United States or North Korea ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΜΙΡ. Αφού με την τέχνη σου, πατέρα μου υπεράκριβε, έφερες τάγρια νερά σε τόση ταραχή, εσύ ταπείνωσέ τα· ο ουρανός δείχνει πώς θα χύση ανυπόφορη πίσσα, μόν' η θάλασσ' ανεβαίνει ως την όψη του στερεώματος και πνίγει τη φλόγα. Ω! τους είδα, και επόνεσα με τους πονεμένους! ένα ωραίο καράβι, που είχε βέβαια μέσα του κάποια αξιόλογα πλάσματα, κατασυντριμμένο!

Κυρά, διά όσον χαροποιά που έπρεπε να μου είνε τούτη η νύκτα, βλέπω που μου είναι πολλά ανυπόφορη, με το να μη ημπορώ να ιδώ τα κάλλη σου· διά το οποίον θέλω έχει μίαν παντοτεινήν θλίψιν, που το ταχύ πρέπει να σε αφήσω χωρίς παντελώς να σε γνωρίσω· μα παρακαλώ σε, κυρά μου, μην είσαι τόσον σκληρά που να μη μου κάμης ετούτην την παραμικράν ευχαρίστησιν, το ολιγώτερον να μου μιλήσης κανένα λόγον.

ΒΕΡΑΛΔΟΣ Αι! λοιπόν, ναι, αδελφέ μου, αφού θέλεις να σου μιλήσω ξάστερα. Τη γυναίκα σου εννοώ. Και βρίσκω πειο ανυπόφορη τη στραβοκεφαλιά σου για κείνην, από τη στραβοκεφαλιά σου για την ιατρική. Πέφτεις με κλειστά τα μάτια σε όλες τις παγίδες που σου στήνει. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Α! κύριε! μη μιλείτε καθόλου για την κυρία· είναι γυναίκα, που δεν έχει κανείς τίποτα να πη γι' αυτήν, γυναίκα χωρίς προσποίησες.

James Payn είναι μάστορας στην τέχνη του να σκεπάζη ό,τι δεν αξίζει να βρεθή. Κυνηγάει τολοφάνερο με τον ενθουσιασμό ενός κοντόφθαλμου αστυνόμου. Όσο κανείς διαβάζει τα βιβλία του και προχωρεί, τόσο η αβεβαιότης του συγγραφέως καταντά σχεδόν ανυπόφορη. Τάλογα του Φαέθωνος του κ. William Black δεν πετούν κατά τον ήλιο. Μόνο τρομάζουν το βράδυ τον ουρανό με ζωηρές χρωμολιθογραφίες.

Διερχόμεθα την θερμοτέραν εποχήν του έτους, όταν το άστρον, που σεις ονομάζετε κύνα, κατακαίει τα πάντα και ξηραίνει τον αέρα• επειδή δε είνε και μεσημέρι και ο ήλιος βρίσκεται πάνω από τα κεφάλια μας, δίδει ανυπόφορη κάψα.

Αύριον αναχωρώ απ' εδώ και, επειδή ο τόπος της γεννήσεώς μου μόνον έξ μίλλια απέχει από το δρόμο μου, θέλω να τον ξαναδώ, θέλω να θυμηθώ τις παληές, ευτυχώς σα σε όνειρο περασμένες, ημέρες. Από την ίδια πόλη θέλω να μπω, από την οποίαν εβγήκε μαζί μου η μητέρα μου στ' αμάξι, ότε μετά τον θάνατό του πατέρα μου εγκατέλειψε τον αγαπητό μας τόπο, για να κατακλεισθή εις την ανυπόφορη πόλη της.