Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025


Αλλά τώρα, καταμετρών την φοβεράν αλήθειαν, αισθάνομαι εις την ψυχήν μου έλεος βαθύ διά την ταλαίπωρον κόρην, κόρην αδελφού μου, μέλλουσαν να θυσιασθή χάριν μιας τοιαύτης συζύγου μου. Και ποία σύγκρισις δύναται να υπάρξη μεταξύ της Ελένης και της θυγατρός σου; Όχι, ας διαλυθή και ας απέλθη έξ Αυλίδος ο στρατός όθεν ήλθε. Συ δε, αδελφέ, παύσε δακρύων και προκαλών και εις εμέ ομοίως δάκρυα.

Τώρα ηδύναντο μόνον να συμπεραίνωσι σκωπτικώς, ότι δυνατόν ίσως να είχεν έκφρονά τινα πρόθεσιν όπως απέλθη εις την διασποράν τον Ελλήνων να διδάξη. Ούτω διήλθεν η ημέρα αύτη της διαμάχης. Και πάλιν, «τη εσχάτη ημέρα τη μεγάλη της εορτής», ο Ιησούς ίστατο εν τω Ναώ.

Την ώρα που λέει αυτόν τον λόγον ο παππάς, την ορμηνεύει να πη μέσα της τρεις φοραίς: «Αστοχιά στο λόγο σου, παππά μ', δάκω τη γλώσσα σου». Εγέλασαν όλοι και αυτή η Σπληνογιάνναινα. Ό Λάμπρος εγερθείς μετά την παρατήρησιν ταύτην, επλησίασεν ως την θύραν, όπου εστάθη επί τινα λεπτά, ως να εσκέπτετο αν έπρεπε ν' απέλθη. Αλλ' ουχ' ήττον επανήλθε πάλιν εις την θέσιν του και εκάθησεν.

Όταν δε η απώλεια σφραγισθή και η ελπίς απέλθη, τότε προ πάντων η χηρευμένη καρδία αισθάνεται οπόσην περιέκλειεν αγάπην. Ούτω πλανώμεθα εις τα κοιμητήρια και καθήμεθα επί των πλακών, αι οποίαι σκεπάζουν τα λείψανα των απελθόντων αγαπητών μας.

Νέος τις μεγάλου πλούτου και υψηλής θέσεως φαίνεται αιφνιδίως να κατελήφθη υπό πεποιθήσεως, ότι είχε παραμελήσει μέχρι τούδε ευκαιρίαν ανεκτίμητον, και ότι Εκείνος όστις μόνος θα ηδύνατο να εξηγήση προς αυτόν την αληθή σημασίαν της ζωής ήτο ήδη εις δρόμον όπως απέλθη απ’ αυτών.

Διότι, καθώς είπαμεν, καινοφανές ήτο να απέλθη ο αυτοκράτωρ εις πόλεμον, αφού από διακοσίων ετών τοιούτον τι δεν είχε γίνη. Και αυτοί οι γενναιότατοι βασιλείς Τιβέριος Β' και Μαυρίκιος, ενώ ως στρατηγοί λαμπρούς διεξήγαγαν πολέμους, ως αυτοκράτορες δεν είχαν επιχειρήσει εκστρατείας.

Ο σύζυγος, ο αγαθός άνθρωπος, ο άγγελός της . . . Και τα επίθετα ταύτα, τα οποία έρχονται εις την μνήμην της αδιάκοπα, ωσάν καμμία δύναμις να τα στέλλη, είνε τόσα κτυπήματα μαχαίρας εις την πληγωμένην ψυχήν της . . . Αλλ' η ώρα εγγίζει και πρέπει ν' απέλθη. Η πιστή τροφός την αναμένει σιωπηλή. Εγείρεται και προχωρεί ολίγα βήματα, αλλ' ενθυμείται αίφνης και διευθύνεται προς τον κοιτώνα της.

Την επιούσαν εξήλθε λίαν πρωί του κοιτώνος, εκάλεσε τον Κρίσπον εις τον κήπον και υπό την σκιάδα του κισσού και της ξηράς κληματίδος του ήνοιξεν όλην την καρδίαν της και τον παρεκάλεσε να τη επιτρέψη όπως απέλθη εκ της οικίας της Μαριάμ διότι δεν είχε πλέον εμπιστοσύνην εις εαυτήν και δεν ηδύνατο εν τη καρδία της να κατανικήση τον έρωτά της προς τον Βινίκιον.

Εν τοσούτω η αγαθή αύτη γυνή προυτίμησε να μείνη μάλλον ή ν' απέλθη, εκείνο δε όπερ έπεισεν αυτήν ν' αποφασίση τούτο, δεν ήτο ουδέν των προειρημένων αιτίων, αλλ' εκείνο όπερ προείπομεν, η πολυπραγμοσύνη υφ' ης κατείχετο.

Αλλ' ενώ ήτο έτοιμος ν' απέλθη, πάλιν έλεγε μέσα του: «Ας καθίσω ακόμα λίγο», και πάλιν «ακόμα λίγο», και είχε γείνει μεσονύκτιον ήδη χωρίς να αισθανθή τον κόπον. Διότι το τρυφερόν και σεμνόν της ψαλμωδίας μεγάλως τον έτερπε.

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν