United States or Uzbekistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τώρα δε όπως βλέπεις μας έρχονται ολίγοι, διότι εις τον κόσμον είνε ειρήνη. ΕΡΜ. Προτιμότερον αυτό, αν έτσι αναβάλλεται η εξόφλησις.

Ταύτης δε της αρχής το πλειότερον μέρος ημείς, οι εν τη ωρίμω ηλικία, προσεθέσαμεν παρασκευάσαντες την πόλιν ημών ούτως ώστε να είναι αυταρκεστάτη κατά πάντα και εν πολέμω και εν ειρήνη.

Να συστηθή αναγνωρισμένη Εκκλησία μέσα στο Κράτος· να λείψουν πια τα αιώνια τα σκάνταλα. Αν κακοφαρμόστηκε, το είδαμε το γιατί. Δεν είχε ο καλότυχος την αρετή να περιορίζη μήτε τους αυλικούς του μήτε το θυμό του. Κ' έτσι έφερνε κάποτες αταξία και ρήμαξη εκεί που γύρευε να θεμελιώση τάξη κ' ειρήνη.

Τότε λοιπόν δεν θα επεθύμει ομοίως και ο νομοθέτης; Αμέ τι; Αλλ' άραγε δεν θέτει ίσως όλους τους νόμους ο καθείς χάριν του καλλιτέρου; Πώς όχι; Βεβαίως όμως το καλλίτερον δεν είναι ούτε ο πόλεμος ούτε η στάσις, είναι δε απευκταίον να γίνη ανάγκη αυτών, αλλά η ειρήνη και η φιλοφροσύνη μεταξύ των.

Εν πολέμω κ' εν ειρήνη είχον την τακτικήν των, ζηλεμμένην τακτικήν κ' εσέβοντο τους καπετάνους, τους οποίους αυτοί οι ίδιοι ανηγόρευον, εκτιμώντες την αξίαν και υπεροχήν των. — Έτοιμοι, παιδιά; ηρώτησεν αίφνης, σιγά πλησιάζων προς αυτούς ο Μακρής. — Έτοιμοι, καπετάνε. — Εμπρός!. . .

Ως προς τους θησαυρούς δε του θεού θα φροντίσωμεν, όπως ανακαλύψωμεν τους άρπαγας αυτών, μεταχειριζόμενοι τους πατρίους νόμους ορθώς και δικαίως, σεις, ημείς και καθείς, πού θέλει, συμμορφούμενοι πάντες με τους πατρίους νόμους. Οι δε Λακεδαιμόνιοι και οι σύμμαχοι, εάν οι Αθηναίοι συναινέσουν να γίνη ειρήνη, δέχονται να μείνουν εκάτεροι εις τα όρια αυτών διατηρούντες όσα έχουν σήμερον.

Εν καιρώ δε ειρήνης φαίνεται ότι τόσον διαφέρει η παρασιτική της φιλοσοφίας όσον αυτή η ειρήνη διαφέρει από τον πόλεμον. Και πρώτον αν θέλης ας επισκοπήσωμεν τα διάφορα κέντρα της ειρήνης. ΤΥΧ. Δεν καταλαμβάνω τι εννοείς με τούτο, αλλ' ας εξετάσωμεν όμως. ΠΑΡ. Λοιπόν εγώ ονομάζω κέντρα ειρήνης την αγοράν, τα δικαστήρια, τας παλαίστρας και τα γυμναστήρια, τα κυνήγια και τα συμπόσια.

Λυπούμενος διά τας ύβρεις ταύτας και νομίζων ότι, όταν αποκαθίστατο η ειρήνη και ηλευθερώνοντο οι αιχμάλωτοι, θα έπαυαν οι εχθροί του κατηγορούντες αυτόν, ενώ εφ' όσον υπάρχει πόλεμος αναγκαίως οι αρχηγοί συκοφαντούνται εν περιπτώσει αποτυχίας, επεθύμει διακαώς την σύμβασιν. Καθ' όλον εκείνον τον χειμώνα και προς το έαρ αι συνεντεύξεις εξηκολούθουν.

Εκαθήσαμεν εις τας βαθμίδας της κρήνης εκείνης και μου απήντησεν, ότι εις όλην του την ζωήν είχε συνάξει ολίγον κατ' ολίγον τα απαιτούμενα χρήματα διά να εξαγοράση τον αγαπητόν του υιόν, όστις ήτο δούλος, αλλ' ότι ο αυθέντης του, καλούμενος Πάνσας, του αφήρεσε τα χρήματα ταύτα, κρατήσας πάλιν τον υιόν του ως όμηρον. «Και κλαίω ούτω, είπεν ο γέρων, διότι ματαιοπονώ, λέγων καθ' εαυτόν: ας γίνη το θέλημα του Θεού! δεν δύναμαι, πτωχός αλιεύς, όπου, είμαι να κρατήσω τα δάκρυά μου». Τότε, καταληφθείς υπό τινος προαισθήματος έβρεξα τον δάχτυλόν μου εις τον κάδον και εχάραξα τον ιχθύν· ο χρηστός γέρων, άμα είδε τούτον, είπε: «Και η ιδική μου ελπίς εις τον Χριστόν». Τον ηρώτησα: «Με ανεγνώρισες από το σημείον τούτο; Ναι· μοι απεκρίθη, «η ειρήνη μετά σουΉρχισα να μανθάνω το μυστικόν και ο αγαθός γέρων μοι διηγήθη τα πάντα.

Την στιγμήν εκείνην και το λεπτόν απόγαιον εναρμονίως φυσών, λέγεις, απετέλει μυστικήν υμνωδίαν, ήτις εν τη θεσπεσία ταύτη ώρα προ του απλού των ποιμένων ομίλου και της φεγγοβολούσης εκκλησίας επανελάμβανε τους αγγελικούς ύμνους: «Δόξα εν Υψίστοις θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία