μ’ έλουσε κρύος ιδρώτας….. αλλά δεν μπορούσα να το κουνήσω από τη θέση μου…. Νόμιζα πάντα πως το έκανε στα ψέματα….. Και κοίταζα… κοίταζα… Έτσι πέρασε πολλή ώρα.