United States or Mongolia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ας το πω και τώρα, να με σώση· τι πειράζει; Όχι! δεν έχει δύναμη να με σώση, αφού δεν πιστέβω. Τέλειωσε! Θα πεθάνω. Πρέπει, πρέπει με κάθε τρόπο να πιστέψω. Ας ξανακάμω την προσεφκή μου. — Πάτερ ημών... Αχ! δε μ' ακούει! Δε θα μ' ακούση. Δε θέλει να μ' ακούση. Να όμως που κάτι νόημα έχουν κι αφτά τα παραμύθια.

Μέλισσα της Μούσας! κάθε Χάρι σ' έθρεψε μ' άφθονη τροφή! για χάδια και φιλιά μορφή! άνοιξε, δος μου ένα φιλί, πονώ για σε, πονώ πολύ! Α μπα! Α' ΓΡΑΥΣ Μα πώς; εκτύπησες για να μου 'ρθής απάνω. ΝΕΑΝΙΑΣ Μπα! κάλλιο να πεθάνω! Α' ΓΡΑΥΣ Τι αγαπάς λοιπόν εσύ, κ' ήλθεςαυτά τα μέρη με το δαδί στο χέρι; ΝΕΑΝΙΑΣ Κάποιον βαρβάτον θέλω. Α' ΓΡΑΥΣ Ποιόν;

Ήρθες κ' έπιασες το χέρι μου και κάθησες κοντά μου και δεν αιστάνθηκα πως είμαι ευτυχισμένη όπως άλλοτε. Γιατί ήξερα πως καθημερινά στοχαζόμουνα πως μπορούσα να πεθάνω και να χωριστώ από σένα. Ήθελα να το κάμω μόνη μου, Γιώργο.

Αν πεθάνω στο σπίτι, φροντίστε, αν είναι δυνατό, να με βάλετε στην κάσα μέσα στην κάμαρα του Σβεν. Ευχαριστώ για όλα, όλα. Είμουνα όμως ένας δυστυχισμένος άνθρωπος και δεν μπορούσα να ζήσω μ' όλην την αγάπη και τη στοργή. Η Έλσα σας.» Κ' έτσι της φορέσαμε το λευκό φόρεμα, που δεν το είχε ξαναφορέσει από τον καιρό που έπαψε να χαίρεται για καθετίς που είτανε γήινο.

Αντί για τον Πολύφημο απάντησε ο Δαμοίτας. Την είδα μα τον Πάνα, ναι, που κτύπαε το κοπάδι, μα το γλυκό το μάτι μου που τώχω ένα μονάχο κι άμποτε κι άμποτε μ' αυτό να βλέπω ως να πεθάνω, κι ο Τήλεμος που το κακό προφήτεψε για μένα κακό να 'δη στο σπίτι του κακό και στα παιδιά του.

Και ποιος αφτός; Εγώ δα που και τόσο θρήσκος δεν είμαι, δεν είμαι διόλου. Ίσια ίσια για τούτο. Είμαι τώρα μόνος και φοβούμαι. Μόνος ολομόναχος. Ο κόσμος και γω. Τίποτις άλλο. Στον ουρανό κανένας! Και τι πειράζει; Ας είναι ή ας μην είναι στον ουρανό κανένας, όπως κι αν το πάρης, ή έτσι ή αλλιώς, η ιδέα μου αφτή πως θα πεθάνω, γιατί καθήσαμε στο τραπέζι δεκατρείς, μπορεί να είναι μπόσικη.

Σκύλλα! πανούργα! Ντρελέν, ντρελέν, ντρελέν. Λύσσα με πιάνει! Παληογύναικο, πήγαινε σ' όλους τους διαβόλους. Είνε σωστό ν' αφίνουν ένα δυστυχισμένον άρρωστο έτσι ολομόναχο; Ντρελέν, ντρελέν, ντρελέν. Πόσον είμαι αξιολύπητος! ντρελέν, ντρελέν, ντρελέν. Αχ, Θεέ μου! θα μ' αφήσουν να πεθάνω εδώ μέσα! ντρελέν, ντρελέν, ντρελέν! ΑΡΓΓΑΝ Αχ! σκύλλα! αχ! κάθαρμα!

Ξεχωριστά στον άθρωπον, οπώχει αποφασίσει, Στον άλυσσό σου να δεθή καιταύτον ν' αποζήση. Γιατί φριχτά ωρκίστηκα στο όνομά σου απάνω, Σκλαβος σου αλευτέρωτος κοντά σου να πεθάνω. Πρώτα θα ιδής τη θάλασσα ωσάν τη γη ν' ανθίση, Κιαπέ ο πιστός ο δούλος σου θελά σ' απαρατήσει. Άντα να βγη ο αυγερινός κι' ο ήλιος οχ τη δύσι, Τότε η καρδιά μου, ξέρετο, θελά σ' αλησμονήση.

Εγώ 'μαι γυναίκα σου, ει δε μή, θέλει πεθάνω δούλα σου· για σύντροφο μπορείς να μ' αρνηθής· αλλά δούλα θα σου είμαι, θέλης και μη θέλης. ΦΕΡΔΙΝ. Κυρία μου υπεράκριβη, κ' εγώ πάντα, καθώς είμαι τώρα, ταπεινός. ΜΙΡ. Λοιπόν, άνδρας μου; ΦΕΡΔΙΝ. Ναι, και με καρδιά τόσο πρόθυμη, όσο της σκλαβιάς για την ελευθερία·ιδού το χέρι μου.

Ο άρρωστος σήκωσε το δείχτη νεύοντας όχι. «Έτσι κι αλλιώς θα πεθάνω, αφήστε με να πεθάνω σαν υπηρέτης.» «Μπροστά στο Θεό δεν υπάρχουν ούτε υπηρέτες ούτε αφεντικά», είπε η ντόνα Έστερ και ο ντον Πρέντου έσκυψε και έκανε να τον σηκώσει στην αγκαλιά του. «Πάψε, χαζέ. Πάψε