United States or French Guiana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και πρώτον μεν την διήρεσεν εις τρία μέρη και την εμοιράσθη με τους αδελφούς του Παντάγνωτον και Συλοσώντα· ύστερον δε φονεύσας τον πρώτον και διώξας τον νεώτερον Συλοσώντα κατέλαβεν όλην την Σάμον. Αφού δε κατέλαβεν αυτήν συνέδεσε συμμαχίαν με τον βασιλέα της Αιγύπτου Άμασιν, πέμψας δώρα και δεχθείς παρ' αυτού άλλα.

Τούτου αναλαβόντος την αρχιστρατηγίαν, οι Έλληνες ενικήθησαν από τους Πέρσας, αλλ' ο Ηράκλειος μετέβαλε την ήτταν εις νίκην φονεύσας τον αρχιστράτηγον των Περσών.

Εάν όμως μόνος εγώ έπραξα τα πάντα, αποτολμήσας, κινδυνεύσας, αναβάς εις την ακρόπολιν, φονεύσας, τιμωρήσας απ' ευθείας ή δι' άλλου, διατί θέλεις να ελαττώσης την σημασίαν των κατορθωμάτων μου διατί προσπαθείς να πείσης την πόλιν να φανή προς εμέ αχάριστος;

Γενικώς δε όλοι οι ιατροί ας είναι καθαροί, εάν ο νοσηλευόμενος από αυτούς αποθάνη χωρίς να το θέλουν. Εάν δε ιδιοχείρως μεν, αλλά ακουσίως φονεύση κανείς άλλον, είτε άοπλος ων, είτε με εργαλείον ή βέλος ή δόσιν ποτού ή τροφής, ή με πυρ ή με ψύχος, ή με αφαίρεσιν της αναπνοής, ο ίδιος με το σώμα του, ή με ξένας χείρας ωρισμένως ας θεωρηθή ως ιδιοχείρως φονεύσας και ας υποστή τας εξής ποινάς.

Ανέβη τις εις την ακρόπολιν διά να φονεύση τον τύραννον• και αυτόν μεν δεν εύρε• φονεύσας δε τον υιόν του αφήκε το ξίφος εις το σώμα του. Έπειτα ήλθεν ο τύραννος και ιδών τον υιόν του νεκρόν εφονεύθη με το αυτό ξίφος. Ο ανελθών και φονεύσας τον υιόν του τυράννου ζητεί αμοιβήν ως τυραννοκτόνος.

Εάν λοιπόν ο Ανάχαρσις ήτο εκ της οικίας ταύτης, ας μάθη ότι εφονεύθη υπό του αδελφού του, διότι ο Ιδάνθυρσος ήτο υιός του Σαυλίου, ο Σαύλιος δε ήτο ο φονεύσας τον Ανάχαρσιν.

Κυριευθείς υπό πανικού ο άδικος δικαστής, υπείκων εις τον ενδόμυχον τρόμον του, εν γνώσει επρόδωκε το αθώον θύμα. Ο τοσάκις εκπορνεύσας την δικαιοσύνην, δεν ίσχυσε νυν να εκτελέση την μόνην δικαίαν πράξιν ην επεθύμει. Ο τοσάκις φονεύσας τον οίκτον, περιήλθε νυν εις απαγόρευσιν να γευθή την γλυκύτητα του οίκτου την οποίαν επόθει.

Οι μάγοι, αφού συνεσκέφθησαν, έκριναν εύλογον να ελκύσωσι την φιλίαν του Πρηξάσπους διότι αυτός έπαθεν υπό του Καμβύσου σκληρώς, όταν ο βασιλεύς τοξεύσας εφόνευσε τον υιόν του· διότι αυτός μόνος ήξευρε τον θάνατον του Σμέρδιος υιού του Κύρου, ως φονεύσας αυτόν με τας ιδίας του χείρας, και τέλος διότι απελάμβανε παρά τοις Πέρσαις μεγάλην υπόληψιν.

Ως πρώτην κατά σου κατηγορίαν μου προτάσσω ότι μ’ ενυμφεύθης παρά την θέλησίν μου φονεύσας τον πρώτον μου σύζυγον Τάνταλον και απαγαγών εμέ διά της βίας. Συνέτριψας δε κατά γης την κεφαλήν του βρέφους μου αποσπάσας αυτό βιαίως από των μαστών μου.

Και όσοι μεν των Αθηναίων ήσαν εγγύς μάλλον ελυπήθησαν ή εφοβήθησαν, αι δε μακράν ευρισκόμενοι, και μάλιστα οι πολύ μακράν, νομίσαντες ότι η πόλις εκυριεύθη ήδη εκ τούτου του μέρους ώρμησαν προς την θάλασσαν και τα πλοία. Ο δε Βρασίδας ιδών τους Αθηναίους εγκαταλείποντας τας επάλξεις επροχώρησε μετά του στρατού και κατέλαβεν ευθύς το τείχισμα φονεύσας όσους εύρεν εντός αυτού.