United States or Denmark ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν είχε ούτε δένδρα, ούτε σκιές, ούτε διαβάτες. Το χώμα του ήτανε ξερό, το χρώμα του μονότονο κάτω απ' το φως του δειλινού. — Ας πάω εγώ! είπα μέσα μου. Κάτι θα ξέρη ο δυστυχισμένος αυτός παραλυτικός. Οι δυστυχισμένοι ξέρουν πάντα περισσότερα απ' όλους εμάς τους άλλους. Άφησα το ζητιάνο και τον κόσμο, που περνούσε ατέλειωτος στη μεγάλη στράτα, κ' έσχισα βιαστικά τον κάμπο.

Έως και την ευχήν του αρνήθηκετην κόρην του, την έδιωξετα ξένα να εύρη τύχην, έδωκε τα δικαιώματά τηςταις άκαρδαίς της αδελφαίς. Αυτά τον φαρμακεύουν, τον καίουν να τα σκέπτεται και τον απομακρύνουν από την Κορδηλίαν του. ΙΠΠΟΤ. Δυστυχισμένος γέρος! ΚΕΝΤ Πού είναι τα στρατεύματα των δυο δουκών, γνωρίζεις; ΙΠΠΟΤ. Μάλιστα· εξεστράτευσαν. ΚΕΝΤ Καλά.

Ο δυστυχισμένος πραγματευτής έμεινε μισαποθαμμένος από την τρομάραν του, έπεσεν εις τα πόδια του Τελωνίου, και το παρακαλεί μετά δακρύων να τον αφήση, διότι δεν έκαμε κακόν κανένα, και δεν έχει κανένα πταίσιμον. Απεκρίθη το Τελώνιον καθώς εσύ εσκότωσες τον υιόν μου, έτσι τυχαίνει να σε σκοτώσω και εγώ.

ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Δυστυχισμένος είσαι που μ’ ονειδίζεις με τέτοια° θα σε ονειδίσουν αύριον εσένα όλοι. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Άπαυτη τύφλα σε κρατεί και δεν κατέχεις ουδέ κ’ εμέ, ουδέ κι άλλονε θνητόν να βλάψης, απ’ όσους χαίρονται αγαθό το φως του ήλιου. ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Βέβαια εγώ δεν ημπορώ να βλάψω εσένα, είν’ ο Απόλλων αρκετός για να το κάμη. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ο Κρέων να επινόησεν αυτά ή μονάχος εσύ;

Αν ο φονευθείς είναι ο Λάιος ποίος τότε εκ των ανθρώπων θα είναι εξ ίσου προς τον Οιδίποδα δυστυχισμένος; Ακόμη το τρομερόν μυστικόν δεν απεκαλύφθη ακέραιον εις τους οφθαλμούς του. Πιστεύει ότι όντως ο πατέρας του ευρίσκεται εις την Κόρινθον και φοβείται να επανέλθη εκεί.

Ούτε στα πούπουλα μέσα δε θάκανα τέτοιον ύπνο. Ο δυστυχισμένος! Μόνος του θέλει να δώση παρηγοριά στον εαυτό του, έλεγα μέσα μου. Με κύτταξε στα μάτια. — Ε! πάλι καλά! του είπα. Ο Θεός είνε μεγάλος, πολυεύσπλαχνος, κανένα δεν αφίνει. Ήσουνα καλός άνθρωπος, Καπετάν Γιάννη, άνθρωπο ποτέ σου δεν έβλαψες, θα σε συχωρέση ο Θεός. Έκανες το κακό στην κακή την ώρα, μετανόησες.

Ζωσμένος το σπαθί του, μ' αμπολυμένα χαλινάρια, — στα τέσσερα, — είχε φύγει ο Γκορνεβάλης από την πολιτεία. Ο Βασιληάς θα τον έψηνε ζωντανό, αντί του αφεντικού του. Απάντησε τον Τριστάνο στο γιαλό κι' ο Τριστάνος φώναξε: «Δάσκαλε, ο Θεός με λυπήθηκε! Α! δυστυχισμένος εγώ! Τι με ωφελεί; Χωρίς την Ιζόλδη, τι μ' ωφελεί; Γιατί καλλίτερα να μην γίνω κομμάτια στο πέσιμο!

Ποια κακή τρέλλα σ’ έπιασε και ποιος από τους αθανάτους σε τέτοια δεινά σ’ έσπρωξε, που δεν υπάρχουν ποιο μεγάλα; Αλλοίμονό σου, δύστυχε, να σ’ αντικρύσω δεν μπορώ, αν και πολλά να σε ρωτήσω θέλω, πολλά απ’ το στόμα σου να μάθω τέτοια είν’ η φρίκη που γεννάς. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αλλοίμονο, αλλοίμονο, ο δυστυχισμένος! Σε ποια μεριά της γης με παν, σε ποιο βυθόν ορμητικά κυλά η φωνή μου! Αλλοίμονο!

Η κυρά του όμως γελούσε πάλι κι εκείνος εξοργίστηκε παρά τη θέλησή του. «Πού είναι το αστείο; Μήπως δεν είναι δυστυχισμένος ο ντον Πρέντου; Μέχρις ότου τον λυπηθείτε, ντόνα Νοέμι…. Κι όμως, είναι καλός

«Α! σκέφτηκε, στέκει να βρίσκω την ανάπαυσι μ' αυτόν τον τρόπο, ενώ ο Τριστάνος είναι δυστυχισμένος; Θα μπορούσε να κρατήση αυτό το μαγεμένο σκυλλί και να ξεχνάη έτσι όλο τον πόνο του. Αλλ' από ευγενική καλωσύνη προτίμησε να μου το στείλη, να μου δώση τη χαρά του και να ξαναπάρη τη λύπη του. Αλλά δε στέκει αυτό το πράγμα, Τριστάνε, θέλω να υποφέρω όσο υποφέρεις και συ».