Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Μαΐου 2025


Εν τούτοις η νυξ προυχώρει, και τούτο πάλιν προυξένει αμηχανίαν. Ο Πλήθων δεν ήθελε να κοιμηθή υπό την αυτήν στέγην μετά της Αϊμάς και δεν επεθύμει πάλιν ν' αφήση αυτήν μόνην. Την στιγμήν εκείνην ο φιλόσοφος μετενόει διότι απέπεμψε τον Πρωτόγυφτον. Ο δισταγμός του Πλήθωνος όπως μείνη μετά της Αϊμάς την νύκτα ουδέν το επίμεμπτον είχε. Προήρχετο καθαρώς εξ αβρότητος.

Αλλ' ο Αλκιβιάδης ο υιός του Κλεινίου επέμενε θερμώς υπέρ της εκστρατείας· επειδή και αντίπαλος ήτο του Νικίου επί άλλων πολιτικών αντικειμένων και διότι εναντίον αυτού έκαμε τον προσβλητικόν υπαινιγμόν εκείνος, ήθελε νανταγωνισθή προς αυτόν, και προ πάντων επεθύμει την στρατηγίαν· διά του μέσου τούτου ήλπιζε να καταλάβη την Σικελίαν και την Καρχηδόνα, και συγχρόνως, βελτιών την ιδίαν του κατάστασιν, να πλουτήση και δοξασθή.

Ενώ ο Δαρείος ελάμβανε ρόδια και ήνοιγεν έν διά να το φάγη, ο αδελφός του Αρτάβανος τον ηρώτησε τι επεθύμει να είχε τόσον πλήθος όσοι ήσαν οι κόκκοι του ροδίου· τότε ο βασιλεύς απεκρίθη· «Προτιμώ να έχω τόσους Μεγαβάζους παρά την Ελλάδα υπήκοονΚαι ενώπιον μεν των Περσών με τοιούτους λόγους τον ετίμα· τότε δε τον άφησε στρατηγόν με ογδοήκοντα χιλιάδας άνδρας εκ του στρατού.

Κυριευθείς υπό πανικού ο άδικος δικαστής, υπείκων εις τον ενδόμυχον τρόμον του, εν γνώσει επρόδωκε το αθώον θύμα. Ο τοσάκις εκπορνεύσας την δικαιοσύνην, δεν ίσχυσε νυν να εκτελέση την μόνην δικαίαν πράξιν ην επεθύμει. Ο τοσάκις φονεύσας τον οίκτον, περιήλθε νυν εις απαγόρευσιν να γευθή την γλυκύτητα του οίκτου την οποίαν επόθει.

Η επιμονή αύτη του εφαίνετο τελείως αδικαιολόγητος. Τι τα ήθελε τα γράμματα, αφού έτσι ήτο τόσον καλά, τόσον ευχαριστημένος; Αυτός ό,τι επεθύμει διά να είνε ευτυχής, το είχε· ήθελε να είνε βοσκός και ήτο βοσκός.

Ποιος ξέρει; δεν πιστεύω να είνε αυτή, είπεν είς των ναυτών, όστις επεθύμει να ήτο τρόπος να μην ήτο αυτή, διά ν' απαλλαγή νέου, προσθέτου και λίαν ανιαρού κόπου. — Αυτή είνε, χωρίς άλλο, είπεν άλλος, όστις επεθύμει να ήτο εκ παντός τρόπου αυτή, διότι μεγάλως τον εκέντριζεν η περίεργος αυτή θαλασσία σκηνή, αν κατώρθονον να συλλάβωσι την βάρκαν, μετά της γυναικός και του εραστού της.

Αν ενεφανίζετο αίφνης υπερφυής τις δύναμις, ήτις να τη επιβάλη ως απαραίτητον χρέος το να φανή εφάπαξ ειλικρινής, η Σιξτίνα και αν επεθύμει, δεν ηδύνατο να κατορθώση τούτο. Το ψεύδος και η υπόκρισις είχον καταστή παρ' αυτή δευτέρα φύσις, θάττον δε ηδύνατό τις να αποσπάση απ' αυτής την ψυχήν ή την μακροχρόνιον ταύτην έξιν.

Επί τρεις μήνας και πλέον την εδιάβαζεν ο ιερεύς της Παναγίας της Κεχρεάς, και κατ' αρχάς αι φωναί της ήσαν ακατάληπτοι. Ύστερον όμως ο τραυλισμός εμετριάσθη, και ηδύνατο μετά δυσκολίας να εκφράση τι επεθύμει. Αλλά πέπλος βαθύς ηπλώθη επί της διανοίας της, όμοιον μ' εκείνον όστις έκρυπτε τους χαρακτήρας της μορφής της Καντίνας. Η πενθερά της «την είχε 'μόσιμο», τόσον πολύ την ηγάπα.

Ακούσας ταύτα ο Πολυκράτης εχάρη και εδέχθη την προσφοράν επειδή δε μεγάλως επεθύμει τα χρήματα, έπεμψε πρώτον διά να παρατηρήση τον πολίτην Μαιάνδριον τον υιόν του Μαιανδρίου όστις ήτο γραμματεύς του, και όστις ολίγον μετά τα συμβεβηκότα ταύτα αφιέρωσεν εις τον ναόν της Ήρας όλα τα αξιοθαύμαστα κοσμήματα του ανδρώνος του Πολυκράτους.

Τούτο έπασχε και ο παπά-Κυριάκος, όστις επεθύμει μεν να υπάγη να κάμη Ανάστασιν εις τους χωρικούς, διότι ήτο ανοιχτόκαρδος και ήθελε να χαρή και αυτός ολίγην Ανάστασιν και ολίγην άνοιξιν, αλλ' εδυσπίστει εις τον συνεφημέριόν του, και έπειτα δεν ήθελε να αφήση την ενορίαν με ένα μόνον ιερέα τοιαύτην ημέραν.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν