United States or Cook Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τον επένθησα αληθώς, και πολλάς ημέρας εξηκολούθουν να τον αναζητώσιν εις μάτην τα βλέμματά μου, ότε ημέραν τινάτις το πιστεύει; — βλέπω εισερχόμενον εις το μαγειρείον τον παλαιόν μου γνώριμον. Ήτο ή δεν ήτο εκείνος αληθώς; Ουδείς κατ' αρχάς τον ανεγνώρισεν άλλος πλην εμού και του δημίου του. — Χριστέ και Παναγία! Εκραύγασε το ανδρογύναικον και εσταυροκοπήθη. Καλέ να τον πάλι!

Άνωθεν δε του Ίστρου εισερχόμενον εις το εσωτερικόν της χώρας, η Σκυθία περιορίζεται πρώτον μεν υπό των Αγαθύρσων, μετά ταύτα υπό των Νευρών, έπειτα υπό των Ανδροφάγων και τελευταίον υπό των Μελαγχλαίνων.

Βήξιμον γέροντος ήλθεν από τα πρόθυρα της οικίας, έπειτα εφάνη εισερχόμενον διά της θύρας μακρόν ξύλον και μετά μίαν στιγμήν ενεφανίσθη και η φέσα του Θωμά, ήτις είχε χάσει ολίγον την ακαμψίαν της εκ της προστριβής εις το ξύλον. Συγχρόνως ηκούσθη η φωνή του γέροντος καλούντος την θυγατέρα του: — Μωρή Πηγιό, έλα να μου βουηθήξης.

Ο αγυιόπαις τρέπεται δρομαίος εις φυγήν· αν ήτο δε δυνατόν να τον παρακολουθήση τις, θα τον έβλεπε μετά μικρόν εισερχόμενον εις άλλου υποψηφίου οικίαν, και θα παρίστατο μάρτυς της αυτής απαραλλάκτως σκηνής, ομοίως επαναλαμβανομένης. Μετά μικρόν άλλο άγγελμα: — Εννηακόσιους ογδοήντα εις το τέταρτον! Και τα ζήτω! επαναλαμβάνονται, και γράφουσιν οι γραμματείς, και πληρόνει ο υποψήφιος.

Και όταν μετά θαυμασμού εθεώρουν οι χριστιανοί τον αχθοφόρον εισερχόμενον εις τον ναόνκαι τον εισήγεν ο επίτροπος πάντοτε διαρκούσης της ακολουθίαςκαι φέροντα βαρύτατον σάκκον γεμάτον διαφόρου μεγέθους κηρία, νεόχυτα, ευωδιάζοντα, ο κυρ-Μανωλάκης έλεγε: — Τα βλέπετε αυτά; είνε από τα απόκερα!

Κατ' εκείνας τας ημέρας αφίχθη εις Σμύρνην αρχαίος του πατρός μου φίλος, ο καπετάν Βισβίλης, κυβερνήτης γολέτας υπό Ρωσσικήν σημαίαν. Ανέπνευσεν ο πατήρ μου, ότε μίαν πρωίαν τον είδεν εισερχόμενον εις το Χάνιον προς επίσκεψίν μας. Ο αγαθός πλοίαρχος ήρχετο να μας προσφέρη το πλοίον του. Εντός τριών ημερών, μετά την παράδοσιν του φορτίου, υπεσχέθη να μας μεταφέρη εις Χίον.

Ενώ δε ημέραν τινά ανεπαύετο ο δραπέτης Ανδροκλής υπό την δροσεράν σκιάν σπηλαίου τινός, έντρομος βλέπει λέοντα εισερχόμενον εντός του σπηλαίου. — Τετέλεσται! είπε τότε καθ' εαυτόν, και απνευστί επερίμενε την στιγμήν, καθ' ην επρόκειτο να κατασπαραχθη υπό του τρομερού θηρίου. Αλλ' ο λέων χωλαίνων πλησιάζει ησύχως τον Ανδροκλήν, και υψόνων τον πόδα του δεικνύει αυτόν, ως να εζήτει βοήθειαν.