United States or Cabo Verde ? Vote for the TOP Country of the Week !


»Όταν συλλογίζουμαι κάποτε πως είσαι συ μαζί μου, πως μιλείς για όλα και δεν αφίνεις κρυμένη ούτε μια δίπλα της καρδιάς σου, νομίζω τότε πως είμαι ηχώ δική σου και πως είμαι τόσο φτωχή, ώστε να μην μπορώ να σου ξαναδώσω τίποτε. Κι όταν μου είπες πως δεν είναι έτσι, αιστάνθηκα πως είμαι τόσο ευτυχισμένη και τόσο πλούσια. Και γνωρίζω πως σου τα έδωσα όλα όσα μπορούσα να δώσω κι όλα όσα έχω.

Αυτήταν η ημέρα που φαντάσθηκα ευτυχισμένη και που με τόσην επερίμενα χαρά. Νάρθω να σ 'εύρω έξαφνα, μάνα υπερήφανη για το παιδί της, το καλό και τίμιο κι' εργατικό και σύζυγος που έμεινε πιστή στον πρώτο και στο μόνο της ζωής της έρωτα. Και πλούσια όπως ήμαι σήμερα θα σ' έπερνα να φεύγαμεν μακρειά με μια καινούρια αγάπη, που τόσο την δυνάμωσε του χωρισμού ο πόνος.

»Μα δεν πρέπει να με ρωτάς γι' αυτό, γιατί δεν μπορώ να σου απαντήσω. Αν μπορούσα, ω αν μπορούσα, τότε θα στέγνωναν από μόνα τους τα δάκρυά μου. Ίσως να μην είναι τίποτε, ίσως να είναι μόνο και μόνο γιατί είμαι πολύ ευτυχισμένη.

Η Ιζόλδη είναι, βασίλισσα και φαίνεται να ζη ευτυχισμένη. Η Ιζόλδη είναι βασίλισσα και ζη με τον πόνο. Η Ιζόλδη έχει την τρυφερότητα του Βασιληά Μάρκου. Οι βαρώνοι την τιμούν. Και οι άνθρωποι του λαού την αγαπούν. Η Ιζόλδη περνάει την ημέρα της στης πλούσιες ζωγραφιστές αίθουσες της σπαρμένες με άνθη.

Ήτον απλώς ένας φόβος, ένας γελοίος φόβος μήπως έρθη η Δώρα. ΛΕΛΑΔε σου ζητώ απολογία. Τώρα είμαι ευτυχισμένη, που σου είπα ό,τι είχα να σου πω. Τάσσο, χαίρε! Θυμήσου πως μια γυναίκα σ' αγάπησε και θα σ' αγαπά πάντα, πάντα. Όμως είναι καιρός να τελειώνουμε. Η κόρη σου μπορεί νάρθη και δεν πρέπει να μ' εύρη εδώ. Γεια σου, Τάσσο. ΦΛΕΡΗΣΣκέπτεσαι λοιπόν, να φύγης αμέσως, Λέλα; Αν ήξερες.

Αν ευτυχισμένη οικειότης τους έφερε πάλι εγκαίρως κοντά, αν αγάπη και επιείκεια εγεννώντο μεταξύ τους και άνοιγαν τις καρδιές τους, ίσως θα μπορούσε ακόμη να σωθή ο φίλος μας. Υπήρχεν ακόμη και ένα παράδοξο περιστατικό. Ο Βέρθερος καθώς ξέρομε από τα γράμματά του, ποτέ του δεν το έκρυβε πως ποθούσε να αφήση τον κόσμο.

Η Ηρωδιάς εξηπλώθη επ' αυτών και έκλαιεν έχουσα εστραμμένα τα νώτα. Έπειτα έφερε την χείρα της επί των βλεφάρων, είπεν ότι δεν ήθελε πλέον να σκέπτεται το παρελθόν, και ότι ήτο ευτυχισμένη.

Δε θέλω να υπάρχη τίποτε που να μην το γνωρίζης, είπε. Ξανακάθησα στη θέση μου και πήρα τα κουπιά. Η βάρκα τράβηξε πάλι το δρόμο της και σε λίγο είδα ανάμεσα στα φυλλώματα των δέντρων ένα φως, που με ωδήγησε στην αποβάθρα μας. Αγκαλιασμένοι πήραμε το μονοπάτι του σπιτιού μας κι όταν καλονυχτιστήκαμε μ' ένα φιλί η Έλσα είπε: — Μ' έκαμες τόσο ευτυχισμένη απόψε.

Έκαμε κίνηση σπασμωδική κ' η έκφραση του προσώπου της είτανε σχεδόν πικρή, όταν απάντησε: — Γιατί θέλεις να μου τα καταστρέφης όλα; — Το κάνω αλήθεια; — Όχι, μα είμουν τώρα τόσο ευτυχισμένη. Σώπασα και την έσυρα πιο κοντά μου.

Αλλά συ να προτιμάς πάντα εκείνους που δίδουν τα περισσότερα, αν θέλης γρήγορα να σε δείχνουν και να λένε• Βλέπεις την Κόρινναν την θυγατέρα της Κρωβύλης τι πλούτη έχει και πόσο ευτυχισμένη έκαμε την μητέρα της; Τι λες; θα τα κάμης αυτά; Ξέρω εγώ ότι θ' ακολουθήσης τις συμβουλές μου και εντός ολίγου θα γίνης η καλλίτερη απ' όλες.