Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 21 Ιουνίου 2025


Εγώ είμαι ο καταστροφεύς, εγώ ο ένοχος, εγώ ο φονεύς! Σήμερον με συνήντησε καθ' οδόν ο νεωστί ελθών ενταύθα Γερμανός ιατρός. Ο συνοδεύων αυτόν συμπατριώτης του τον ώθησε διά του αγκώνος, ενώ διεσταυρούμεθα, ο δε ιατρός έστρεψε προς εμέ το βλέμμα και με ητένισε μετά περιεργείας.

Ο Περιγουρδίνος αββάς, έλαβε τότε το λόγο, και είπε: — Γιατί ένας ζητιάνος από τη χώρα της Ατρεβατίας άκουσε να λέμε ανοησίες· αυτό μονάχα τον ώθησε σε πατροχτονία, όχι όπως εκείνη του 1610, το Μάη το μήνα, αλλά σαν εκείνη του 1594 το μήνα Δεκέμβρη, και σαν εκείνες άλλων χρόνων κι' άλλων μηνών από άλλους αλήτες, που είχαν ακούσει ανοησίες. Ο αστυνόμος τότες εξήγησε τι συνέβαινε.

Αυτός, όπου είναι, τώρα σε 'λίγο, θάρθη 'δω, γιατί θα σουρουπώσει, και δε θα βλέπη να κάνη δουλειά εκεί κάτω . . . Και πρέπει να φεύγω το γληγορώτερο, χωρίς να με ιδή όπως δεν με είδε ως τώρα». Εδίστασε προς στιγμήν. Ησθάνθη μέσα της φοβεράν πάλην. Είτα είπε, σχεδόν μεγαλοφώνως· «Καρδιά! . . . αυτό είναι μια απόφαση». Και δράξασα με τας δύο χείρας τα δύο κοράσια, τα ώθησε με μεγάλην βίαν.

Αι οικίαι αι κείμεναι όπισθεν του ανοικτού γηπέδου εφλέγοντο ήδη ως σωροί ξύλων, αλλ' η μικρά περιοχή του Λίνου ήτο ακόμη άθικτος. Ο Βινίκιος ύψωσε προς τον ουρανόν βλέμμα ευγνωμοσύνης και ώρμησε προς την θύραν, αν και ο αήρ ήρχισε να τον καίη. Ήτο μισοανοιγμένη· την ώθησε και ώρμησεν εντός. Εις τον μικρόν κήπον ουδεμία ψυχή ζώσα, και η οικία εφαίνετο εντελώς έρημος. — Λίγεια, Λίγεια. Άκρα σιγή!

Η ναυμαχία υπήρξεν αμφίρροπος, εις τρόπον ώστε και τα δύο μέρη ηξίωσαν ότι ενίκησαν· αλλ' ότε απεχωρίσθησαν οι Αθηναίοι έμειναν κύριοι των ναυαγίων του στόλου, διότι ο άνεμος τα ώθησε προς το πέλαγος και διότι οι Κορίνθιοι δεν επανέλαβαν την επίθεσιν.

Επετάχθη αμέσως, βιαιότερος τώρα ο καπετάν-Φώκας, ως να τον ώθησε κανείς, και ανήλθεν επάνω εις το κατάστρωμα. Μαύρη νυξ εκάλυπτε τον λιμένα της ερημίας εκείνης, ηρεμούντα, οπού φώτα αμυδρά εδώ κ' εκεί έφεγγον, τα φώτα των καταφυγόντων εν αυτώ πλοίων.

Ο δε Δαρείος αποκρίνεται· «Διότι φοβούμαι μήπως κτυπήσω σεΤότε πάλιν ο Γωβρύας είπεν, «Έμπηξον το ξίφος σου δι' αμφοτέρων.» Ο δε Δαρείος πειθόμενος ώθησε το εγχειρίδιον και κατά τύχην εφόνευσε τον μάγον.

Συναθροίσας τους οπαδούς του, παρέσυρε διά των λόγων του τους ορεινούς· έπειτα επινόησε το ακόλουθον. Πληγώσας εαυτόν και τας ημιόνους του, ώθησε το άρμα του εις το μέσον της αγοράς, ως να διέφυγεν εχθρούς θέλοντας να τον φονεύσωσι καθ ην στιγμήν εξήρχετο της πεδιάδος.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν