United States or Faroe Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Λένε μάλιστα πως ένας αυλικός ευνούχος Αντίοχος, έχοντας εκεί οικόπεδο και ζητώντας δέκα φορές την αξία του, για να τονέ φέρουνε στα συλλογικά του τονέ φυλάκισαν ίσια ίσια την παραμονή μιας ιπποδρομικής γιορτής· και με το ναγαπούσε ο Αντίοχος το ιπποδρόμιο, παρά να χάση τη διασκέδαση πρόσφερε το οικόπεδο σε πιο φτηνή τιμή.

Μπαίνει τρέμοντας από τη συγκίνηση, η καρδιά του χτυπά, η φωνή του πιάνεται· θέλει ν' ανοίξη τους μπερντέδες του κρεββατιού, ζητά να φέρουνε φως. Μη για το Θεό, λέγει η υπηρέτρια, το φως θα τη σκοτώση! Και ξαφνικά κλείνει τους μπερντέδες. — Αγαπημένη μου Κυνεγόνδη, λέγει ο Αγαθούλης κλαίοντας, πώς είστε; Αν δε μπορείτε να με ιδήτε, μιλήστε μου τουλάχιστο. Δε μπορεί να μιλήση, λέγει η υπηρέτρια.

Έγινε αγνώριστη η Πόλη από τη φωτιά, από τις φωνές, από τις ληστείες κι από τους φόνους. Ο Ιουστινιανός, η Θεοδώρα, ο Βελισάριος, και μερικοί Σενατόροι και Στρατηγοί, μνήσκανε κλεισμένοι μες στο παλάτι. Δεν είταν αυτοί και καλά γυμνασμένοι. Είχανε στείλει λοιπό να φέρουνε στρατό από τα περίχωρα. Τους παύει λοιπόν και τους δυο, και διορίζει έπαρχο της Αυλής το Φωκά, και Κοιαίστορα το Βασιλείδη.

Το πρωί πρωί, ό τι έφεξε, μεγάλο πάλε βουητό, μεγάλο κακό στο χωριό από τη μιαν άκρη ως στην άλλη! Η μαζώχτρα! Η μαζώχτρα η Ασήμω τάφτιαξε όλα! Ψυχή δεν απόμεινε που δεν τόξερε πως την είχανε φυλακισμένη μες στο κελλί, και πως θα τηνε φέρουνε του Δεσπότη. Ως και στα Τούρκικα πήγε αστραπή το χαμπάρι. Χριστιανοί και Τούρκοι, όλοι όξω φρενών, πούγινε αφορμή μια μαζώχτρα και ρήμαξε το χωριό.

Θυμωμένος απάντησε ο Βασιλιάς: «Όχι, ούτε αναβολή, ούτε έλεος, ούτε δίκη. Μα τον Ύψιστο Θεό που έφτιασε τον κόσμο, αν κανείς τολμήση να δευτερώση αυτήν την αίτησι, πρώτος θα καή απάνω σ' τη φωτιάΔιατάζει ν' ανάψουνε τη φωτιά και να πάνε στο παλάτι να φέρουνε πρώτον τον Τριστάνο. Καίνε ταγκάθια, όλοι μένουν αμίλητοι, κι' ο Βασιληάς περιμένει.

Μασημάδι κι αυτό της ζωής του χωριούδεν αποτρελλαίνεται ο κόσμος εκεί με τέτοια φυσικά νανουρίσματα κι ονειριάσματα, παρά κοιτάζει την ωριόφαντη τη φύση καθώς κοπέλλα κοιτάζει τα ξέσκεπα κάλλη της στον καθρέφτη. Δικά της και σήμερα κι αύριο. Να τα καμαρώνη, ναι, και να τα κρυφοχαίρεται που μπορεί να της φέρουνε και γαμπρό. Μα όχι και να χάνη το νου της με δαύτα, ή και τον ύπνο της.