United States or Nicaragua ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' αν τις απεθάνη Διά την πατρίδα, η μύρτος Είνε φύλλον ατίμητον, Και καλά τα κλαδιά Της κυπαρίσσου. Αφ' ου εις του πρώτου ανθρώπου Τους οφθαλμούς, η πρόνοος Φύσις τον φόβον έχυσε, Και τας χρυσάς ελπίδας, Και την ημέραν. Επί το μέγα πρόσωπον Της γης πολυβοτάνου, Ευθύς το ουράνιον βλέμμα Βαθυσκαφή εφανέρωσε Μνήματα μύρια.

Διά να δείξω εκείνου του φιλοσόφου την άκραν αγάπην, και σέβας που εις αυτόν είχα, τον άφινα να βλέπη και καθημερινώς να συναναστρέφεται με την Ρετζίαν· η συχνή συναναστροφή που επερνούσεν ανάμεσόν τους ηύξανε τον έρωτα του φιλοσόφου, και δεν ημπόρεσε πλέον να τον κρύψη· όθεν τον εφανέρωσε της Ρετζίας.

Και αφού ανεπαύθησαν από την οδοιπορίαν συνευφραινόμενοι, ο βασιλεύς την ερχομένην ημέραν εκάλεσεν άπαντας τους μεγιστάνας και άρχοντας της συγκλήτου, και τους εφανέρωσε την αιτίαν του μεγάλου ταξειδίου και όλα τα συμβάντα που είδεν εις την λίμνην και εις το βασίλειόν του νέου βασιλέως των Μελανών Νησίων· έπειτα εκήρυξεν ως ίδιόν του υιόν θετόν και επομένως διάδοχον της βασιλείας του τον νέον εκείνον βασιλέα.

Ο Μανώλης είχεν ήδη εννοήσει αρκετά, ως εφανέρωσε το ερύθημα του προσώπου του, αλλ' όταν ήκουσε και την τελευταίαν εξήγησιν, εις τοιαύτην αμηχανίαν τον έφερεν η χαρά και η εντροπή, ώστε απώθησε την μητέρα του λέγων: — Δε θέλω παντριγιές κιάφησέ με, ναι! Αλλ' ενώ ήθελε να φανή θυμωμένος, προδότης γέλως έλαμπεν εις το πρόσωπόν του. — Δε θέλεις λέει; ανεφώνησε γελών ο Σαϊτονικολής.

Ο πατέρας του που το αγαπούσε κατά πολλά ήτον έξω από τας φρένας του, φοβούμενος να μην του αποθάνη. Εγώ εκείνες τες ημέρες ευρισκόμουν μακράν από την αυλήν, και οπόταν έφθασα, ο πατέρας του ευθύς μου εφανέρωσε τον κίνδυνον της αρρώστιας του. Εγώ του έταξα ότι δεν θέλω λείψει να κάμω το κατά δύναμιν διά να μάθωμεν όλα τα περιστατικά.

Και ένας πολλά επιτήδειος εφανέρωσε πως η βασιλοπούλα ευρίσκονταν εις το παλάτι μου, και πως εγώ έκαμα και την άρπαξαν· και επάνω εις τούτο το θεμέλιον έστειλε μεντζίλι ευθύς εις τον βασιλέα της Γάζνας δίδοντάς του την είδησιν πως η θυγατέρα του αρπάχθη από εμένα· και πως ευθύς να ετοιμάση όλα τα στρατεύματα και να ανταμωθούν με αυτόν διά να έλθουν ομού εναντίον μου, να μου χαλάσουν το βασίλειον διά την ατιμίαν που τους έκαμα.

Ομοίως και η έξαψις από την θερμότητα και ταχύτητα της ιδιοσυγκρασίας ακούει μεν, δεν ακούει όμως το πρόσταγμα και αμέσως ορμά να εκδικηθή. Διότι ο μεν λόγος ή η φαντασία του εφανέρωσε ότι ο δείνα τον ύβρισε ή τον επεριφρόνησε, αυτός όμως ως να εσυλλογίσθη ότι πρέπει να κτυπηθή με αυτόν, αμέσως εκτραχύνεται.

Ο Καλάφ του εφανέρωσε την γνώμην του, λέγοντάς του, ειπέ του Βασιλέως πως είμαι ένα βασιλόπουλο ξένον, και πως ήλθα διά να λάβω την τιμήν να γίνω γαμβρός του.

Ο Μουφάκ αφού ευχαρίστησε τον Κατή, με επήρε και εκατεβήκαμεν από το σπήτι του Κατή, και εις την αυλήν του εκαβαλικκεύσαμεν επάνω εις δυο μουλάρια πολλά στολισμένα και εφθάσαμεν εις το σπήτι του, εις το οποίον ξεπεζεύοντας με επήρεν από το χέρι με μεγάλον σέβας, και με ανέβασεν εις τον χοντζερέ της θυγατρός του και εκεί με άφησε μοναχόν με αυτήν, αφού και της εφανέρωσε τα όσα ηκολούθησαν και έκαμαν εις του Κατή.

Ο βασιλεύς ακούοντας έτσι, τίποτε δεν απεκρίθη αλλά ευθύς εγύρισεν εις το παλάτι του, και εφανέρωσε της θυγατρός του τα όσα ο Δερβύσης του είπε, και την επαρακίνησε, να ξαναπάγη προς αυτόν, επειδή και έχει ελπίδες με την αγιότητά του να της βγάλη από την φαντασίαν το μίσος που έχει προς τους ανθρώπους.