Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025


Η πεποίθησις αύτη προσέδιδε τόσην έντασιν εις το όνομά του και ελίκνιζε τόσον ευχαρίστως την ψυχήν του, ώστε εφαίνετο εμπνευσμένος. Εις το τέλος, ωχρίασεν εξ ειλικρινούς συγκινήσεως. Διά πρώτην φοράν βεβαίως δεν ηθέλησε να ακούση τους επαίνους των ακροατών.

Και είπον προς αυτήν: — Ευλογημένη! Σοφία είσαι συ η πάνοπλος, η σιδηρόφρακτος κατακτητής; Τι θέλει το δόρυ εις χείρας γυναικός; Αντί να εξέλθης, με κίνδυνον να τυφλώσης τον κόσμον, προτιμότερον δεν ήτο να έμενες ακόμη εντός του κρανίου και να έκλωθες την ρόκαν σου; Εκλονίσθη η πεποίθησίς της και κατεβίβασε το δόρυ· αλλ' ήταν αργά.

Ήκουσα παρ' αυτού αληθώς τεράστια· ομολογώ δε ότι η πεποίθησις μεθ' ης εξεφράζετο ο οιωνοσκόπος, κατελάμβανε βαθμηδόν και εμέ, ώστε μοι μετέδωκε την πίστιν και τας δοξασίας του.

Και όμως η μητέρα του δεν ηδύνατο να τον βλέπη. Εκόπτοντο τα ήπατά της. Εις τα βάθη της ψυχής της εσχηματίσθη πεποίθησις, ότι δεν θ' απέφευγε την συνάντησιν προς την τελευταίαν δυστυχίαν της, ήτις μακρόθεν ωρύετο εγγίζουσα, ως λέων ζητών ν' αρπάση τινά, να καταπίη τινά ακόμη.

Καθ' όλους τους αιώνας υπήρξε πάντοτε είς φλογερός πόθος προς πλουτισμόν· είς υπέρμετρος θαυμασμός προς τους κατέχοντας αυτόν· μία ακλόνητος πεποίθησις επί της επιδράσεως αυτού ως παραγωγού της ευτυχίας του βίου· και ύστερον από τοιαύτας πλάνας η ζωή του ανθρώπου παρεσύρθη εις ένα χείμαρρον μεριμνών, αντιζηλιών, ποταποτήτων.

Σωκράτης Νομίζεις λοιπόν ότι ούτος θα επιχειρούσε να ζητήση ή να μάθη τούτο, που ενόμιζε ότι γνωρίζει χωρίς να γνωρίζη, πριν ή η πεποίθησις της αγνοίας του δεν τον έκανε ν' αμφιβάλλη και τον έκανε να ποθήση να μάθη; Μένων Δεν μου φαίνεται, Σωκράτη. Σωκράτης Ωφελήθη λοιπόν ναρκωθείς; Μένων Μου φαίνεται. Παις Βεβαίως.

Εκείνο όπερ τον εβίασε να τη προτείνη τον Μάχτον ως νυμφίον, ήτο η πεποίθησις ότι η νέα έτρεφε προς εκείνον τρυφερόν αίσθημα. Αλλά την στιγμήν ταύτην πρώτην φοράν συνέλαβεν αμφιβολίαν. Η παγερά εκείνη και αδιάλυτος ψυχρότης, ην έφερεν επί του κατηφούς προσώπου η Αϊμά, ήτο άλλως ανεξήγητος. Αφού εσκέφθη επί μικρόν ο Πλήθων, επείσθη ότι η Αϊμά δεν ηγάπα τον Μάχτον.

Συγχρόνως άπειρα ατυχήματα, επελθόντα εις ολίγον καιρόν και εναντίον κάθε προσδοκίας, τους έφεραν εις μεγίστην αμηχανίαν εφοβούντο δε μήπως ημέραν τινά τοις συμβή και πάλιν δυστύχημα τι ως το της Σφακτηρίας. Διά τούτο δεν είχαν πλέον την αυτήν τόλμην εις τας μάχας, και εις κάθε κίνημα ενόμιζαν ότι έσφαλλον· τοσούτον η πεποίθησίς των εκλονίσθη από ατυχήματα, εις τα οποία δεν ήσαν συνηθισμένοι.

Με όλον τον φόβον, και την αγωνίαν, και την αμβλύτητα της διανοίας, ήτις, κατά την ιδίαν ομολογίαν των, ήτο τόσον βραδεία εις το συνιέναι, επέλαμψεν επ' αυτούς τότε η τρέμουσα και αμυδρά ελπίς, ήτις έμελλε ταχέως να γείνη ακλόνητος πεποίθησις, ότι ο Ιησούς όντως ηγέρθη εκ νεκρών.

Διότι κανείς δεν πιστεύει ευκόλως διά το άτομον το οποίον εδοκίμασε πολύν καιρόν. Έπειτα δε υπάρχει και η πεποίθησις εις αυτούς, και το να μη είναι δυνατόν να αδικούν ποτέ, και όσα άλλα απαιτούνται εις την αληθινήν φιλίαν. Εις τους άλλους όμως δεν είναι δύσκολον να συμβαίνουν αυτά.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν