United States or Jersey ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο ιερεύς άρχισε τα τελευταία τροπάρια, του Ασπασμού. «Ω! Τις με θρηνήσει, τέκνον μου . . . ότι βρέφος άωρον, εκ μητρικών αγκαλών, ώσπερ στρουθίον επέτασας . . . Ω τέκνον, τίς ποτε μη στενάξει βλέπων σου το πρόσωπον ευμάραντον, το πριν ως ρόδον τερπνόν! . . . » Και πάλιν το παπαδόπουλον, καθώς εκράτει το Αγιασματάριον, κ' εμουρμούριζε τας λέξεις μαζύ με τον πατέρα του, δεν εκρατήθη να ερωτήση·

Δεν επήρες τo τετραβάγγελο, Παπά, που σου είπα; ηρώτησεν ο Κουμπής. Ο Πάπας έμεινεν άφωνος. Ο γραμματεύς επανέλαβε. — Δεν πειράζει. Έχω τετραβάγγελο. Ήναψαν κηρία, ευρισκόμενα εκεί υπό το εικονοστάσιον. Ο Φαναριώτης εστάθη όπισθεν του ζεύγους. Ο Παπάς ήνοιξε μηχανικώς το μικρόν ευχολόγιον, ή αγιασματάριον, που εκράτει, και ήρχισε να διαβάζη με ψίθυρον φωνήν τας ευχάς της ανομβρίας.

«Διάσωσον από κινδύνων τους δούλους σου Θεοτόκε . .» Και ανεγίγνωσκε τώρα το Ευαγγέλιον, ότε μία άλλη φωνή κινδύνου ως θρήνος μακρυνός πνιγομένου εξήγειρε την Βγέναν την καπετάνισσαν, κύπτουσαν εκεί υπό το αγιασματάριον του ιερέως και βαστάζουσαν επί της κεφαλής της το επιτραχήλιόν του. — Αρρόδο, καπετάν Βγενιέ! αρρόδο!

Εφόρεσεν αμέσως το επιτραχήλι του ο ιερεύς και εμπρός εις την Παναγίαν την Λημνιάν ήρχισε να διαβάζη την Παράκλησιν, από μέσα από το Αγιασματάριόν του, ένα παμπάλαιον βιβλίον πεποικιλμένον από τα κηροστάγματα, με την φωνήν τρομώδη και κλαυθμηράν, την οποίαν κλαυθμηροτέραν καθίστα ολονέν η κλαίουσα έξω τρικυμία και αι αδιάκοποι κραυγαί των νησιωτών, οίτινες έδραμον κάτω εις τον λιμένα να σώσουν τα κινδυνεύοντα πλοιάριά των, από τα οποία εγέμισεν ο λιμενίσκος, παρασυρθέντων ήδη από τα κύματα και των φελουκίων, τα οποία ήσαν συρμένα έξω εις την άμμον.