United States or Montenegro ? Vote for the TOP Country of the Week !


Προ δέκα ετών ακόμη μετήρχετο ευδοκίμως τον δικολάβον, είχε δε υπηρετήσει και ως δημόσιος υπάλληλος. Αλλ' έκτοτε η ανάδειξις νεωτέρων ανθρώπων επιτρίπτων και παμπονήρων και η υπέρμετρος χρήσις του οίνου τον είχον καταστήσει απόμαχον.

Μολονότι η Σφαγή των ακάκων βρεφών διήγειρε την δυσπιστίαν, συμφωνεί όμως πληρέστατα με τας πληροφορίας τας οποίας έχομεν περί του χαρακτήρος του Ηρώδου. Τα δεσπόζοντα πάθη του επιτηδείου και μοχθηρού εκείνου ηγεμόνος ήσαν αχαλίνωτος φιλοδοξία και υπέρμετρος ζηλοτυπία, φθάνουσα μέχρι θηριωδίας. Η ζωή του όλη είχε βαφή με το αίμα φόνων.

Τολμώ να πω ότι υπήρχαν, αλλά κανένας δεν τις είδε, κ' έτσι δεν ξέρουμε τίποτε γι' αυτές. Δεν υπήρχαν ως που να τις βρη η Τέχνη. Τώρα πρέπει να παραδεχθούμε ότι γίνεται κατάχρηση της καταχνιάς. Κατάντησε απλή επιτήδευση τρόπου μιας κλίκας, που ο υπέρμετρος ρεαλισμός των μεθόδων της φέρνει βρογχίτιδα στους κουτούς.

Και ταύτα εγώ, η ιδική μου νεότης και η νομιζομένη υπέρμετρος ανοησία επέφερεν εις τους Λακεδαιμονίους μεταχειριζομένη πρέποντας λόγους και μετά πολλού ζήλου και προθυμίας προκαλέσασα εις εαυτήν εμπιστοσύνην κατέπεισεν εκείνους· λοιπόν μη φοβήσθε τας ιδιότητας ταύτας, αλλ' ενόσω εγώ είμαι ακμαίος με αυτάς τας ιδιότητάς μου, και ο Νικίας νομίζεται τυχηρός, ωφεληθήτε όσον το δυνατόν περισσότερον παρ' ημών.

Καθ' όλους τους αιώνας υπήρξε πάντοτε είς φλογερός πόθος προς πλουτισμόν· είς υπέρμετρος θαυμασμός προς τους κατέχοντας αυτόν· μία ακλόνητος πεποίθησις επί της επιδράσεως αυτού ως παραγωγού της ευτυχίας του βίου· και ύστερον από τοιαύτας πλάνας η ζωή του ανθρώπου παρεσύρθη εις ένα χείμαρρον μεριμνών, αντιζηλιών, ποταποτήτων.

Θέλομεν υπάγει το λοιπόν να εβγάλωμεν μαργαριτάρια εις μεγάλην ποσότητα, τα οποία όταν γυρίσωμεν θέλομεν τα πουλήσει εδώ εις τούτην την χώραν, και τα άσπρα που θα κερδίσωμεν αντάμα με εκείνο που έχω συναγμένον εις τον ίδιον τόπον, θέλει γένει μία ποσότης υπέρμετρος, τη οποίαν θέλεις την χαρεί ύστερον, μετά τον θάνατόν μου· Και διά να με βεβαιώση πως τίποτε δεν μου έλεγεν, που να μην είνε αληθινόν, με φέρνει εις έναν οντά, που είχε με πόρτες σιδερένιες διπλές, και εμβάζοντάς με μέσα μού έδειξε μεγαλωτάτους σωρούς βέργες από χρυσόν, ασήμι, και πολλότατα μαργαριτάρια μεγάλα ωσάν αυγά περιστεράς, που έβγαλεν από εκείνα τα πηγάδια.