United States or Hungary ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΓΟΡΓΩ Για κύττα αυτά τα υφάσματα τα υφαντοκεντημένα, για κύττα τι ψιλοδουλειά και πόση χάρην έχουν λες κ' έχουν γίνει για θεούς. ΠΡΑΞΙΝΟΗ Χαρά στα χέρια εκείνα που τάφαιναν μ' υπομονή! Χαρά στους τους ζωγράφους πούκαναν τέτοιες ζωγραφιές κ' έτσι χωρίς ψεγάδι. Στέκονται κι αναδεύονται σαν νάχουν ζωντανέψει, σαν νάχουν μέσα τους ψυχή κι όχι σαν υφασμένα.

ΙΩΝ Αν είν' αυτό αληθινό, είνε γλυκό για μένα. ΚΡΕΟΥΣΑ Με σπάργανα παρθενικά σε τύλιξα, υφασμένα απ' τον δικό μου αργαλειό• δεν σου 'δωσα το γάλα, στο στήθος μου δεν σ' έθρεψα, λουτρό δεν σου χω κάμη• μέσαερημική σπηληά έρημο σε είχα αφήση, στα όρνια τάγρια τροφή, στον άδη να σε στείλω. ΙΩΝ Τι φοβερά που το 'καμες, μητέρα μου. ΚΡΕΟΥΣΑ Ο φόβος, να σε σκοτώσω άθελα, παιδί μου, με είχε κάμη.

Δι' αυτό λοιπόν πρέπει ίσως να επανέλθω πάλιν και να αρχίσω από το τέλος. Αν δηλαδή εννοής καλά την συγγένειαν, προ ολίγου απεχωρίσαμεν έν είδος από αυτήν, διότι διεκρίναμεν τα υφασμένα ως φορέματα και ως στρωσίδια. Νέος Σωκράτης. Εννοώ. Ξένος. Και όμως αφαιρέσαμεν την χρησιμοποίησιν των λινών και των ψαθών και όλων των άλλων όσα προ ολίγου ωνομάσαμεν νεύρα των φυτών.

Και ήσαν τέτοια πράματα απάνω υφασμένα: ο ουρανός μαζεύοντας ταστέρια ένα γύρω• τραβούσε ο ήλιος τάλογα στην τελευταία φλόγα, το φως σέρνοντας πίσω του το λαμπερό του Εσπέρου• η νύχτα η μελανόπεπλη το άρμα ωδηγούσε μόνο με δύο άλογα, και τάστρα ακολουθούσαν η Πούλια ευρισκότανε στη μέση του αιθέρα και ο Ωρίονας κοντά με το σπαθί• πειο απάνω έστρεφε η Άρκτος την ουρά προς τον χρυσό τον πόλο• γεμάτος άστραφτε άνωθε ο κύκλος της σελήνης, όπου τους μήνες διαιρεί, καθώς και η Υάδες, που είνε για τους ναυτικούς το πειό καλό σημάδι• και η Αυγή η φωτεινή όπου ταστέρια διώχνει.

Και ήσαν όλα χρυσά, και ήσαν όλα χρυσοκέντητα. Με τα δάκρυά της και με τας αγρυπνίας της πεποικιλμένα και με τας νηστείας της γραίας μητρός της υφασμένα. Και έμειναν κλεισμένα τα νυμφικά της, τα προικιά της, τα στολίδια της, 'σαν αρχαίαις στολαίς αυτοκρατόρων εις τα δουλάπια των μουσείων. — Ο αδιαφόρητος! έκλαιε! — Αγυρισιά του έγεινε!