United States or Isle of Man ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ποιος μπορούσε, σκέφτονταν, να του εγγυηθή πως δεν ήταν πληρωμένος από τους εχτρούς του για να τον σπρώξη με της σοφίας τα πλανόλογα σ' ένα τέτοιο γκρεμό; Γιατί βέβαια τι άλλο ήταν παρά γκρεμός, γκρεμός κι αφανισμός του αυτό που τον συμβούλευε να κάμη ; Άμα παραδεχότανε για αίμα του το γέννημα μιας σκοτεινής και άτιμης εποχής δεν είν' αλήθεια πως θ' ατιμαζότανε κι ο ίδιος; Άμα σμίξη κανείς με το λωβιασμένο, δε θα λωβιάση ; Μα τότε ποιος θ' απλώση να του σφίξη τα χέρι; Ο Θεομίσητος αφορμή γυρεύει για να χύση απάνου του το φαρμάκι.

Τ' Ατρέα ο γιος τον Έλατο σκοτώνει, πούχε πατρίδα τον γκρεμό της Πήδασος, στην άκρη κοντά του Σάτνη πόταμου με το καθάριο ρέμα. 35 Το Φύλακο, εκεί πούφεβγε, ο αντριωμένος Λήτος, τόνε τρυπάει· κι' ο Βρύπυλος σκοτώνει το Μελάνθη. Έπειτα πιάνει ζωντανό τον Άδραστο ο Μενέλας.

Θυμάσαι το ξύλινο γιοφύρι που τόχουν φάη οι βροχές κ' οι τροχοί των κάρρων και των αμαξιών πούνε γεμάτο στις όχτες του από βοστίνες, αγριομενεξέδες και κρινάκια; Θα το περάσουμε αγκαλιασμένοι σαν τότες, και θα κοιτάξουμε με συγκίνηση ματαπάλε τον γκρεμό...κάτω, που βόσκουν στα πλάγια του τα γίδια.

Κι’ είχε το δύσκολο γκρεμό, τ’ απάτητο το σπήλιο, Που βρίσκονταν το ποθητό Βοτάνι της Αγάπης, Για φύλακα του έχοντας και για περιοχή του Τη δύσκολη κακοτοπιά, του Δράκου την αγρύπνια.

Είδε που ερχότανε καταπάνω του ο ακόλουθος της Βασίλισσας και θέλησε να φύγη. Ο Περινίς τον εστύλωσε στο γκρεμό της παγίδας: «Σπιούνε που πρόδωσες τη Βασίλισσα, να φύγης μου θέλεις, αί; Κάθησε αυτού κοντά στον τάφο, που μοναχός σου έκαμες κι' όλα τον κόπο να σκάψης». Το ραβδί του στριφογύρισε στον αέρα βουίζοντας.

Κι' εκεί που ο κονταρόδοξος γιος του Πηλιά στη μέση 233 πήδησε κάτου οχ τον γκρεμό, τότ' ίσα το ποτάμι χοιμάει κυματοφούσκωτο ξυπνώντας κάθε ρέμα, 235 κι' έβραζε σκούνταε τους νεκρούς, που πλήθος στα νερά του πλέχανε μέσα, από το γιο σφαγμένοι του Πηλέα.

Τότε λοιπόν εκείνοι, οι βασιληάδες των Δελφών, με μιας αποφασίσανένα γκρεμό να φέρουνε και να την ρίξουν κάτω, να τη σκοτώσουν την κυρά, που έβαλε κ' εκείνη να θανατώσουν στο ναό ιερωμένον άνδρα• τώρα η πόλις την ζητεί, που τέτοιον άθλιο δρόμο με τρόπο τόσον άθλιο ηθέλησε να πάρη. Ήρθε στου Φοίβου το ναό παιδί κι' αυτή να κάνη και τώρα χάνει και παιδιά και το κορμί της χάνει.

Χρόνια και μήνες πλάνεσα, σαν διψασμένο αλάφι Ναύρω τ' αθάνατο νερό να πιω να μην πεθάνω. Τάχα από ποιο βουνόκορφο και ποιόν γκρεμό να πέφτη; Σε τι λαγκάδι να περνά.

Ο βράχος από τη μια μεριά κοβότανε απότομα και σχημάτιζε γκρεμό φοβερό. Κάτω στο βάθος έτρεχε μικρό ποτάμι, ανάμεσα σε πλατάνια, μυρτιές και βάτους, και σένα μέρος γκρεμιζότανε μαφρούς και βοή κεσχημάτιζε καταρράχτη. Από το δώθε μέρος ο βράχος χαμήλωνε κήτον εύκολο νανέβη κανείς και να προχωρήση έως την κορυφή.

Ίσα γυμνώνει στη στιγμή τ' ωριόξυστο δοξάρι, 105 τ' αγριοτραγήσο, π' άλλοτες τον τράγο μοναχός του κάτου απ' τα στήθια βάρεσε, εκεί που τον καρτέραε κι' απ' το ποδόχι στον γκρεμό τον είδε να προβάλει· κι' έπεσε χάμου ανάσκελα ο τράγος οχ το βράχο. Κατάκορφα 'χε κέρατα μακριά δεκάξη χούφτες, που ο κερατοπελεκητής του τάδεσε με τέχνη 110 τα γιάλισε όλα, και χρυσό τους έβαλε κοράκι.