Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Ιουνίου 2025


Εγώ; — Δέκα έτη και πλειότερον. Από τότε που ήμουν μικρή! Δεν με έρριψες εις τον κρημνόν διά να αποθάνω; Ο Πλήθων ανεσκίρτησε βιαίως. Ίσως δεν επίστευεν ότι τον ενεθυμείτο η νέα. Ενόμιζεν ότι αύτη δεν ηδύνατο να τον αναγνωρίση εκ τόσον μακρού χρόνου. — Ενθυμείσαι λοιπόν; είπεν. — Ενόμιζες ότι το ελησμόνησα; είπεν η Αϊμά. Ο Πλήθων σκεφθείς επ' ολίγον, είπε·

Επειδή δε ο αντίπαλός του τον έσκωψε και διά το αγένειον πρόσωπόν του, έδωκε την εξής αστείαν, ως τουλάχιστον την ενόμιζεν, απάντησιν• Εάν πρέπει να κρίνωμεν τους φιλοσόφους από τα γένεια, τότε ο τράγος πρέπει να προτιμηθή από όλους.

Το μέγεθος της θλίψεώς του ηδύνατό τις να το συμπεράνη από τα παράξενα και μανιώδη κινήματά του. Ύβριζε τον αίτιον και τους αξιωματικούς, όσους ενόμιζεν ότι δεν εφρόντισαν όσον έπρεπε διά να προλάβωσιν, ή να εμποδίσωσι το δυστύχημα, αναθεμάτιζε την ώραν και ό, τι άλλο ήρχετο εις τον νουν του εκείνην την στιγμήν.

Μολονότι δε ο Θωμάς του είχεν είπη ότι ηδύνατο κατά τας εορτάς να πηγαίνη να τους βλέπη, εθεώρησεν αναγκαίον να δικαιολογήση την επίσκεψίν του και είπεν ότι μετέβη να ζητήση την μητέρα του, την οποίαν ενόμιζεν ότι θα εύρη εκεί. — Δεν είν' επαδά η μάνα μου; ηρώτησεν. — Όι, δεν εφάνηκε από 'παδά, είπεν ο Στρατής, χωρίς σχεδόν να στραφή προς τον επισκέπτην.

Προβάς δε εις αυτό το διάβημα, ενόμιζεν ότι έπραξεν ευσεβή πράξιν και ήτο ενδομύχως όλως διόλου ατάραχος.

Ο Κουλούφ ακούοντάς ταύτην την φωνήν, σηκώνει τους οφθαλμούς του και γνωρίζει εις τον Βασιλέα τον ίδιον Οφφικιάλιον, που είχεν υπάγει διά να τον ιδή εις το σπήτι του, και που με το να τον ενόμιζεν αληθώς πως ήτον Οφφικιάλος του Ουσβέκ Χαν, του είχε διηγηθή τα μυστήριά του· και τότε γνωρίζοντας ότι ο Οφφικιάλος ήτον αυτός ο Βασιλεύς ο ίδιος, έπεσε με το κεφάλι εις την γην όλος έντρομος.

Υπό το φως του κανδηλίου, διέκρινεν αμυδρώς εν τω σκιόφωτι του τοίχου τα συζυγικά της στέφανα, κρεμάμενα κάτω του εικονοστασίου κ' εξελάμβανεν αυτά συνωφρυωμένα υπό την λινομέταξην σκέπην των, ωσεί την απιστίαν της ελέγχοντα. Και αν πνοή ανέμου ανεκίνει τας χρωματιστάς ταινίας των, ενόμιζεν ότι ήρχοντο ως φίδια κατ' επάνω της να εκδικηθούν την ιεράν των αγνότητα.

Και μίαν ημέραν που ευρισκόμασθε μαζί με αυτήν, και που ο αγαπητικός της ο Μπρακμάνος υπήγεν εις ένα συμβούλιον των Εξωτικών συνηθροισμένων, άρχισε να την κολακεύση ο αδελφός μου με εύμορφους τρόπους, και να την δοκιμάζη ανίσως και ήτον καθώς αυτός την ενόμιζεν.

Εις την ώραν ταύτην κανείς από τους Έλληνας δεν είχεν άλλο προ οφθαλμών, ειμή την ιδίαν του σωτηρίαν, και κρίνων από το αίσθημα, το οποίον εκυρίευε την καρδίαν του, δεν εμπιστεύετο εις άλλον· εστέλλετο κανείς εις σκοπιάν; ενόμιζεν ότι οι λοιποί τον άφησαν και έφυγον, ή ότι θέλουν τον αφήσει, και ούτε αυτός εκτελούσεν ως έπρεπε το χρέος του, ούτε οι λοιποί ηδύναντο να εμπιστευθώσι.

Και εν τοσούτω εκείνος ο οποίος θα ενόμιζεν ως μη αληθινούς τους γελοίους τούτους μύθους, αλλ' ορθώς σκεπτόμενος θα έκρινεν ότι είνε άξιον ηλιθίων, ως ο Κόροιβος ή ο Μάργιτος να πιστεύουν ότι ο Τριπτόλεμος επέταξε με άρμα συρόμενον υπό δρακόντων πτερωτών ή ότι ο Παν μετέβη εξ Αρκαδίας διά να βοηθήση τους Μαραθωνομάχους ή ότι η Ωρείθυα ανηρπάγη υπό του Βορρά, θα εθεωρείτο ασεβής και ανόητος, δυσπιστών εις τόσον πρόδηλα και αληθή πράγματα• τόσον επικρατεί το ψεύδος.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν