United States or Denmark ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Παναγής τώρα τόλπιζε πως θα τον αφήση ο Καραθανάσης να παντρευτή, και του φανέρωσε πάλι μια μέρα τη λαχτάρα του. — Θα μου πης πως τον έχουμε πια τώρα τον Κωσταντάκη, του λέει ο Καραθανάσης, μ' ας κάμουμε άλλο ένα ταξίδι, και βλέπουμε. Πηγαίνει τότες ο Παναγής στη γριά την πεθερά του, και της λέει·Κατάλαβα· ο γέρος θέλει να με ψήση στη φωτιά πρώτα. Φιλώ λοιπόν το χέρι σου, και μισεύω.

Δεν επήγα όμως να τα ξοδέψω στην ταβέρνα. — Να μάνα, της λέγω· σου φερα τα πλάτικα. Μεθαύριο μισεύω με τους σφουγγαράδες. — Φεύγεις με τους σφουγγαράδες! λέγει εκείνη αποσβολωμένη. Δεν πας καλήτερα να πέσης στο Μαντράκι! Γλήγορα να δώσης πίσω τα λεφτά. Ευκή και κατάρα μου άφηκεν ο συχωρεμένος ο πατέρας σου, σφουγγαράς να μη γένη κανείς από τη γενιά του. — Ευκή και κατάρα!

αφίνω, και μισεύω, ολόχρυσο πουλί· Βαριά που με πλακόνει παράπονο πολύ. Τρέμει η καρδιά μου, δαίρει, ανήσυχη βαρεί· Ο τόπος που 'χε πρώτα, μου λέει, δεν τη χωρεί. Ο νους μου στο κεφάλι δε θέλει να σταθή, Κοντά σου γύραις φέρει, κι' εσέν' ακολουθεί. Χαμένος οχ τη γνώσι το δρόμο περπατώ, Εδώ κι' εκεί κυττάζω, να σε ιδώ ζητώ. Κινιούμαι, κοντοστέκω με ζάλης ταραχή.