United States or Senegal ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οφείλομεν να είπωμεν και άλλο τι μάλλον επίπονον. Πού εστρέφετο η φαντασία της Αϊμάς, ταύτα μελετώσης; Έβλεπε πόρρωθεν τον πολικόν αστέρα της Ειμαρμένης φωτίζοντα τα διαβήματα αυτής; Επεθύμει να βαδίση εν τω σκότει, και είχε το προς τούτο θάρρος; Ποίαν μυστικήν ελπίδα είχε συλλάβει και ποίον μύχιον αίσθημα έτρεφε; Φευ! Ουδένα αστέρα έβλεπεν ανατέλλοντα.

Επεθύμει και ήλπιζε να κατασταθή γενικός αρχηγός της εκστρατείας ταύτης, ή αν τούτο δεν εκατορθώνετο, τουλάχιστον να επιτύχη ώστε το τακτικόν να μην υπόκειται διόλου εις τον Καραϊσκάκην.

Εγέλασε και ο Κ. Λιάκος, αλλ' επεθύμει σαφεστέραν απόκρισιν, ώστε επανέλαβε, χαριεντιζόμενος δήθεν και αυτός: — Αλλ' έχομεν τουλάχιστον μιμητάς ημείς οι δύο; Πόσους και τίνας απήντησες σήμερον; — Τους αυτούς πάντοτε! τον δείνα, τον τάδε...

Ήτο φυσικόν ότι συγκίνησίς της θα ήτο εν τη οικία επί τη αφίξει τοιούτου Ξένου, και η Μάρθα, η πολυμέριμνος, πρόθυμος και αφωσιωμένη ξενίζουσα, έτρεχεν άνω κάτω, και «περιεσπάτο περί πολλήν διακονίαν», φιλοτιμουμένη να ετοιμάση καλώς τα προς εστίασιν. Και η αδελφή της Μαρία ομοίως επεθύμει να Τον δεξιωθή καταλλήλως, αλλ' αι γνώσεις της περί της ευλαβείας της οφειλομένης Αυτώ ήσαν διαφόρου είδους.

Ο Βινίκιος, όστις από της στιγμής καθ' ην τα αισθήματα της Λιγείας του έγιναν γνωστά, επεθύμει μανιωδέστερον ακόμη να την επανεύρη, ήρχισε να κάμη ερεύνας προσωπικώς, διότι δεν ήθελεν ούτε ηδύνατο να ζητήση συνδρομήν από τον Καίσαρα, τον οποίον κατέτρυχεν η κατάστασις της υγείας της μικράς Αυγούστας.

Την ιδίαν στιγμήν εισήλθεν ο Επαφρόδιτος, απελεύθερος του Καίσαρος. Ήρχετο να αναγγείλη εις τον Τιγγελίνον ότι η θεία Αυγούστα επεθύμει να τον ίδη: αύτη είχε πλησίον της ανθρώπους, τους οποίους ο στρατηγός έπρεπε να ακούση. Ο Τιγγελίνος υπεκλίθη προ του Καίσαρος και εξήλθεν αναθαρρήσας. Ο Νέρων κατ' αρχάς έμεινε σιωπηλός.

Το δε επιτροπιλήκι εξ όλων των αρχών είνε η μόνη αρχή, την οποίαν διά να αποκτήση τις όχι μόνον δεν δίδει λεπτά, αλλά και πέρνει, αφού την αποκτήση. Εγελούσεν από κάτω από τον ψαρά μουστάκια του. — Τι τάθελες αυτά, κυρ-δήμαρχε! Εψιθύριζε κατ' αρχάς, αποφεύγων τάχα. Και όμως επεθύμει ο αγαθός τιμήν, και μάλιστα ανέξοδον τιμήν.

Ενεκρίθη δε να μεταχειρισθώσι καλήτερον μέσα συμβιβαστικά, με την ελπίδα του ότι κατορθώνεται συντομώτερον δι' αυτών η αναχώρησις των εχθρών, το οποίον επεθύμει καθ' υπερβολήν ο Καραϊσκάκης, διά να δυνηθή, απαλλαττόμενος από τας προς αυτό το μέρος ενασχολήσεις, να προοδεύση εις το υπέρ της Ακροπόλεως σχέδιόν του.

Ουδένα επείραζεν, ουδένα εβάρυνεν, άλλο δεν επεθύμει και δεν επεδίωκεν ή να διέλθη απαρατήρητος η ύπαρξίς του, τούτο δ' επί τέλους και επέτυχε. Και όμως η μονήρης και άσημος εκείνη ύπαρξις υπέκρυπτεν ιστορίαν θλιβεράν, υπέκρυπτε πάλην μακράν, πάλην καθημερινήν μεταξύ της καρδίας και της διανοίας του.

Και όμως θα επεθύμει να μετάσχη της συμπαθείας των· Τον εβοήθει εν τη ώρα ταύτη της σκοτίας να αισθάνεται ότι ούτοι ήσαν εγγύς, και ότι εγγύτερον ήσαν οι μάλιστα Αυτόν αγαπώντες. «Μείνατε ώδε, είπε προς τους πολλούς, έως αν απέλθω προσεύξασθαιΑφήσας αυτούς να κοιμηθώσιν επί της δροσώδους χλόης, έλαβε μεθ' Εαυτού τον Πέτρον και Ιάκωβον και Ιωάννην, και απήλθεν ωσεί λίθου βολήν απωτέρω.