United States or Uruguay ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα κι ο Γότθος γαμπρός του βασιλέα Θεοδάτου, που κατέβηκε με στρατό να τονέ χτυπήση, παραδόθηκε και κείνος. Και τόσο λαφιασμένοι είταν οι Γότθοι, που κι ο ίδιος ο βασιλέας τους άρχιζε και κρυφομηνούσε του Ιουστινιανού πως είναι έτοιμος να παραδοθή, σώνει να παίρνη χρονιάτικο. Χτύπησε τότες ο Βελισάριος τη Νεάπολη, Γότθους γεμάτη, και σε είκοσι μέρες μέσα έπεσε κ' η Νεάπολη.

Τούτο δε εξετάζοντες ερευνώμεν το εξής· άρα γε οι αγαθοί άνδρες και εκ των νυν και εκ των προγενεστέρων ταύτην την αρετήν, διά της οποίας αυτοί ήσαν αγαθοί, εγνώριζαν να την παραδώσουν και εις άλλον, ή δεν είναι δυνατόν να παραδοθή τούτο εις τον άνθρωπον ουδέ παραλαμβάνεται από τον ένα εις τον άλλον ακριβώς αυτό είναι που συζητούμεν προ πολλού εγώ και ο Μένων.

Και τι κάμνει τότες ο Γαϊνάς; Γράφει του Αρκαδίου, του ξηγάει πως ο Λέοντας νικήθηκε από τη μεγάλη δύναμη του Τριβιγίλδου, και τονέ συβουλεύει να κλείση τα μάτια του και να του παραχωρήση όσα ζητούσε, κι έν' απ' αυτά, να παραδοθή ο Ευτρόπιος. Κοντοστάθηκε ο Αρκάδιος, μην ξέροντας τι να κάμη.

Αι καρδίαι των εταράχθησαν καθώς Τον ήκουον, και ήδη βαθεία θλίψις επέπεσεν επί του ιερού δείπνου. Προαίσθημα κακού ενέσκηψεν, άρρητον αίσθημα φόβου. Εάν εκείνος δι' ον είχον εγκαταλίπει τα πάντα, και όστις ήτο το παν δι' αυτούς, έμελλε να παραδοθή υφ' ενός εξ αυτών εις ανηλεές και επονείδιστον τέλος, εάν τούτο ήτο δυνατόν, όλα εφαίνοντο δυνατά.

Ήρθε τότες ο Βελισάριος στα 535 στη Σικελία μ' εφτάμιση χιλιάδες στρατό, και δίχως πολλή δυσκολία την κυριεύει, έχοντας και βοήθεια τους ελληνοαίματους τους ντόπιους, Ύστερις από ένα χρόνο ξεκίνησε και για την Ιταλία. Όντας ελληνική η κάτω Ιταλία, δεν άργησε να παραδοθή στο Βελισάριο, και πρώτο πρώτο το Ρήγιο.

Όσον μικρόν και αν ήναι το δώρον, η γυνή δεν πρέπει να το απορρίπτη, δεν τη επιτρέπεται, διότι το αργύριον τούτο θεωρείται ιερόν. Ακολουθεί δε τον πρώτον όστις τη το ρίψει, και δεν αποποιείται κανένα. Αφού δε μιχθή και ευχαριστήση την θεάν διά της εκπληρώσεως του νόμου, επιστρέφει εις την οικίαν της, και εις το εξής, όσον μεγάλην ποσότητα και αν τη προσφέρης, δεν την πείθεις να παραδοθή εις σε.

Κατέστησε γνωστόν εις αυτούς ότι έμελλε ν' απορριφθή υπό των πρεσβυτέρων και αρχιερέων και γραμματέων, αλλ' όχι ότι έμελλε να παραδοθή εις τους εθνικούς. Προείπεν αυτοίς ότι μέλλει να θανατωθή, αλλ' επεφύλαξε διά τον χρόνον της τελευταίας πορείας Του εις Ιερουσαλήμ το φρικτόν γεγονός ότι ήθελε σταυρωθή.

Όταν μάλιστα ο ληστής έχει ιπποτισμόν τινα, και δεν είνε πολύ σπάνιος ο ληστρικός ιπποτισμός, ευκόλως εξυψούται εις ηρωικήν περιωπήν εις την λαϊκήν συνείδησιν. Ο Μαργώνης, όστις προπέρυσι, διά να μη υποβληθή η σύζυγός του εις τας ενοχλήσεις του εκτοπισμού, επροτίμησε να παραδοθή, εκίνησε συμπαθείας των οποίων δεν ήτον ανάξιος.

Αλλά απέναντι της γενικής διαφθοράς, οπού είναι η γεννητική αιτία, όχι το αποτέλεσμα, του ωρισμένου κακουργήματος, τι σημαίνει η πτώσις του μεγάλου ενόχου; πόθεν θα πεισθή ο Αμλέτος ότι με το να κάμη φόνον θα επιτύχη, έστω και μακρόθεν, τον σκοπόν προς τον οποίον τείνει η ενθουσιώδης, η εξημερωτική ψυχή του; Ή μήπως δύναται να καθησυχάση την συνείδησιν του, να εξαγνίση την πράξιν του, με την πεποίθησιν ότι με αυτήν επιβάλλει τιμωρίαν; αλλά δύναται ο άνθρωπος να αντιποιηθή θέσιν δικαστού άμα και τιμωρού απέναντι των ομοίων του; δύναται να πράξη αυτοβούλως ως άτομον ό,τι μόλις του συγχωρείται να πράξη ως αντιπρόσωπος της κοινής συνειδήσεως; Ή μήπως δύναται ο Αμλέτος να παραδοθή εις την μυστηριακήν πίστιν ότι αυτός είναι το προωρισμένον όργανον της Θείας Δίκης; Τοιαύτην παθητικήν κατάστασιν δεν αποδέχεται ψυχή μεγάλη, ως εκείνη του Αμλέτου, ενόσω έχει ακόμη πλήρη την συναίσθησιν της ανθρωπίνης αυτεξουσιότητος, μία ψυχή διά την οποίαν μόνον η ελευθέρα θέλησις και η πεφωτισμένη συνείδησις είναι ασφαλείς οδηγοί πάσης ενεργείας.

Διότι ήξευρα καλά ότι απέναντι μεν των χρημάτων ήτον πολύ περισσότερον άτρωτος κατά πάντα τρόπον αφ' ό,τι ήτον ο Αίας απέναντι του σιδήρου, από εκείνο δε που μόνον ενόμιζα πως θα τον αναγκάση να παραδοθή, μου είχεν εκφύγει. Διετέλουν λοιπόν εις αμηχανίαν, υποδουλωθείς υπό του ανθρώπου αυτού όσον κανείς ποτέ δεν έφθασε να υποδουλωθή υπό άλλου.