United States or Svalbard and Jan Mayen ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το χώνεμα όμως αυτό δεν είταν και δίχως τα δυσάρεστά του. Επειδή όσο και να χριστιανίζουνταν οι δικοί μας, τα συστήματά τους δεν μπορούσανε να χριστιανιστούν κι αυτά σε μια και σε δυο γενεές, μόνο περνούσανε μέσα στον καινούριο κόσμο σαν κρύφιο φαρμάκι μαζί με το αίμα τους.

Τι ώμορφη! έλεγε πολλάκις και η Θωμαή, θωπεύουσα μαλακά-μαλακά το ολόχρυσον εκείνο καλλιτέχνημα, με τας απαλάς της χείρας. — 'Σαν χρυσό φειδάκι, καλέ! Επανελάμβανε. — Φειδάκι που με φυλάει, έλεγε τότε ο Λαλεμήτρος μειδιών, φειδάκι που αντί για φαρμάκι με ποτίζει ζωήν. — Ποιος ξέρει ποια αμερικάνα θα σου την εχάρισε! Και διηγείτο τότε ο Λαλεμήτρος: — Ένας Εβραίος. Μου την επώλησεν ένας Εβραίος.

Και μέσα εκεί σαν σε λεβέτι αγάνωτο έβραζε και το ανακάτωνε για χρόνια ως που το έρριχνεν έξω φαρμάκι και χολή. Ο Ανέστης όμως δεν έδινε προσοχή σ' αυτόν τον χαραχτήρα του συντρόφου του. Όταν ήθελε να γελάσηκαι το ήθελε τόσο συχνά ο αγιοχώματος! — έλεγε τον λόγο του, αδιάφορο και αν επλήγωνε κανένα. Είχε να ειπή για τους Κεφαλλωνίτες όπως και για κάθε τόπο της Ελλάδας.

Μα τότες, όσο κι αν κρυφόχυνε το φαρμάκι της η τέχνη αυτή της ψευτοσύνης, δεν μπορούσε και να ριζώση καθώς ρίζωσε στο έθνος αργότερα, και τούπνιξε ό,τι ζωή του απόμνησκε, καθώς τα ρομάνια πνίγουνε γέρικα κι ακλάδευτα κλήματα. Θαρρείς και γέμισε τώρα ο Ελληνικός ο αέρας μύγες, κουνούπια, κι άλλα μαμούνια, αφού όλο τέτοια εγκώμιαζαν οι σοφοί εκείνοι. Και τι άλλο να σοφιστούν και να μελετήσουνε!

Ο βασιλεύς εξηκολούθησε να γυρίζη φύλλα, βρέχοντας πάντοτε το δάκτυλον εις το στόμα του, έως που άρχισε το φαρμάκι ολίγον κατ' ολίγον να κάμνη την ενέργειάν του εις το στόμα· αιφνιδίως ο βασιλεύς άρχισε να τρέμη και να παραλαλή ως σεληνιασμένος· του εσκοτίσθησαν τα μάτια, και τέλος πάντων εκρημνίσθη από τον θρόνον εις την γην.

Αλλ' ούτος εν τη λυπηρά εκείνη στάσει του, εντροπαλός, συνεσταλμένος, έστρεφε τους οφθαλμούς από της καλλίστης εκείνης γυναικός μετ' αηδίας κ' εξέσχιζε διά των ονύχων τας παρειάς του να εξαλείψη, ως θανατηφόρον φαρμάκι, τα καυτερά των φιλημάτων της. Εις τοιαύτην δοκιμασίαν είχεν υποβληθή και σήμερον, προ μικρού μόλις.

Το φαρμάκι εσύ μου χύνεις Για τ εκείνης την καρδιά. Τώρα αυτόστο θέλημά σου, Επειδής και τ' άρματά σου, Όπως θέλεις κυβερνάς· Τέλιοσέ μου το χατήρι, Μάκρυνέ μου το ποτήρι, Το πικρό που με κερνάς. Στης καρδιαίς οπού ξετρέχεις, Διο λογιών σαΐταις έχεις, Διο πληγαίς να προξενάς· Με τη μια, δεσμό συμπάθιας, Με την άλλην αντιπάθιας Την ψυχρότητα κινάς.

Κάβοι καρτερούσαν το καράβι της νειότης μου ξεκινημένο την αυγή. Σε μαύρον κάβο το καράβι της νειότης μου έπεσε. Προς τον Άθω πλέουν τα συτρίμματά του, Κυρία των Αγγέλων! Οι αγαπημένοι μου πρόσφεραν το φαρμάκι του χωρισμού. Ως την ύστερη στάλα το ήπια και σε είδα μπροστά μου. Ωραία είσαι σαν την αγάπη και σαν την αδυναμία. Οι αγαπημένοι μου πρόσφεραν το φαρμάκι του χωρισμού.

Είναι ο ήρωας του Hunted Down του Dickens, ο Varney της Lucretia του Bulwer και είναι ικανοποιητικό να σημειωθή ότι το μυθιστόρημα έκανε κάποιαν τιμή σ' έναν που ήταν τόσο γερός με το «κοντύλι, το μολυβοκόντυλο και το φαρμάκι». Να είναι κανείς υποβλητικός για το μυθιστόρημα σημαίνει πως είναι κάτι παραπάνω από μια πραγματικότητα. ΔΙΑΛΟΓΟΣ. Μέρος I. Πρόσωπα: Γιλβέρτος και Ερνέστος.

Εσώθη το σκουλήκι και έχει μέσα του ζωήν ως που να έλθ' η ώρα να χύση το φαρμάκι του· τώρα δεν έχει 'δόντια! Φύγε! Σε βλέπω αύριον. ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Πώς δεν μας ζωηραίνεις, αυθέντα; Το συμπόσιον δεν έχει πλέον χάριν εάν ενόσω γίνεται, κανείς δεν συχνοβλέπη ότι φιλεύει με χαράν εκείνος που φιλεύει.